της δημοσιογράφουΕυαγγελίας Γουρνή
«Κάρυστος», «Χειρωνία» και «Αιγαία» είναι τα ονόματα τα οποία δόθηκαν κατά την αρχαιότητα στην κύρια πόλη-κράτος της Νότιας Εύβοιας. Η μυθολογία θέλει να παίρνει το όνομά της από τον Κάρυστο, γιο του Κένταυρου Χείρωνα, που θεωρείται ο ιδρυτής της. Κατά μια άλλη άποψη από τα «κάρυα», τους καρπούς της καστανιάς που φυτρώνει στις πλαγιές του όρους «Όχη» ή ακόμα και από το ρήμα «καρύσσω» δηλαδή «κηρύσσω», υπόθεση η οποία ενισχύεται από την απεικόνιση του κόκορα στα αρχαία νομίσματα της πόλης.
Η παλαιότερη αναφορά στην Κάρυστο εντοπίζεται στα ομηρικά έπη, καθώς συγκαταλέγεται στις πόλεις, τα πλοία των οποίων συμμετείχαν στον Τρωικό Πόλεμο με αρχηγό τον Παλαμήδη, ενώ τα πρώτα δείγματα ανθρώπινου πολιτισμού στην περιοχή χρονολογούνται στη Νεολιθική εποχή (4000-2000 π.Χ.).
Ευρύτερα γνωστά αρχαία μνημεία είναι τα Δρακόσπιτα. Αποτελούν μία ομάδα εικοσιτριών λίθινων μνημειακών κατασκευών, τετράγωνης ή κυρίως ορθογώνιας κάτοψης και παραμένουν μέχρι σήμερα όχι απόλυτα ερμηνευμένα από τους ερευνητές.
Μυθολογία
H θεά Ήρα είναι στενά συνδεδεμένη με την Κάρυστο, κυρίως με την κορυφή του βουνού της Όχης. Η λέξη Όχη προέρχεται από το ρήμα οχεύω, που σημαίνει συνευρίσκομαι και παραπέμπει στη συνεύρεση του Δία και της Ήρας. Η Ήρα, η οποία είχε ανατραφεί στην Εύβοια από τη νύμφη Μάκρη, συνάντησε στις βουνοκορφές του νησιού και πιο συγκεκριμένα στην Όχη τον Δία και αυτός βάλθηκε να την κατακτήσει.
Για να της κινήσει το ενδιαφέρον, επειδή την είδε αυστηρή και σοβαρή, μεταμορφώθηκε σε κούκο και την πλησίασε τρέμοντας από το κρύο και η Ήρα πήρε το πουλί στο στήθος της για να το ζεστάνει. Τότε ο θεός έλαβε την πραγματική μορφή του και επιχείρησε να την κάνει δική του αλλά εκείνη ενέδωσε μόνο όταν της υποσχέθηκε γάμο.
Νεολιθική εποχή
Στην περιοχή της Καρύστου, τα πιο παλιά δείγματα ανθρώπινου πολιτισμού βρέθηκαν από την τελική νεολιθική περίοδο (4000-3000 π.Χ.) στο σπήλαιο της Αγίας Τριάδας που χρησίμευε πιθανώς ως καταφύγιο ή νεκροταφείο, ενώ στον παράκτιο λόφο υπήρχε οικισμός και βρέθηκαν όστρακα αγγείων της ύστερης νεολιθικής εποχής.
Εποχή του χαλκού
Ευρήματα της πρώιμης και μέσης εποχής του Χαλκού (3000-1600 π.Χ.) εντοπίστηκαν στη δυτική παραλία, το λόφο Πλακαρή και το Λιβαδάκι. Πιο συγκεκριμένα, στο Λιβαδάκι, που ήταν απάνεμος όρμος, εντοπίστηκαν εργαλεία από οψιανό.
Γεωμετρική & αρχαϊκή περίοδος
Ευρήματα της γεωμετρικής και αρχαϊκής περιόδου εντοπίστηκαν στο λόφο Πλακαρή και στη Ρηγιά με πιθάρια, υπολείμματα τείχων και κεραμίδια, ενώ στην κορυφή του λόφου Πλακαρή, αποκαλύφθηκε ιερό γεωμετρικής περιόδου.
Ακόμα, λίγο πιο βορειοδυτικά του λόφου Πλακαρή, στο λόφο Καραμπαμπά, εντοπίστηκε υπόλειμμα τοιχοποιίας, το οποίο μαρτυρά την ύπαρξη ιερού φτιαγμένο με πλάκα Καρύστου, ενώ κατά μήκος του φαραγγιού, στην περιοχή Αρχάμπολη, ξεπροβάλλουν τα ερείπια ενός οικισμού, τα οποία τοποθετούνται στην αρχαϊκή περίοδο.
Κλασική περίοδος
Οι Καρυστινοί το 490 π.Χ., πριν από την μάχη του Μαραθώνα, αρνήθηκαν να δώσουν στρατό στους Πέρσες οι οποίοι κατόπιν κατέστρεψαν τη Πόλη και στην συνέχεια προχώρησαν λίγο πιο βόρεια, κάνοντας το ίδιο στην Ερέτρια. Πριν από την ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 480 π.Χ., η Κάρυστος πέφτει εκ νέου στα χέρια των Περσών και πιο συγκεκριμένα στου Ξέρξη.
Μετά τη φυγή του Ξέρξη το 480 π.Χ., προκειμένου να τιμωρηθεί για το «μηδισμό» της, η Κάρυστος καταστράφηκε από τον αθηναϊκό στόλο του Θεμιστοκλή. Μεταξύ των ετών 475 και 465 π.Χ., μετά την κατάληψη της Σκύρου και την εκδίωξη των Δολόπων πειρατών, ο στόλος της Αθήνας υπό τον Κίμωνα πολιόρκησε την πόλη και την ανάγκασε να γίνει μέλος της συμμαχίας της.
Όταν ξέσπασε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος (431 π.Χ.) η Κάρυστος ήταν σύμμαχος της Αθήνας αλλά, όταν η Σπάρτη υπερίσχυσε βρέθηκε με το μέρος της, ενώ συμμαχούν εκ νέου με τους Αθηναίους το 394 π.Χ.
Ευρύτερα γνωστά αρχαία μνημεία είναι τα Δρακόσπιτα. Αποτελούν μία ομάδα εικοσιτριών λίθινων μνημειακών κατασκευών, τετράγωνης ή κυρίως ορθογώνιας κάτοψης και παραμένουν μέχρι σήμερα όχι απόλυτα ερμηνευμένα από τους ερευνητές.
Μυθολογία
H θεά Ήρα είναι στενά συνδεδεμένη με την Κάρυστο, κυρίως με την κορυφή του βουνού της Όχης. Η λέξη Όχη προέρχεται από το ρήμα οχεύω, που σημαίνει συνευρίσκομαι και παραπέμπει στη συνεύρεση του Δία και της Ήρας. Η Ήρα, η οποία είχε ανατραφεί στην Εύβοια από τη νύμφη Μάκρη, συνάντησε στις βουνοκορφές του νησιού και πιο συγκεκριμένα στην Όχη τον Δία και αυτός βάλθηκε να την κατακτήσει.
Για να της κινήσει το ενδιαφέρον, επειδή την είδε αυστηρή και σοβαρή, μεταμορφώθηκε σε κούκο και την πλησίασε τρέμοντας από το κρύο και η Ήρα πήρε το πουλί στο στήθος της για να το ζεστάνει. Τότε ο θεός έλαβε την πραγματική μορφή του και επιχείρησε να την κάνει δική του αλλά εκείνη ενέδωσε μόνο όταν της υποσχέθηκε γάμο.
Νεολιθική εποχή
Στην περιοχή της Καρύστου, τα πιο παλιά δείγματα ανθρώπινου πολιτισμού βρέθηκαν από την τελική νεολιθική περίοδο (4000-3000 π.Χ.) στο σπήλαιο της Αγίας Τριάδας που χρησίμευε πιθανώς ως καταφύγιο ή νεκροταφείο, ενώ στον παράκτιο λόφο υπήρχε οικισμός και βρέθηκαν όστρακα αγγείων της ύστερης νεολιθικής εποχής.
Εποχή του χαλκού
Ευρήματα της πρώιμης και μέσης εποχής του Χαλκού (3000-1600 π.Χ.) εντοπίστηκαν στη δυτική παραλία, το λόφο Πλακαρή και το Λιβαδάκι. Πιο συγκεκριμένα, στο Λιβαδάκι, που ήταν απάνεμος όρμος, εντοπίστηκαν εργαλεία από οψιανό.
Γεωμετρική & αρχαϊκή περίοδος
Ευρήματα της γεωμετρικής και αρχαϊκής περιόδου εντοπίστηκαν στο λόφο Πλακαρή και στη Ρηγιά με πιθάρια, υπολείμματα τείχων και κεραμίδια, ενώ στην κορυφή του λόφου Πλακαρή, αποκαλύφθηκε ιερό γεωμετρικής περιόδου.
Ακόμα, λίγο πιο βορειοδυτικά του λόφου Πλακαρή, στο λόφο Καραμπαμπά, εντοπίστηκε υπόλειμμα τοιχοποιίας, το οποίο μαρτυρά την ύπαρξη ιερού φτιαγμένο με πλάκα Καρύστου, ενώ κατά μήκος του φαραγγιού, στην περιοχή Αρχάμπολη, ξεπροβάλλουν τα ερείπια ενός οικισμού, τα οποία τοποθετούνται στην αρχαϊκή περίοδο.
Κλασική περίοδος
Οι Καρυστινοί το 490 π.Χ., πριν από την μάχη του Μαραθώνα, αρνήθηκαν να δώσουν στρατό στους Πέρσες οι οποίοι κατόπιν κατέστρεψαν τη Πόλη και στην συνέχεια προχώρησαν λίγο πιο βόρεια, κάνοντας το ίδιο στην Ερέτρια. Πριν από την ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 480 π.Χ., η Κάρυστος πέφτει εκ νέου στα χέρια των Περσών και πιο συγκεκριμένα στου Ξέρξη.
Μετά τη φυγή του Ξέρξη το 480 π.Χ., προκειμένου να τιμωρηθεί για το «μηδισμό» της, η Κάρυστος καταστράφηκε από τον αθηναϊκό στόλο του Θεμιστοκλή. Μεταξύ των ετών 475 και 465 π.Χ., μετά την κατάληψη της Σκύρου και την εκδίωξη των Δολόπων πειρατών, ο στόλος της Αθήνας υπό τον Κίμωνα πολιόρκησε την πόλη και την ανάγκασε να γίνει μέλος της συμμαχίας της.
Όταν ξέσπασε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος (431 π.Χ.) η Κάρυστος ήταν σύμμαχος της Αθήνας αλλά, όταν η Σπάρτη υπερίσχυσε βρέθηκε με το μέρος της, ενώ συμμαχούν εκ νέου με τους Αθηναίους το 394 π.Χ.
Ρωμαϊκή περίοδος
Το 338 π.Χ. καταλαμβάνεται όλη η Εύβοια από τους Μακεδόνες που νίκησαν τους συμμάχους στη Χαιρώνια και συνέχισε να βρίσκεται στη Μακεδονική επικυριαρχία μέχρι το 221 π.Χ. που πέθανε ο τελευταίος Μακεδόνας εξουσιαστής Αντίγονος ο Δωσών.
Στην Κάρυστο η Μακεδονική φρουρά διατηρήθηκε μέχρι το 198 π.Χ. οπότε οι Ρωμαίοι επί Φλαμινίνου κατέλαβαν την Ερέτρια και ακολούθως την Κάρυστο. Σε αυτή την περίοδο, η πόλη επεκτείνεται προς την περιοχή της Παλαιοχώρας, κάτω από το λόφο που βρίσκεται το Καστέλλο Ρόσσο.
Το ίδιο διάστημα βελτιώνεται σημαντικά και η οικονομική κατάσταση της πόλης και σε αυτό βοηθά, σημαντικά, η ανάπτυξη των λατομείων εξόρυξης μαρμάρου. Μάλιστα, το 100 π.Χ. η Κάρυστος κόβει χρυσό νόμισμα για πρώτη και τελευταία φορά στην ιστορία της. Την ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο, η πόλη γνωρίζει μεγάλη παρακμή, κυρίως λόγω των πειρατικών επιδρομών, ενώ εγκαταλείπονται και τα λατομεία.
Βυζαντινή περίοδος
Το 330 έπαψε η Κάρυστος να είναι υπό την Ρωμαϊκή κυριαρχία και υπήχθη στον Αυτοκράτορα Μεγάλο Κωνσταντίνο διοικούμενη από τη νέα Πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη και το ίδιο διάστημα διαδόθηκε στην περιοχή και ο Χριστιανισμός. Μάλιστα, το 458 λειτουργούσαν δύο Επισκοπές στην Καρυστία, της Καρύστου και της Αυλώνας. Ένα από τα σημαντικότερα σημεία της περιόδου είναι όταν, το 872, κυνηγοί από την περιοχή μετέφεραν τη Θεία Μετάληψη εις την Αγία Θεοκτίστη της Πάρου.
Επί Αυτοκρατορίας Ιουστινιανού η Κάρυστος συγκαταλέγεται μεταξύ των 79 πόλεων του θέματος Αχαΐας δηλαδή Ανατολικής Στερεάς & Ευβοίας - Κυκλάδων. Το εν λόγω χρονικό διάστημα, αναπτύσσονται δύο συνοικισμοί στους Αγίους Θεοδώρους και στο Χαρτζάνι και άλλοι δύο στα ανατολικά του κόλπου της Καρύστου, ενώ τον 12ο αιώνα χτίζεται ο βυζαντινός ναός του Αγίου Ταξιάρχη Καλυβίων.
Φραγκοκρατία & Ενετοκρατία
Το 1204, ο ένας από τους ηγέτες της Δ’ Σταυροφορίας, ο Βονιφάτιος ο Μονφερατικός, γίνεται κύριος όλης της Βαλκανικής και παραχωρεί την Ελλάδα σε ιππότες ως φέουδα. Η Εύβοια δόθηκε στον Ιάκωβο Αβέσνη, ο οποίος ανέθεσε τη διοίκηση της σε 3 ιππότες. Ένας εξ αυτών, ο Ραβανός Δαλεκάρτσερι, μετά την αποχώρηση του ενός και το θάνατο του άλλου έγινε κύριος όλου του νησιού. Πέθανε το 1216 και το νότιο τμήμα, δηλαδή την περιοχή της Καρύστου, το κληρονόμησε η σύζυγός του Ισαβέλλα με τις δύο κόρες Βέθρα και Γραπέλα ή Φελίζα. Από το 1216 μέχρι το 1250 τιμαριούχοι της Καρύστου ήταν κατά σειρά η Ισαβέλλα, μετά τον θάνατό της η Βέθρα και στη συνέχεια η Φελίζα.
Το 1216 ο Ενετός βαρόνος Δαλεκάρτσερι χτίζει πάνω στις βάσεις βυζαντινού κάστρου το Κόκκινο Κάστρο (Καστέλλο Ρόσσο) στο λόφο Μοντοφόλι. Η Κάρυστος εξακολουθεί να είναι ναυτιλιακός και εμπορικός σταθμός, καθώς και στρατηγικό σημείο για το πέρασμα των πλοίων στο βορειοανατολικό Αιγαίο.
Η περίοδος που ακολουθεί είναι ιδιαίτερα ταραχώδης με συνεχόμενες συγκρούσεις ανάμεσα στους Ιππότες για την εξουσία με αποτέλεσμα η περιοχή και ιδίως τα χωριά του Κάβο Ντόρο να έχουν αραιώσει ιδιαίτερα από πληθυσμό. Για το λόγο αυτό, η Βενετία με διακήρυξη καλούσε όσους θέλουν, να εγκατασταθούν στην περιοχή και θα τους παραχωρούσε κλήρο απαλλαγμένο από κάθε φόρο. Σκοπός της ήταν να προσελκύσει Αλβανούς εποίκους που κατέβαιναν τότε στην Ελλάδα για να στρατεύονται σε περίπτωση ανάγκης και ο εποικισμός των Αρβανιτών στην περιοχή έγινε από το 1402 έως το 1425. Στην συνέχεια, η Κάρυστος και τα χωριά της περιήλθαν στην κυριότητα του οίκου Τζώρτζη της Βενετίας μέχρι το 1470 που την κατέλαβαν οι Τούρκοι.
Το 338 π.Χ. καταλαμβάνεται όλη η Εύβοια από τους Μακεδόνες που νίκησαν τους συμμάχους στη Χαιρώνια και συνέχισε να βρίσκεται στη Μακεδονική επικυριαρχία μέχρι το 221 π.Χ. που πέθανε ο τελευταίος Μακεδόνας εξουσιαστής Αντίγονος ο Δωσών.
Στην Κάρυστο η Μακεδονική φρουρά διατηρήθηκε μέχρι το 198 π.Χ. οπότε οι Ρωμαίοι επί Φλαμινίνου κατέλαβαν την Ερέτρια και ακολούθως την Κάρυστο. Σε αυτή την περίοδο, η πόλη επεκτείνεται προς την περιοχή της Παλαιοχώρας, κάτω από το λόφο που βρίσκεται το Καστέλλο Ρόσσο.
Το ίδιο διάστημα βελτιώνεται σημαντικά και η οικονομική κατάσταση της πόλης και σε αυτό βοηθά, σημαντικά, η ανάπτυξη των λατομείων εξόρυξης μαρμάρου. Μάλιστα, το 100 π.Χ. η Κάρυστος κόβει χρυσό νόμισμα για πρώτη και τελευταία φορά στην ιστορία της. Την ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο, η πόλη γνωρίζει μεγάλη παρακμή, κυρίως λόγω των πειρατικών επιδρομών, ενώ εγκαταλείπονται και τα λατομεία.
Βυζαντινή περίοδος
Το 330 έπαψε η Κάρυστος να είναι υπό την Ρωμαϊκή κυριαρχία και υπήχθη στον Αυτοκράτορα Μεγάλο Κωνσταντίνο διοικούμενη από τη νέα Πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη και το ίδιο διάστημα διαδόθηκε στην περιοχή και ο Χριστιανισμός. Μάλιστα, το 458 λειτουργούσαν δύο Επισκοπές στην Καρυστία, της Καρύστου και της Αυλώνας. Ένα από τα σημαντικότερα σημεία της περιόδου είναι όταν, το 872, κυνηγοί από την περιοχή μετέφεραν τη Θεία Μετάληψη εις την Αγία Θεοκτίστη της Πάρου.
Επί Αυτοκρατορίας Ιουστινιανού η Κάρυστος συγκαταλέγεται μεταξύ των 79 πόλεων του θέματος Αχαΐας δηλαδή Ανατολικής Στερεάς & Ευβοίας - Κυκλάδων. Το εν λόγω χρονικό διάστημα, αναπτύσσονται δύο συνοικισμοί στους Αγίους Θεοδώρους και στο Χαρτζάνι και άλλοι δύο στα ανατολικά του κόλπου της Καρύστου, ενώ τον 12ο αιώνα χτίζεται ο βυζαντινός ναός του Αγίου Ταξιάρχη Καλυβίων.
Φραγκοκρατία & Ενετοκρατία
Το 1204, ο ένας από τους ηγέτες της Δ’ Σταυροφορίας, ο Βονιφάτιος ο Μονφερατικός, γίνεται κύριος όλης της Βαλκανικής και παραχωρεί την Ελλάδα σε ιππότες ως φέουδα. Η Εύβοια δόθηκε στον Ιάκωβο Αβέσνη, ο οποίος ανέθεσε τη διοίκηση της σε 3 ιππότες. Ένας εξ αυτών, ο Ραβανός Δαλεκάρτσερι, μετά την αποχώρηση του ενός και το θάνατο του άλλου έγινε κύριος όλου του νησιού. Πέθανε το 1216 και το νότιο τμήμα, δηλαδή την περιοχή της Καρύστου, το κληρονόμησε η σύζυγός του Ισαβέλλα με τις δύο κόρες Βέθρα και Γραπέλα ή Φελίζα. Από το 1216 μέχρι το 1250 τιμαριούχοι της Καρύστου ήταν κατά σειρά η Ισαβέλλα, μετά τον θάνατό της η Βέθρα και στη συνέχεια η Φελίζα.
Το 1216 ο Ενετός βαρόνος Δαλεκάρτσερι χτίζει πάνω στις βάσεις βυζαντινού κάστρου το Κόκκινο Κάστρο (Καστέλλο Ρόσσο) στο λόφο Μοντοφόλι. Η Κάρυστος εξακολουθεί να είναι ναυτιλιακός και εμπορικός σταθμός, καθώς και στρατηγικό σημείο για το πέρασμα των πλοίων στο βορειοανατολικό Αιγαίο.
Η περίοδος που ακολουθεί είναι ιδιαίτερα ταραχώδης με συνεχόμενες συγκρούσεις ανάμεσα στους Ιππότες για την εξουσία με αποτέλεσμα η περιοχή και ιδίως τα χωριά του Κάβο Ντόρο να έχουν αραιώσει ιδιαίτερα από πληθυσμό. Για το λόγο αυτό, η Βενετία με διακήρυξη καλούσε όσους θέλουν, να εγκατασταθούν στην περιοχή και θα τους παραχωρούσε κλήρο απαλλαγμένο από κάθε φόρο. Σκοπός της ήταν να προσελκύσει Αλβανούς εποίκους που κατέβαιναν τότε στην Ελλάδα για να στρατεύονται σε περίπτωση ανάγκης και ο εποικισμός των Αρβανιτών στην περιοχή έγινε από το 1402 έως το 1425. Στην συνέχεια, η Κάρυστος και τα χωριά της περιήλθαν στην κυριότητα του οίκου Τζώρτζη της Βενετίας μέχρι το 1470 που την κατέλαβαν οι Τούρκοι.
Τουρκοκρατία
Τον Ιούνιο του 1470 ξεκίνησε ο Τουρκικός στόλος από την Πόλη με ισχυρό στρατό δια ξηράς για να κυριεύσουν την Εύβοια. Στις αρχές Ιουλίου τελικά κατάφεραν να καταλάβουν την Χαλκίδα και μέσα στον ίδιο μήνα κατέλαβαν και την Κάρυστο.
Στην διάρκεια της Τουρκοκρατίας, ο οικισμός της Παλαιοχώρας εγκαταλείπεται και η οχυρωμένη πόλη χτίστηκε κάτω από την προστασία των τοίχων του Καστέλλο Ρόσσο. Η περίοδος ήταν ιδιαίτερα σκληρή για την Καρυστία, καθώς οι κάτοικοι υπέφεραν από το θεσμό της δουλείας και την άγρια φορολογία, ενώ μόνο διέξοδο και στήριγμα είχαν την πίστη τους.
Η Ελληνική επανάσταση
Ο ξεσηκωμός του 1821 βρήκε την Εύβοια και ιδιαίτερα την Κάρυστο κάτω από τον αβάσταχτο τουρκικό ζυγό του Ομέρ Μπέη. Τα περισσότερα χτήματα της περιοχής άνηκαν σε αυτόν και στους Τούρκους αξιωματούχους, ενώ οι Χριστιανοί κάτοικοι είχαν φύγει στα γύρω νησιά του Αιγαίου και στην Αίγινα.
Την Άνοιξη του 1821, πριν και μετά την κήρυξη της επανάστασης ο Ομέρ κινείτο μεταξύ Χαλκίδας και Καρύστου και αγωνίζονταν για την καταστολή της εξέγερσης. Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο έγιναν οι πρώτες επαναστατικές κινήσεις στη βόρεια Καρυστία για να ακολουθήσει ο ξεσηκωμός τον Αύγουστο στην περιοχή Καρύστου με την αποτυχημένη εκστρατεία του επίσκοπου Νεόφυτου στα Στύρα.
Η δεύτερη προσπάθεια γίνεται τον Φεβρουάριο του 1822 με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και η τρίτη απόπειρα έγινε τον Μάρτη του 1824. Ο Κριεζώτης έφθασε στη Βρύση του Μπέη με 800 άνδρες και από εκεί κατεβαίνει και φτιάχνει οχυρά στο Λυκόρεμα, όπου και αγκυροβόλησαν 7 Ψαριανά πλοία για κάθε βοήθεια. Η τέταρτη απόπειρα έγινε τον Μάρτιο του 1826 από τον Γάλλο Φιλέλληνα Συνταγματάρχη Φαβιέρο.
Έτσι, παρά το γεγονός ότι η Εύβοια πλήρωσε ακριβό φόρο αίματος με συνεχείς συγκρούσεις με τους Τούρκους, έμελλε - τελικά- να απελευθερωθεί με διπλωματικές διαπραγματεύσεις και πιο συγκεκριμένα με το πρωτόκολλο του Λονδίνου της 3-2-1830 όπου στο νέο Κράτος περιλήφθηκε και η Εύβοια. Εντούτοις, παρουσιάστηκαν εμπόδια για την αποζημίωση του τούρκικων περιουσιών και έτσι δόθηκε διορία για να φύγουν οι Τούρκοι μέχρι το τέλος του 1832 που παρατάθηκε μέχρι τον Μάρτιο του 1833.
Τα χρόνια μετά την Επανάσταση
Η παράδοση της Καρύστου στον κυβερνητικό αντιπρόσωπο έγινε στις 9 Απριλίου 1833 και στις 15 Απριλίου ορκίστηκε η Δημογεροντία Καρύστου που ψήφισε ο λαός. Η Κάρυστος έχει πολλή καλή ρυμοτομία με ευρείς δρόμους και πλατείες που έγιναν βάσει σχεδίου και κατόπιν παραγγελίας του Όθωνα από τον Βαυαρό μηχανικό Μίρμπαχ. Το 1848 μεταφέρεται η πρωτεύουσα από τους Μύλους στο νέο οικισμό που πήρε στο μεταξύ το όνομα Οθωνούπολις, προς τιμή του Όθωνα, αλλά το 1863 μετονομάζεται η Οθωνούπολις σε Κάρυστο.
Τα νεότερα χρόνια
Το κύριο χαρακτηριστικό της περιοχής ως πριν λίγα χρόνια, ήταν η έλλειψη εκσυγχρονισμού μιας και τόσο η έλλειψη ηλεκτρισμού, όσο και το κακό και απαρχαιωμένο οδικό δίκτυο αναγκάζουν την περιοχή να επικοινωνεί με τον έξω κόσμο δια θαλάσσης και αυτό, μόνο όταν ο καιρός το επέτρεπε.
Αποτέλεσμα είναι να αργήσει σημαντικά η τουριστική ανάπτυξη στην περιοχή και οι κάτοικοι να ζουν από την κτηνοτροφία και τα σχολεία κλείνουν από έλλειψη μαθητών. Λόγω των δυσκολιών διαβίωσης, πολλοί κάτοικοι μεταναστεύουν στις μεγάλες πόλεις. Στα τέλη του αιώνα, η δημιουργία δρόμων βελτιώνεται η πρόσβαση σε όλη την περιοχή, ενώ επεκτείνονται και τα λατομεία της Καρύστου.
Τα τελευταία χρόνια, οι εξοχικές κατοικίες έχουν αυξηθεί ιδιαίτερα και η Κάρυστος, με την σύνδεση της με Ραφήνα και Αγία Μαρίνα, αποτελεί σημαντικό τουριστικό θέρετρο της περιοχής.
Τον Ιούνιο του 1470 ξεκίνησε ο Τουρκικός στόλος από την Πόλη με ισχυρό στρατό δια ξηράς για να κυριεύσουν την Εύβοια. Στις αρχές Ιουλίου τελικά κατάφεραν να καταλάβουν την Χαλκίδα και μέσα στον ίδιο μήνα κατέλαβαν και την Κάρυστο.
Στην διάρκεια της Τουρκοκρατίας, ο οικισμός της Παλαιοχώρας εγκαταλείπεται και η οχυρωμένη πόλη χτίστηκε κάτω από την προστασία των τοίχων του Καστέλλο Ρόσσο. Η περίοδος ήταν ιδιαίτερα σκληρή για την Καρυστία, καθώς οι κάτοικοι υπέφεραν από το θεσμό της δουλείας και την άγρια φορολογία, ενώ μόνο διέξοδο και στήριγμα είχαν την πίστη τους.
Η Ελληνική επανάσταση
Ο ξεσηκωμός του 1821 βρήκε την Εύβοια και ιδιαίτερα την Κάρυστο κάτω από τον αβάσταχτο τουρκικό ζυγό του Ομέρ Μπέη. Τα περισσότερα χτήματα της περιοχής άνηκαν σε αυτόν και στους Τούρκους αξιωματούχους, ενώ οι Χριστιανοί κάτοικοι είχαν φύγει στα γύρω νησιά του Αιγαίου και στην Αίγινα.
Την Άνοιξη του 1821, πριν και μετά την κήρυξη της επανάστασης ο Ομέρ κινείτο μεταξύ Χαλκίδας και Καρύστου και αγωνίζονταν για την καταστολή της εξέγερσης. Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο έγιναν οι πρώτες επαναστατικές κινήσεις στη βόρεια Καρυστία για να ακολουθήσει ο ξεσηκωμός τον Αύγουστο στην περιοχή Καρύστου με την αποτυχημένη εκστρατεία του επίσκοπου Νεόφυτου στα Στύρα.
Η δεύτερη προσπάθεια γίνεται τον Φεβρουάριο του 1822 με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και η τρίτη απόπειρα έγινε τον Μάρτη του 1824. Ο Κριεζώτης έφθασε στη Βρύση του Μπέη με 800 άνδρες και από εκεί κατεβαίνει και φτιάχνει οχυρά στο Λυκόρεμα, όπου και αγκυροβόλησαν 7 Ψαριανά πλοία για κάθε βοήθεια. Η τέταρτη απόπειρα έγινε τον Μάρτιο του 1826 από τον Γάλλο Φιλέλληνα Συνταγματάρχη Φαβιέρο.
Έτσι, παρά το γεγονός ότι η Εύβοια πλήρωσε ακριβό φόρο αίματος με συνεχείς συγκρούσεις με τους Τούρκους, έμελλε - τελικά- να απελευθερωθεί με διπλωματικές διαπραγματεύσεις και πιο συγκεκριμένα με το πρωτόκολλο του Λονδίνου της 3-2-1830 όπου στο νέο Κράτος περιλήφθηκε και η Εύβοια. Εντούτοις, παρουσιάστηκαν εμπόδια για την αποζημίωση του τούρκικων περιουσιών και έτσι δόθηκε διορία για να φύγουν οι Τούρκοι μέχρι το τέλος του 1832 που παρατάθηκε μέχρι τον Μάρτιο του 1833.
Τα χρόνια μετά την Επανάσταση
Η παράδοση της Καρύστου στον κυβερνητικό αντιπρόσωπο έγινε στις 9 Απριλίου 1833 και στις 15 Απριλίου ορκίστηκε η Δημογεροντία Καρύστου που ψήφισε ο λαός. Η Κάρυστος έχει πολλή καλή ρυμοτομία με ευρείς δρόμους και πλατείες που έγιναν βάσει σχεδίου και κατόπιν παραγγελίας του Όθωνα από τον Βαυαρό μηχανικό Μίρμπαχ. Το 1848 μεταφέρεται η πρωτεύουσα από τους Μύλους στο νέο οικισμό που πήρε στο μεταξύ το όνομα Οθωνούπολις, προς τιμή του Όθωνα, αλλά το 1863 μετονομάζεται η Οθωνούπολις σε Κάρυστο.
Τα νεότερα χρόνια
Το κύριο χαρακτηριστικό της περιοχής ως πριν λίγα χρόνια, ήταν η έλλειψη εκσυγχρονισμού μιας και τόσο η έλλειψη ηλεκτρισμού, όσο και το κακό και απαρχαιωμένο οδικό δίκτυο αναγκάζουν την περιοχή να επικοινωνεί με τον έξω κόσμο δια θαλάσσης και αυτό, μόνο όταν ο καιρός το επέτρεπε.
Αποτέλεσμα είναι να αργήσει σημαντικά η τουριστική ανάπτυξη στην περιοχή και οι κάτοικοι να ζουν από την κτηνοτροφία και τα σχολεία κλείνουν από έλλειψη μαθητών. Λόγω των δυσκολιών διαβίωσης, πολλοί κάτοικοι μεταναστεύουν στις μεγάλες πόλεις. Στα τέλη του αιώνα, η δημιουργία δρόμων βελτιώνεται η πρόσβαση σε όλη την περιοχή, ενώ επεκτείνονται και τα λατομεία της Καρύστου.
Τα τελευταία χρόνια, οι εξοχικές κατοικίες έχουν αυξηθεί ιδιαίτερα και η Κάρυστος, με την σύνδεση της με Ραφήνα και Αγία Μαρίνα, αποτελεί σημαντικό τουριστικό θέρετρο της περιοχής.