της αρθρογράφουΑλεξίας Φεσσά
Η Ξάνθη είναι πόλη της Θράκης, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού. Είναι χτισμένη στους πρόποδες της οροσειράς Ροδόπης, στην αρχή της πεδιάδας η οποία εκτείνεται προς τα νότια μέχρι το Θρακικό πέλαγος. Η πόλη έχει πλούσια ιστορία και θεωρείται πόλη πολυπολιτισμική και έχει χαρακτηριστεί ως «Ξάνθη, η πόλη με τα χίλια χρώματα».
Ονομασία
Για το όνομα της πόλης υπάρχουν δύο εκδοχές: Η πρώτη υποστηρίζει πως Ξάνθη ονομαζόταν μία από τις κόρες του Ωκεανού και της Τηθύας. Σύμφωνα με την δεύτερη άποψη, η ονομασία της πόλης προέρχεται από μια αμαζόνα που είχε το όνομα Ξάνθη και βασίλευε τότε στην περιοχή.
Μυθολογία
Για την περιοχή της Ξάνθης γίνονται λιγοστές αναφορές στην μυθολογία. Σύμφωνα με τα λιγοστά αυτά στοιχεία, εδώ ήταν το ορμητήριο του θεού Άρη αλλά και του Βορέα, του Ορφέα και του Διονύσου. Ακόμη, με την λίμνη Βιστωνίδα και τα Αβδηρα συνδέεται και ο άθλος του Ηρακλή με τα άλογα του Διομήδη. Γενικότερα, οι αγέρηδες, τα κύματα, η μουσική και τα μυστήρια με λατρείες της φύσης συνδέονται στενά με τη μεγάλη γη της Θράκης. Με τη χλωρίδα και πανίδα της περιοχής έχουμε μύθους τραγικούς και τρυφερούς, όπως του Τηρέα, της Πρόκνης, της Φιλομήλας και του Ίτυ, που όλοι μεταμορφώνονται σε πουλιά.
Αρχαιότητα
Η Ξάνθη συσχετίζεται με την αρχαία Ξάνθεια, θρακική πόλη των Κικόνων που ονομάζονταν οι Ξάνθιοι. Η πόλη αναφέρεται από τον Στράβωνα: «Μετά δε την ανά μέσον λίμνην (Βιστονίδα) Ξάνθεια, Μαρώνεια και Ίσμαρος...», ενώ για την ιστορία της δεν είναι τίποτε άλλο γνωστό μέχρι τις απαρχές των νεώτερων χρόνων. Η περιοχή κατοικείται από τους Νεολιθικούς χρόνους, όπως μαρτυρούν τα αρχαιολογικά ευρήματα στην πεδιάδα της Ξάνθης. Από τον 11ο π.Χ. αιώνα άρχισε η εγκατάσταση των θρακικών φυλών. Αναφορά πρέπει να γίνει στην ίδρυση των Αβδήρων το 656 π.Χ. που άκμασε στην πεδιάδα του νομού. Την εποχή του Χαλκού η περιοχή δέχεται επιδράσεις από την Τροία, τη Λέσβο και τη Λήμνο. Σύμφωνα με τον Όμηρο, οι Θράκες είναι καλοί πολεμιστές, με γυμνασμένα άλογα και αξιόλογη μεταλλουργία χρυσού και αργύρου.
Για το όνομα της πόλης υπάρχουν δύο εκδοχές: Η πρώτη υποστηρίζει πως Ξάνθη ονομαζόταν μία από τις κόρες του Ωκεανού και της Τηθύας. Σύμφωνα με την δεύτερη άποψη, η ονομασία της πόλης προέρχεται από μια αμαζόνα που είχε το όνομα Ξάνθη και βασίλευε τότε στην περιοχή.
Μυθολογία
Για την περιοχή της Ξάνθης γίνονται λιγοστές αναφορές στην μυθολογία. Σύμφωνα με τα λιγοστά αυτά στοιχεία, εδώ ήταν το ορμητήριο του θεού Άρη αλλά και του Βορέα, του Ορφέα και του Διονύσου. Ακόμη, με την λίμνη Βιστωνίδα και τα Αβδηρα συνδέεται και ο άθλος του Ηρακλή με τα άλογα του Διομήδη. Γενικότερα, οι αγέρηδες, τα κύματα, η μουσική και τα μυστήρια με λατρείες της φύσης συνδέονται στενά με τη μεγάλη γη της Θράκης. Με τη χλωρίδα και πανίδα της περιοχής έχουμε μύθους τραγικούς και τρυφερούς, όπως του Τηρέα, της Πρόκνης, της Φιλομήλας και του Ίτυ, που όλοι μεταμορφώνονται σε πουλιά.
Αρχαιότητα
Η Ξάνθη συσχετίζεται με την αρχαία Ξάνθεια, θρακική πόλη των Κικόνων που ονομάζονταν οι Ξάνθιοι. Η πόλη αναφέρεται από τον Στράβωνα: «Μετά δε την ανά μέσον λίμνην (Βιστονίδα) Ξάνθεια, Μαρώνεια και Ίσμαρος...», ενώ για την ιστορία της δεν είναι τίποτε άλλο γνωστό μέχρι τις απαρχές των νεώτερων χρόνων. Η περιοχή κατοικείται από τους Νεολιθικούς χρόνους, όπως μαρτυρούν τα αρχαιολογικά ευρήματα στην πεδιάδα της Ξάνθης. Από τον 11ο π.Χ. αιώνα άρχισε η εγκατάσταση των θρακικών φυλών. Αναφορά πρέπει να γίνει στην ίδρυση των Αβδήρων το 656 π.Χ. που άκμασε στην πεδιάδα του νομού. Την εποχή του Χαλκού η περιοχή δέχεται επιδράσεις από την Τροία, τη Λέσβο και τη Λήμνο. Σύμφωνα με τον Όμηρο, οι Θράκες είναι καλοί πολεμιστές, με γυμνασμένα άλογα και αξιόλογη μεταλλουργία χρυσού και αργύρου.
Βυζαντινή Περίοδος
Κατά τα βυζαντινά χρόνια, έχει ιδρυθεί η αποικία των Αβδήρων και η περιοχή αρχίζει να ακμάζει. Σημαντικό ρόλο παίζουν τα Άβδηρα και άλλες αποικίες που διευκολύνουν τη διείσδυση του Ελληνικού πολιτισμού και τον εξελληνισμό των Θρακών. Τον 8ο μ.Χ. η πόλη καταστράφηκε, άγνωστο αν αυτό συνέβη από σεισμό ή βαραβαρικές επιδρομές, όμως ξανακτίσθηκε. Άλλαξε όνομα και μετονομάσθηκε σε Ρούσιο. Ως Ξάνθεια μαρτυρείται και το 879 μ.Χ. όταν ο επίσκοπός της Γεώργιος, αναφέρεται να συμμετέχει στην Δ΄ Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης (εν Αγία Σοφία). Ωστόσο δεν υπάρχει κανένα αρχαιολογικό τεκμήριο για την ταύτιση της αρχαίας πόλης με την ομώνυμη βυζαντινή καθώς η θέση της αρχαίας Ξάνθειας δεν είναι ξεκάθαρη όμως τοποθετείται πιο ανατολικά από τη βυζαντινή και κυρίως πέρα από τη λίμνη της Βιστωνίδας. Η πόλη αποτέλεσε σταθμό της εκστρατείας του Ανδρόνικου Γ΄ του Παλαιολόγου το 1327 κατά τον εμφύλιο πόλεμο που επικρατούσε εκείνη την εποχή.
Τουρκοκρατία
Το 1375, η Ξάνθη περνάει στις κατακτήσεις των Οθωμανών. Στο τέλος του 14ου αι. αρχίζει ο εποικισμός της περιοχής με μουσουλμάνους και ο εξισλαμισμός των ορεινών περιοχών του νομού. Κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, οι Ξανθιώτες λαμβάνουν μέρος στον αγώνα για την ανεξαρτησία με κυριότερο οπλαρχηγό τον καπετάν Γεώργιο Δημητρίου.
Η περιοχής αρχίζει να ακμάζει με την καλλιέργεια του καπνού τον 17ο αι., ενώ τον επόμενο αιώνα η Γενισέα και η Ξάνθη γίνονται γνωστές παγκοσμίως λόγω του καπνού. Μάλιστα αποκαλούνταν και Μικρό Παρίσι, εξαιτίας του πλούτου που είχε εκείνη την εποχή. Η οικονομική αυτή ανάπτυξη αναστέλλεται με την ελληνική επανάσταση, κατά την οποία πολλοί Ξανθιώτες συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν. Ανασταλτικός παράγοντας αποτέλεσαν και οι δυο αλλεπάλληλοι σεισμοί το 1829 που ισοπέδωσαν την πόλη. Η πρώτη φάση οικοδόμησης της σημερινής Παλιάς Πόλης, διατηρώντας μεγάλο μέρος του παλαιότερου πολεοδομικού ιστού, εκτιμάται ότι έγινε μεταξύ 1830 - 1845 με οικοδόμους από την Δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο. Μετά την καταστροφή της Γενισέας το 1870 ξεκινά η δεύτερη φάση οικοδόμησης της πόλης. Η πόλη έγινε το διοικητικό κέντρο της περιοχής ενώ το 1891 ολοκληρώθηκε η σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης - Κωνσταντινούπολης. Την περίοδο 1870 - 1910 στην πόλη παρατηρείται έντονη οικονομική δραστηριότητα και καταγράφεται οικονομική άνθηση.
Κατά τα βυζαντινά χρόνια, έχει ιδρυθεί η αποικία των Αβδήρων και η περιοχή αρχίζει να ακμάζει. Σημαντικό ρόλο παίζουν τα Άβδηρα και άλλες αποικίες που διευκολύνουν τη διείσδυση του Ελληνικού πολιτισμού και τον εξελληνισμό των Θρακών. Τον 8ο μ.Χ. η πόλη καταστράφηκε, άγνωστο αν αυτό συνέβη από σεισμό ή βαραβαρικές επιδρομές, όμως ξανακτίσθηκε. Άλλαξε όνομα και μετονομάσθηκε σε Ρούσιο. Ως Ξάνθεια μαρτυρείται και το 879 μ.Χ. όταν ο επίσκοπός της Γεώργιος, αναφέρεται να συμμετέχει στην Δ΄ Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης (εν Αγία Σοφία). Ωστόσο δεν υπάρχει κανένα αρχαιολογικό τεκμήριο για την ταύτιση της αρχαίας πόλης με την ομώνυμη βυζαντινή καθώς η θέση της αρχαίας Ξάνθειας δεν είναι ξεκάθαρη όμως τοποθετείται πιο ανατολικά από τη βυζαντινή και κυρίως πέρα από τη λίμνη της Βιστωνίδας. Η πόλη αποτέλεσε σταθμό της εκστρατείας του Ανδρόνικου Γ΄ του Παλαιολόγου το 1327 κατά τον εμφύλιο πόλεμο που επικρατούσε εκείνη την εποχή.
Τουρκοκρατία
Το 1375, η Ξάνθη περνάει στις κατακτήσεις των Οθωμανών. Στο τέλος του 14ου αι. αρχίζει ο εποικισμός της περιοχής με μουσουλμάνους και ο εξισλαμισμός των ορεινών περιοχών του νομού. Κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, οι Ξανθιώτες λαμβάνουν μέρος στον αγώνα για την ανεξαρτησία με κυριότερο οπλαρχηγό τον καπετάν Γεώργιο Δημητρίου.
Η περιοχής αρχίζει να ακμάζει με την καλλιέργεια του καπνού τον 17ο αι., ενώ τον επόμενο αιώνα η Γενισέα και η Ξάνθη γίνονται γνωστές παγκοσμίως λόγω του καπνού. Μάλιστα αποκαλούνταν και Μικρό Παρίσι, εξαιτίας του πλούτου που είχε εκείνη την εποχή. Η οικονομική αυτή ανάπτυξη αναστέλλεται με την ελληνική επανάσταση, κατά την οποία πολλοί Ξανθιώτες συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν. Ανασταλτικός παράγοντας αποτέλεσαν και οι δυο αλλεπάλληλοι σεισμοί το 1829 που ισοπέδωσαν την πόλη. Η πρώτη φάση οικοδόμησης της σημερινής Παλιάς Πόλης, διατηρώντας μεγάλο μέρος του παλαιότερου πολεοδομικού ιστού, εκτιμάται ότι έγινε μεταξύ 1830 - 1845 με οικοδόμους από την Δυτική Μακεδονία και την Ήπειρο. Μετά την καταστροφή της Γενισέας το 1870 ξεκινά η δεύτερη φάση οικοδόμησης της πόλης. Η πόλη έγινε το διοικητικό κέντρο της περιοχής ενώ το 1891 ολοκληρώθηκε η σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης - Κωνσταντινούπολης. Την περίοδο 1870 - 1910 στην πόλη παρατηρείται έντονη οικονομική δραστηριότητα και καταγράφεται οικονομική άνθηση.
Βαλκανικοί Πόλεμοι
Στις 8 Νοεμβρίου του 1912, η Ξάνθη θα καταληφθεί από τους «συμμάχους» Βουλγάρους, οι οποίοι όμως θα θελήσουν με βίαια μέτρα, καταπιέσεις και δολοφονίες να εξαναγκάσουν τους Ξάνθιους να μεταστραφούν στον εκβουλγαρισμό τους. Κατά τον Β' Βαλκανικό Πόλεμο, στις 13 Ιουλίου 1913, η Ξάνθη απελευθερώνεται για πρώτη φορά από τον ελληνικό στρατό. Ωστόσο η απελευθέρωση θα κρατήσει μόλις 15 αφού με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, 28 Ιουλίου του ίδιου χρόνου θα επιδικασθεί όλη η Θράκη στην ηττημένη Βουλγαρία. Η δεύτερη βουλγαρική κατοχή αποδείχτηκε ιδιαίτερα οδυνηρή. Μάλιστα, οι Ξάνθιοι προτιμούν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους παρά να βρεθούν κάτω από τη βουλγαρική κατοχή. Έτσι έμειναν αυτοεξόριστοι μέχρι το 1919, οπότε στις 4 Οκτωβρίου του έτους εκείνου, μετά την ήττα των Γερμανών και των συμμάχων της ΑΝΤΑΝΤ εισέρχονται στην Ξάνθη και απελευθερώνουν την πόλη, ενώ τα υπόλοιπα συμμαχικά στρατεύματα προωθούνται πέραν του Ιάσμου. Η πλήρης ενσωμάτωση της Ξάνθης και όλης της Δ. Θράκης στην Ελλάδα θα λάβει χώρα με την συνθήκη των Σεβρών στις 28 Ιουλίου 1920.
Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και Κατοχή
Στις παραμονές του Β' Παγκόσμιου Πολέμου η Ξάνθη είχε 32.000 κατοίκους και ήταν έβδομη σε πλούτο στην Ελλάδα. Η προοδευτική της πορεία διακόπτεται με το καθεστώς της 4ης Αυγούστου 1936 και με τον πόλεμο. Οι κάτοικοι της περιοχής, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, αντιστάθηκαν ηρωικά στους Γερμανούς εισβολείς στα οχυρά του Εχίνου. Οι Γερμανοί εισήλθαν στην πόλη της Ξάνθης στις 8 Απριλίου 1941 και παρέμειναν έως τις 20 Απριλίου οπότε και την παρέδωσαν στους Βούλγαρους. Η τρίτη βουλγαρική κατοχή αποδείχτηκε κατά πολύ σκληρότερη αυτής των Γερμανών. Ο λαός της περιοχής αντιστάθηκε στους Γερμανούς και στους Βουλγάρους. Το Σεπτέμβρη 1944 φεύγουν οι Βούλγαροι και έχουμε εξάμηνη τοπική αυτοδιοίκηση του ΕΑΜ, την άνοιξη του 1945 εγκαθίστανται οι κεντρικές αρχές. Η περίοδος αυτή είναι δύσκολη, γιατί ο λαός δέχτηκε σκληρά χτυπήματα ένα εκ των οποίων και η υποχρεωτική βουλγαροποίησή του.
Σήμερα
Τα νεότερα χρόνια πραγματοποιείται μια μεγάλη πρσπάθεια για οικονομική και κοινωνική-πνευματική ανάπτυξη. Μέσα στα εξήντα χρόνια που πέρασαν από την εποχή εκείνη, η Ξάνθη έγινε ήδη αγνώριστη. Στις αρχές της δεκαετίας του '70 η παρουσία του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και του Δ’ Σώματος Στρατού τονώνουν την περιοχή. Από το 2000 κι έπειτα, παρατηρείται έντονη πολεοδομική δραστηριότητα. Χαρακτηριστικό δείγμα της νέας αυτής δυναμικής προοπτικής της πόλεως είναι ότι ο πληθυσμός αυτής έχει υπερβεί ήδη τις 60.000 κατοίκους, η δε έκτασή της από την ανατολική (Κιμμέρια) έως τη δυτική (εργοστάσιο Ζαχάρεως) παρυφή της εγγίζει τα 20 χιλιόμετρα.
Στις 8 Νοεμβρίου του 1912, η Ξάνθη θα καταληφθεί από τους «συμμάχους» Βουλγάρους, οι οποίοι όμως θα θελήσουν με βίαια μέτρα, καταπιέσεις και δολοφονίες να εξαναγκάσουν τους Ξάνθιους να μεταστραφούν στον εκβουλγαρισμό τους. Κατά τον Β' Βαλκανικό Πόλεμο, στις 13 Ιουλίου 1913, η Ξάνθη απελευθερώνεται για πρώτη φορά από τον ελληνικό στρατό. Ωστόσο η απελευθέρωση θα κρατήσει μόλις 15 αφού με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, 28 Ιουλίου του ίδιου χρόνου θα επιδικασθεί όλη η Θράκη στην ηττημένη Βουλγαρία. Η δεύτερη βουλγαρική κατοχή αποδείχτηκε ιδιαίτερα οδυνηρή. Μάλιστα, οι Ξάνθιοι προτιμούν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους παρά να βρεθούν κάτω από τη βουλγαρική κατοχή. Έτσι έμειναν αυτοεξόριστοι μέχρι το 1919, οπότε στις 4 Οκτωβρίου του έτους εκείνου, μετά την ήττα των Γερμανών και των συμμάχων της ΑΝΤΑΝΤ εισέρχονται στην Ξάνθη και απελευθερώνουν την πόλη, ενώ τα υπόλοιπα συμμαχικά στρατεύματα προωθούνται πέραν του Ιάσμου. Η πλήρης ενσωμάτωση της Ξάνθης και όλης της Δ. Θράκης στην Ελλάδα θα λάβει χώρα με την συνθήκη των Σεβρών στις 28 Ιουλίου 1920.
Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και Κατοχή
Στις παραμονές του Β' Παγκόσμιου Πολέμου η Ξάνθη είχε 32.000 κατοίκους και ήταν έβδομη σε πλούτο στην Ελλάδα. Η προοδευτική της πορεία διακόπτεται με το καθεστώς της 4ης Αυγούστου 1936 και με τον πόλεμο. Οι κάτοικοι της περιοχής, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, αντιστάθηκαν ηρωικά στους Γερμανούς εισβολείς στα οχυρά του Εχίνου. Οι Γερμανοί εισήλθαν στην πόλη της Ξάνθης στις 8 Απριλίου 1941 και παρέμειναν έως τις 20 Απριλίου οπότε και την παρέδωσαν στους Βούλγαρους. Η τρίτη βουλγαρική κατοχή αποδείχτηκε κατά πολύ σκληρότερη αυτής των Γερμανών. Ο λαός της περιοχής αντιστάθηκε στους Γερμανούς και στους Βουλγάρους. Το Σεπτέμβρη 1944 φεύγουν οι Βούλγαροι και έχουμε εξάμηνη τοπική αυτοδιοίκηση του ΕΑΜ, την άνοιξη του 1945 εγκαθίστανται οι κεντρικές αρχές. Η περίοδος αυτή είναι δύσκολη, γιατί ο λαός δέχτηκε σκληρά χτυπήματα ένα εκ των οποίων και η υποχρεωτική βουλγαροποίησή του.
Σήμερα
Τα νεότερα χρόνια πραγματοποιείται μια μεγάλη πρσπάθεια για οικονομική και κοινωνική-πνευματική ανάπτυξη. Μέσα στα εξήντα χρόνια που πέρασαν από την εποχή εκείνη, η Ξάνθη έγινε ήδη αγνώριστη. Στις αρχές της δεκαετίας του '70 η παρουσία του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και του Δ’ Σώματος Στρατού τονώνουν την περιοχή. Από το 2000 κι έπειτα, παρατηρείται έντονη πολεοδομική δραστηριότητα. Χαρακτηριστικό δείγμα της νέας αυτής δυναμικής προοπτικής της πόλεως είναι ότι ο πληθυσμός αυτής έχει υπερβεί ήδη τις 60.000 κατοίκους, η δε έκτασή της από την ανατολική (Κιμμέρια) έως τη δυτική (εργοστάσιο Ζαχάρεως) παρυφή της εγγίζει τα 20 χιλιόμετρα.