Πρόκειται για έναν στίχο του ποιήματος Αραχωβίτισσες της Κατοχής γερόντισσες! του Χρίστου Μαυρόπουλου που υποδεικνύει το ιστορικό υπόβαθρο της Aράχωβας.
Ονομασία
Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, το όνομα προέρχεται από το σλαβικό «orechova» που σημαίνει «καρυδότοπος». Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες εκδοχές: Αυτή που θέλει το όνομα να προέρχεται από το ελληνικό «Ράχωβα» (ράχις+ωβάς), δηλαδή ένωση οικισμών και εκείνη που αναφέρεται στη σχέση του χωριού με το Ράχωβο Γρεβενών, οι διωγμένοι κάτοικοι του οποίου έφτασαν εκεί κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
Αρχαιότητα
Η ιστορία της Αράχωβας, ανάγεται στα πανάρχαια χρόνια. Είναι γεμάτη από αρχαίες οικίσεις που ανάγονται ως το 1200 π.Χ. και διάσπαρτα ίχνη της αρχαιότητας από τον Παρνασσό ως το Ζεμενό κι ως κάτω στην κοιλάδα του Πλειστού. Στο Κωρύκειο Άντρο τα αρχαιότερα ίχνη ανάγονται στα νεολιθικά χρόνια (3000 π.Χ. περίπου). Στη δυτική πλευρά της Αράχωβας υπήρχε η ομηρική πόλη ,Ανεμώρεια ή Ανεμώλεια . Ο Όμηρος την αναφέρει στη θέση μεταξύ του σημερινού νεκροταφείου και της τοποθεσίας «Ελένη», κάτω από τον Κατοπτήριο βράχο. Στα Ομηρικά Χρόνια ήταν μία από τις επίσημες οκτώ φωκικές πόλεις, αφού η Αράχωβα και η γύρω περιοχή άνηκαν κατά την αρχαιότητα στη Φωκίδα.
Τα νεότερα χρόνια μετά την εφαρμογή του νόμου ΒΧΔ (6-7-1899) ανήκει στα διοικητικά όρια της Βοιωτίας με πρωτεύουσα τη Λιβαδειά. Είχε μακρύ τείχος και βωμό των Ανέμων. Στη δυτική πλευρά της Αράχωβας διαφαίνονται κάποια ερείπιά της σήμερα. Η Κυπάρισσος βρισκόταν ανατολικά, κοντά στην τοποθεσία Πάνια. Αρχαιότατη πόλη η Λυκώρεια, ψηλά στον Παρνασσό μας ταξιδεύει στον καιρό του Κατακλυσμού. Σύμφωνα με την μυθολογία, στη Λιάκουρα, την πιο ψηλή κορυφή του βουνού (2457 μ) στάθηκε η κιβωτός του Δευκαλίωνα και της Πύρρας που γέννησαν τον Έλληνα, γενάρχη των Ελλήνων. Αλλά και το ίδιο το όνομα Παρνασσός μας φέρνει στα βάθη του χρόνου πριν από το 2000 π.Χ.
Μεσαίωνας
Η Αράχωβα εμφανίζει οικισμούς και κατά τους Βυζαντινούς Χρόνους. Επί Φραγκοκρατίας, μετά από εντολή των φεουδαρχών οι τότε οικισμοί ενώθηκαν και έγιναν ένας, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η διοίκηση της περιοχής. Πρόκειται για έναν οικισμό στη νότια πλευρά της Αράχωβας, κάτω από τον απότομο βράχο του Κατοπτηρίου ονόματι Πετρίτης. Ήταν η σημερινή Αράχωβα. Από τότε ουσιαστικά αρχίζει η ιστορία της ως ένας και όχι πολλοί οικισμοί.
Η Αράχωβα ,σύμφωνα από πολλούς ιστορικούς, είχε αλιωθεί ελάχιστα από το ελληνικό στοιχείο. Η ύπαρξη μιας αραχωβίτικης παράδοσης, της: «Λάμνιας στην Τούμπρη» είναι από μόνη της πολύ ισχυρή ένδειξη για να μας πείσει για τη συνέχεια της ελληνικής φυλής σε τούτη την περιοχή του Παρνασσού και έτσι να δεχτούμε ότι οι Αρβανιτόβλαχοι σκηνίτες τσοπάνηδες που έφτασαν κάποτε εδώ συνάντησαν γηγενείς με δυνατές αρχαίες μνήμες και παραδόσεις, στο οποίο και εντάχθηκαν. Αποτέλεσμα τούτου ,οι τελευταίοι απέβαλαν το γλωσσικό ιδίωμά τους, και το μόνο κειμήλιο που άφησαν στην περιοχή της Αράχωβας ήταν ορισμένα ξενόγλωσσα τοπωνύμια, τα οποία σχετίζονταν με τη βόσκηση του ποιμνίου τους στις πλαγιές του Παρνασσού.
Τουρκοκρατία & Ελληνική Επανάσταση
Η αύξηση του πληθυσμού της Αράχωβας μεταξύ των ετών 1466 και 1570 αυξήθηκε κατά το εντυπωσιακό ποσοστό 521%. Αυτό διότι η Αράχωβα αποτελούσε ασφαλές καταφύγιο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Το μέρος συνεχίζει να αναπτύσσεται και το 17ο αιώνα. Οι περιηγητές Τζέικομπ Σπον και Τζόρτζ Ουέλερ αναφέρουν πως η Αράχωβα ήταν ένα μεγάλο χωριό με 200 ή 300 οικογένειες με κατοίκους Έλληνες, ελάχιστους Αρβανίτες και τον Τούρκο διοικητή, το σούμπαση. Γενικά η Αράχωβα στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας χαρακτηρίστηκε ως χωριό Ελληνικό, χωρίς επιδράσεις από την μακρόχρονη σκλαβιά.
Ο μητροπολίτης Αθηνών Μελέτιος αναφέρει ότι η Αράχωβα ήταν, γύρω στο 1728, η σπουδαιότερη κωμόπολη του Παρνασσού. Ο περιηγητής Κλάρκ αναφέρει, ότι κατά το 1801 είχε 250 σπίτια δίχως κανέναν Τούρκο κάτοικο. Η Αράχωβα πυρπολήθηκε από τους Τούρκους το 1803 ή 1804, λόγω των φιλονικιών ανάμεσα στους κλέφτες και τους αρματολούς.
Το 1821, όταν έγινε και η Επανάσταση, οι κάτοικοι της Αράχωβας συμμετείχαν ενεργά στον αγώνα δεχόμενοι καταστροφικές συνέπειες. Στη Μάχη της Αράχωβας το Νοέμβριο του 1826 ,ο Γεώργιος Καραϊσκάκης νίκησε πανηγυρικά 2000 Τουρκαλβανούς ,σώζοντας έτσι την επανάσταση των Ελλήνων από μια μεγάλη παρακμή της. Το χωριό απελευθερώθηκε τελικά από το Δημήτριο Υψηλάντη και αμέσως μετά την απελευθέρωση ιδρύθηκε ελληνικό σχολείο.
Ο Ναός του Αγίου Γεωργίου υπήρχε ήδη από το 1676, όπως δείχνει ανάγλυφη πλάκα στο Ιερό Βήμα. Ωστόσο, η σημερινή του μορφή χτίστηκε το 1833. Το 1870 ένας ολέθριος σεισμός προκάλεσε το θάνατο αρκετών Αραχωβιτών και την καταστροφή πολλών σπιτιών και δημοσίων κτηρίων όπως το περίφημο Ρολόι. Στις 9-10 Σεπτεμβρίου 1943, έλαβε χώρα μάχη μεταξύ των Αντάρτων και των Γερμανών ναζί της περιοχής στη Σφάλα της Αράχωβας, η περίφημη μάχη της Σφάλας .
Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ,το 1959 ιδρύθηκε το Γυμνάσιο Αράχωβας. Κάποια χρόνια αργότερα δημιουργήθηκε το Ενιαίο Λύκειο Αράχωβας. To 1957 ιδρύθηκε ο Αθλητικός Σύλλογος Αράχωβας «Παρνασσός» και το 1985 ο Μορφωτικός, Εκπολιτιστικός & Ψυχαγωγικός Σύλλογος Αραχωβιτών «Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης». Το 1870 ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Λουκά, Νεκτάριος Καμβασινός, με δικά του έξοδα πήρε την ευθύνη για την ανακατασκευή του κατεστραμμένου Ρολογιού, δίνοντας του τη σημερινή μορφή του.
Η Αράχωβα στα μέσα της δεκαετίας του '70, ήταν ένα μικρό χωριό ευνοημένο από το όμορο χωριό ,τους Δελφούς. Αυτό διότι η πληθώρα τουριστών του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών επισκέπτονταν και την περιοχή της Αράχωβας, οδηγώντας έτσι στην τουριστική αξιοποίηση της περιοχής που έγινε ακόμα μεγαλύτερη μετά την δημιουργία των χιονοδρομικών κέντρων και την ανάπτυξη του χειμερινού τουρισμού στην Ελλάδα.
Κάθε χρόνο διεξάγονται τριήμερες εκδηλώσεις προς τιμήν του Πολιούχου της Αράχωβας που είναι ο Άγιος Γεώργιος και λαμβάνουν, το περίφημο Πανηγυράκι που έχει χαρακτηριστεί ως μία από τις εκατό πιο ωραίες εμπειρίες στον κόσμο, με διάφορα τοπικά έθιμα τα οποία έχουν τις ρίζες τους σε αρχαία ελληνικά έθιμα . Η συγκεκριμένη γιορτή διασώθηκε και επί Τουρκοκρατίας. Το 2004 ιδρύθηκε ο Λαογραφικός Όμιλος Αράχωβας, ενώ το 2009 το Παλαιό Δημοτικό Σχολείο χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο μνημείο και αναστηλώθηκε σε Λαοραφικό Μουσείο, το οποίο χρησιμοποιείται ως κτήριο του δήμου.