του δημοσιογράφουΒαγγέλη Σπυράκη
Μια πόλη που "βρέχεται" από τη θάλασσα των Αργοναυτών και προστατεύεται από το πανέμορφο μαγικό βουνό των Κενταύρων, με τα χωριά του!
Πόλη εμπορική, με βιομηχανικό παρελθόν και σπουδαίο λιμάνι, πατρίδα του Μουντζούρη, πατάει με το ένα πόδι στον Παγασητικό και με το άλλο στην ηπειρωτική Ελλάδα, κοιτάζει με το ένα μάτι στο παρελθόν και με το άλλο στο μέλλον. Η παραλία του είναι φανταστική - το αστικό κομμάτι είναι και ωραίο, και άσχημο.
Δεν σε κερδίζει, πάντως, λόγω κάλλους, σίγουρα όχι λόγω ομοιομορφίας, αλλά για μια άναρχη συλλογή από διαμαντάκια -το ένα εδώ, το άλλο παραπέρα- που έχει δημιουργηθεί με τα χρόνια, μια σειρά από μέρη που εκπροσωπούν όλες (και είναι αρκετές) τις τάσεις που περικλείει αυτή η ωραία, μες στις αντιφάσεις της, πόλη.
Τι να πει κανείς για τα τσιπουράδικα; εκεί όπου η παλιά γενιά με την μαεστρία της μαγειρικής με ''άρωμα από την πόλη'', συναντάει και μυεί τους νέους. Εδικά στη Νέα Ιωνία, την προσφυγική περιοχή του Βόλου, θα βρείτε τα περισσότερα! Μία από τις συνοικίες που ακούγονται αρκετά στον Βόλο είναι τα Παλιά, στα οποία θα δείτε αρκετά μαγαζάκια που μπορεί να σας κινήσουν το ενδιαφέρον.
Δεν σε κερδίζει, πάντως, λόγω κάλλους, σίγουρα όχι λόγω ομοιομορφίας, αλλά για μια άναρχη συλλογή από διαμαντάκια -το ένα εδώ, το άλλο παραπέρα- που έχει δημιουργηθεί με τα χρόνια, μια σειρά από μέρη που εκπροσωπούν όλες (και είναι αρκετές) τις τάσεις που περικλείει αυτή η ωραία, μες στις αντιφάσεις της, πόλη.
Τι να πει κανείς για τα τσιπουράδικα; εκεί όπου η παλιά γενιά με την μαεστρία της μαγειρικής με ''άρωμα από την πόλη'', συναντάει και μυεί τους νέους. Εδικά στη Νέα Ιωνία, την προσφυγική περιοχή του Βόλου, θα βρείτε τα περισσότερα! Μία από τις συνοικίες που ακούγονται αρκετά στον Βόλο είναι τα Παλιά, στα οποία θα δείτε αρκετά μαγαζάκια που μπορεί να σας κινήσουν το ενδιαφέρον.
Ανάμεσα στα άλλα θα βρείτε και το Μπριζολάδικο, ένα κρεατοστέκι με μοντέρνα και ευχάριστη όψη, στο οποίο δυστυχώς δεν καταφέραμε να μιλήσουμε με κανέναν όταν μπήκαμε μέσα, καθώς γινόταν ο απόλυτος χαμός!
Βόλος και Κολωνάκι μάς κάνουν «Βολωνάκι». Ετσι ονομάζεται η πιάτσα των Κονταράτου και Κουμουνδούρου, κοντά στον Αγιο Νικόλαο, που είναι γεμάτη μαγαζιά. Σε όσους αρέσει το περπάτημα, αλλά και η ετερόκλητη αρχιτεκτονική μίας πόλης με πολλά πρόσωπα, θα συναντήσει στο διάβα του πολλά και ενδιαφέροντα κτήρια.
Αν διασχίσει κανείς τον Βόλο, ανάμεσα σε πολυκατοικίες ή μονοκατοικίες που δεν έχουν ιδιαίτερο χαρακτήρα, θα εντοπίσει και ορισμένα κτίρια ξεχωριστά, όμορφα ή εκκεντρικά, πάντως σίγουρα διαφορετικά από τον μέσο όρο. Πρώτο και πιο χαρακτηριστικό είναι το κτίριο του Σιδηροδρομικού Σταθμού Βόλου, ένα απίστευτο -για τα δεδομένα ελληνικής επαρχιακής πόλης- κτίσμα με μουσταρδί πρόσοψη, τριγωνική σκεπή και λεπτομέρειες σαν πράσινη δαντέλα, που χτίστηκε το 1882 σε σχέδια του Εβαρίστο Ντε Κίρικο (πατέρα του Τζόρτζιο).
Λίγο πιο ανατολικά βρίσκεται ένα σκούρο λευκό (ή ανοιχτό γκρι) ψηλό κτίσμα, γραμμικό στο κάτω μέρος, καμπυλωτό και με διαφάνειες στο πάνω. Το διατηρητέο της Τράπεζας Αθηνών, το αναπαλαιωμένο κτίριο του 1925, σήμερα στεγάζει την Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (Μεταμορφώσεως 2). Ακριβώς δίπλα θα δείτε το Δημοτικό Ωδείο Βόλου, ένα νεοκλασικό του 19ου αιώνα, το οποίο χτίστηκε για να φιλοξενήσει την Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας (και αργότερα την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος).
Μετά τους σεισμούς της δεκαετίας του ’50 (που αφαίρεσαν από τον Βόλο αμέτρητες αρχιτεκτονικές ομορφιές) κατεδαφίστηκε ο πρώτος όροφος, ενώ το κτίριο αναστηλώθηκε τη δεκαετία του ’80. Το στραφταλιστό κτίριο δίπλα στο Δημοτικό Ωδείο είναι το Κέντρο Τέχνης Τζόρτζιο Ντε Κίρικο, ενώ σε πολύ κοντινή απόσταση βρίσκεται και το γλυκό κτίριο της Συναγωγής (Ξενοφώντος, Πλάτωνος, Μωυσέως).
Το κουρασμένο και όμως γοητευτικό κτίριο της... κατάληψης Ματσάγγου (Π. Μελά και Ερμού), παλιότερα του καπνοβιομήχανου Ματσάγγου, κουβαλάει την αρχιτεκτονική χάρη άλλων εποχών, ενώ προς παραλία μεριά βρίσκεται το κινηματοθέατρο Αχίλλειο (Κουμουνδούρου και Ιάσονος), έργο του Βολιώτη αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Αργύρη, που έχει περάσει στη σφαίρα του κλασικού, καθώς εγκαινιάστηκε πριν από ακριβώς 89 χρόνια (15 Νοεμβρίου 1925).
Βόλος και Κολωνάκι μάς κάνουν «Βολωνάκι». Ετσι ονομάζεται η πιάτσα των Κονταράτου και Κουμουνδούρου, κοντά στον Αγιο Νικόλαο, που είναι γεμάτη μαγαζιά. Σε όσους αρέσει το περπάτημα, αλλά και η ετερόκλητη αρχιτεκτονική μίας πόλης με πολλά πρόσωπα, θα συναντήσει στο διάβα του πολλά και ενδιαφέροντα κτήρια.
Αν διασχίσει κανείς τον Βόλο, ανάμεσα σε πολυκατοικίες ή μονοκατοικίες που δεν έχουν ιδιαίτερο χαρακτήρα, θα εντοπίσει και ορισμένα κτίρια ξεχωριστά, όμορφα ή εκκεντρικά, πάντως σίγουρα διαφορετικά από τον μέσο όρο. Πρώτο και πιο χαρακτηριστικό είναι το κτίριο του Σιδηροδρομικού Σταθμού Βόλου, ένα απίστευτο -για τα δεδομένα ελληνικής επαρχιακής πόλης- κτίσμα με μουσταρδί πρόσοψη, τριγωνική σκεπή και λεπτομέρειες σαν πράσινη δαντέλα, που χτίστηκε το 1882 σε σχέδια του Εβαρίστο Ντε Κίρικο (πατέρα του Τζόρτζιο).
Λίγο πιο ανατολικά βρίσκεται ένα σκούρο λευκό (ή ανοιχτό γκρι) ψηλό κτίσμα, γραμμικό στο κάτω μέρος, καμπυλωτό και με διαφάνειες στο πάνω. Το διατηρητέο της Τράπεζας Αθηνών, το αναπαλαιωμένο κτίριο του 1925, σήμερα στεγάζει την Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (Μεταμορφώσεως 2). Ακριβώς δίπλα θα δείτε το Δημοτικό Ωδείο Βόλου, ένα νεοκλασικό του 19ου αιώνα, το οποίο χτίστηκε για να φιλοξενήσει την Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας (και αργότερα την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος).
Μετά τους σεισμούς της δεκαετίας του ’50 (που αφαίρεσαν από τον Βόλο αμέτρητες αρχιτεκτονικές ομορφιές) κατεδαφίστηκε ο πρώτος όροφος, ενώ το κτίριο αναστηλώθηκε τη δεκαετία του ’80. Το στραφταλιστό κτίριο δίπλα στο Δημοτικό Ωδείο είναι το Κέντρο Τέχνης Τζόρτζιο Ντε Κίρικο, ενώ σε πολύ κοντινή απόσταση βρίσκεται και το γλυκό κτίριο της Συναγωγής (Ξενοφώντος, Πλάτωνος, Μωυσέως).
Το κουρασμένο και όμως γοητευτικό κτίριο της... κατάληψης Ματσάγγου (Π. Μελά και Ερμού), παλιότερα του καπνοβιομήχανου Ματσάγγου, κουβαλάει την αρχιτεκτονική χάρη άλλων εποχών, ενώ προς παραλία μεριά βρίσκεται το κινηματοθέατρο Αχίλλειο (Κουμουνδούρου και Ιάσονος), έργο του Βολιώτη αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Αργύρη, που έχει περάσει στη σφαίρα του κλασικού, καθώς εγκαινιάστηκε πριν από ακριβώς 89 χρόνια (15 Νοεμβρίου 1925).
Τα χωριά του Βόλου
Η περιήγηση στα γραφικά χωριά του Πηλίου αποτελεί μια μοναδική εμπειρία που κάθε λάτρης των ταξιδιών αξίζει να ζήσει.
Το Πήλιο, το μυθικό βουνό των Κενταύρων, είναι συνδεδεμένο με πολλές μυθολογικές αφηγήσεις και προικισμένο με απαράμιλλες φυσικές ομορφιές. Αποτελεί ιδανικό ταξιδιωτικό προορισμό καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, για όσους επιθυμούν να ζήσουν για λίγο κοντά στη φύση, να νιώσουν τους προαιώνιους θρύλους να αναβιώνουν και να εξερευνήσουν τον επίγειο παράδεισο που διάλεξαν οι Κένταυροι για να στεγάσουν τον μύθο τους…
Επόμενος σταθμός είναι η Μακρινίτσα. Το φημισμένο κεφαλοχώρι, το «Μπαλκόνι του Πηλίου» Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, όταν την επισκέφθηκε, το 1934, την ονόμασε «μπαλκόνι του Πηλίου», και όχι άδικα αφού φημίζεται για την εξαιρετική θέα που προσφέρει προς την πόλη του Βόλου και τον Παγασητικό κόλπο.
Η Μακρυνίτσα είναι χτισμένη σε υψόμετρο από 300 μ. μέχρι 850 μ. Πλησιάζοντας από το Βόλο και 3 χλμ. πριν φτάσουμε, έχουμε μπροστά μας τη θέα ολόκληρου του χωριού. Χτίστηκε το 1204, όπως ενημερώνει μία πινακίδα λίγο πριν την κεντρική πλατεία. Το χωριό ξεχωρίζει για την αρχιτεκτονική του φυσιογνωμία, τα καλοδιατηρημένα και αναστηλωμένα αρχοντικά του, τα γραφικά και αριστοτεχνικά καλντερίμια του και το καταπράσινο τοπίο με τα πλατάνια, τις καστανιές, τις καρυδιές και τις οξιές.
Η Τσαγκαράδα είναι ένα από τα πιο γνωστά χωριά του Πηλίου. Για πολλούς θεωρείται και το πιο όμορφο. Αξίζει να αναφέρουμε ότι το όνομα Τσαγκαράδα στα σλαβικά σημαίνει «όμορφη θέα». Βρίσκεται στις βορειοανατολικές πλευρές του βουνού και είναι κτισμένο σε υψόμετρο 500 μ. κι εδώ η παραδοσιακή αρχιτεκτονική κερδίζει τις εντυπώσεις.
Για τους λάτρεις της ηρεμίας. Το Νεοχώρι, είναι ένα καταπράσινο χωριό, άγνωστο στους πολλούς αλλά γνωστό στους εκλεκτικούς και λάτρες του. Το χωριό παρέμεινε αναλλοίωτο από παρεμβάσεις και ο τουρισμός σε αυτό τον τόπο είναι ήπιας μορφής. Το Νεοχώρι είναι τόπος ανοιχτός με πολύ Ήλιο και γρήγορες προσβάσεις στις παραλίες της περιοχής. Η περιοχή προσφέρεται για όλες της μορφές εναλλακτικού τουρισμού, και προσφέρει ότι χρειάζεται ο επισκέπτης για μια άνετη παραμονή. Στο τόπο αυτό μπορεί να νιώσει κάποιος πως είναι δικός του τόπος κι όχι ξένος.
Τα λιθόστρωτα καλντερίμια του οι πέτρινες βρύσες, οι εκκλησιές και τα ξωκλήσια του η πανέμορφη πανοραμική πλατεία με τα εκπληκτικά ηλιοβασιλέματα, ή τις πανέμορφες νύχτες φεγγαράδας, με παρέα και με υπέροχους μεζέδες, με τσίπουρο και κρασί, σε μοναδικές ώρες χαλάρωσης και ξεκούρασης.
Πανέμορφα τα ταβερνάκια με εξαιρετική κουζίνα και λογικές τιμές. Μια από αυτές το «Κι όπου το πει», εκεί όπου ο Γιώργιος Μήλιας θα σας υποδεχθεί με τσίπουρα κάτω από τον καταπράσινο πλάτανο και σύντομα θα γίνεται όλοι μια παρέα, συντροφία με καλή μουσική και άφθονους μεζέδες!
Αν όλα τα παραπάνω δεν σας έπεισαν... τότε μια βόλτα στο Βόλο και τα χωριά του θα σας αλλάξουν γνώμη.
Η περιήγηση στα γραφικά χωριά του Πηλίου αποτελεί μια μοναδική εμπειρία που κάθε λάτρης των ταξιδιών αξίζει να ζήσει.
Το Πήλιο, το μυθικό βουνό των Κενταύρων, είναι συνδεδεμένο με πολλές μυθολογικές αφηγήσεις και προικισμένο με απαράμιλλες φυσικές ομορφιές. Αποτελεί ιδανικό ταξιδιωτικό προορισμό καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, για όσους επιθυμούν να ζήσουν για λίγο κοντά στη φύση, να νιώσουν τους προαιώνιους θρύλους να αναβιώνουν και να εξερευνήσουν τον επίγειο παράδεισο που διάλεξαν οι Κένταυροι για να στεγάσουν τον μύθο τους…
Επόμενος σταθμός είναι η Μακρινίτσα. Το φημισμένο κεφαλοχώρι, το «Μπαλκόνι του Πηλίου» Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, όταν την επισκέφθηκε, το 1934, την ονόμασε «μπαλκόνι του Πηλίου», και όχι άδικα αφού φημίζεται για την εξαιρετική θέα που προσφέρει προς την πόλη του Βόλου και τον Παγασητικό κόλπο.
Η Μακρυνίτσα είναι χτισμένη σε υψόμετρο από 300 μ. μέχρι 850 μ. Πλησιάζοντας από το Βόλο και 3 χλμ. πριν φτάσουμε, έχουμε μπροστά μας τη θέα ολόκληρου του χωριού. Χτίστηκε το 1204, όπως ενημερώνει μία πινακίδα λίγο πριν την κεντρική πλατεία. Το χωριό ξεχωρίζει για την αρχιτεκτονική του φυσιογνωμία, τα καλοδιατηρημένα και αναστηλωμένα αρχοντικά του, τα γραφικά και αριστοτεχνικά καλντερίμια του και το καταπράσινο τοπίο με τα πλατάνια, τις καστανιές, τις καρυδιές και τις οξιές.
Η Τσαγκαράδα είναι ένα από τα πιο γνωστά χωριά του Πηλίου. Για πολλούς θεωρείται και το πιο όμορφο. Αξίζει να αναφέρουμε ότι το όνομα Τσαγκαράδα στα σλαβικά σημαίνει «όμορφη θέα». Βρίσκεται στις βορειοανατολικές πλευρές του βουνού και είναι κτισμένο σε υψόμετρο 500 μ. κι εδώ η παραδοσιακή αρχιτεκτονική κερδίζει τις εντυπώσεις.
Για τους λάτρεις της ηρεμίας. Το Νεοχώρι, είναι ένα καταπράσινο χωριό, άγνωστο στους πολλούς αλλά γνωστό στους εκλεκτικούς και λάτρες του. Το χωριό παρέμεινε αναλλοίωτο από παρεμβάσεις και ο τουρισμός σε αυτό τον τόπο είναι ήπιας μορφής. Το Νεοχώρι είναι τόπος ανοιχτός με πολύ Ήλιο και γρήγορες προσβάσεις στις παραλίες της περιοχής. Η περιοχή προσφέρεται για όλες της μορφές εναλλακτικού τουρισμού, και προσφέρει ότι χρειάζεται ο επισκέπτης για μια άνετη παραμονή. Στο τόπο αυτό μπορεί να νιώσει κάποιος πως είναι δικός του τόπος κι όχι ξένος.
Τα λιθόστρωτα καλντερίμια του οι πέτρινες βρύσες, οι εκκλησιές και τα ξωκλήσια του η πανέμορφη πανοραμική πλατεία με τα εκπληκτικά ηλιοβασιλέματα, ή τις πανέμορφες νύχτες φεγγαράδας, με παρέα και με υπέροχους μεζέδες, με τσίπουρο και κρασί, σε μοναδικές ώρες χαλάρωσης και ξεκούρασης.
Πανέμορφα τα ταβερνάκια με εξαιρετική κουζίνα και λογικές τιμές. Μια από αυτές το «Κι όπου το πει», εκεί όπου ο Γιώργιος Μήλιας θα σας υποδεχθεί με τσίπουρα κάτω από τον καταπράσινο πλάτανο και σύντομα θα γίνεται όλοι μια παρέα, συντροφία με καλή μουσική και άφθονους μεζέδες!
Αν όλα τα παραπάνω δεν σας έπεισαν... τότε μια βόλτα στο Βόλο και τα χωριά του θα σας αλλάξουν γνώμη.