της αρθρογράφουΑλεξίας Φεσσά
Ο σημαντικότερος τουριστικός πόλος έλξης στη Σπάρτη, η καστροπολιτεία του Μεσαιωνικού οικισμού του Μυστρά έχει σπουδαία ιστορική παράδοση και απαράμιλλη φυσική ομορφιά. Ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να δει μυστηριακή γοητεία που ασκεί ο Μυστράς, τα απομεινάρια προηγούμενων εποχών που αποτελεί ένα αλησμόνητο ταξίδι στην ιστορία!
Το κάστρο
Δεν βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση με την πόλη του Μυστρά. Μεσολαβεί ανηφορικός δρόμος χωρίς την ανάπτυξη οικισμού εκατέρωθεν. Το κάστρο του Βιλλεαρδουίνου έχει διατηρήσει την ακραιφνώς φράγκικη μορφή του. Ο εξωτερικός περίβολος του διπλού τείχους εξασφάλιζε τη στέγαση των εγκαταστάσεων του στρατού που το υπερασπιζόταν, ενώ στο εσωτερικό τείχος είναι συγκεντρωμένα η κατοικία και τα παρεκκλήσια του πρίγκιπα ή του βυζαντινού τοπάρχη (κεφαλής ή επιμελητή) και η διοικητική δομή του κάστρου. Η σημερινή μορφή του κάστρου είναι προϊόν διαδοχικών φάσεων: της αρχικής του Βιλλεαρδουίνου και, στη συνέχεια, των εργασιών που έγιναν στα χρόνια των Βυζαντινών και των Οθωμανών. Είναι μακρόστενο και εκτείνεται σε μήκος 170 μ. Περικλείει ένα πλάτωμα και έχει δύο περιβόλους που ακολουθούν την κλίση του εδάφους: τον εξωτερικό, με τον κυκλικό πύργο του βιγλάτορα, και τον εσωτερικό, με την κατοικία του διοικητή και μια δεύτερη σημαντική βίγλα. Από τον πύργο του βιγλάτορα ελέγχεται ο Ταΰγετος και όλη η κοιλάδα, ενώ από τη βίγλα του εσωτερικού περιβόλου ελέγχονται οι δυτικές του πλαγιές, απ’ όπου έρχονταν οι Μηλιγγοί. Προς τον Ταΰγετο η νοτιοανατολική πλευρά του βουνού είναι απρόσιτη. Η θέα στην κοιλάδα του Ευρώτα από το κάστρο είναι εντυπωσιακή.
Μητρόπολη
Αποτελεί τον παλαιότερο ναό του Μυστρά. Είναι αφιερωμένος στον Αγ. Δημήτριο και ήταν Μητρόπολη της Καστροπολιτείας και έδρα του Μητροπολίτη Λακεδαιμονίας έως τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση απο τους Τούρκους. Κτίστηκε γύρω στο 1270, ανακαινίστηκε λίγο αργότερα και έλαβε την τελική του μορφή στις αρχές του 15ου αιώνα. Η εκκλησία ανήκει στο «μικτό τύπο του Μυστρά», καθώς συνδυάζει τον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής στο ισόγειο με τον πεντάτρουλο σταυροειδή εγγεγραμμένο στο υπερώο. Ιδιαίτερα αξιόλογο είναι το τέμπλο και ο γλυπτός διάκοσμος, ενώ αξίζει να αναφερθεί η πλάκα με το δικέφαλο αετό στο δάπεδο κάτω από τον τρούλο. Οι τοιχογραφίες χρονολογούνται από τον 13ο έως και τον 15ο αιώνα και ανήκουν στην περίφημη «Μακεδονική Σχολή» ζωγραφικής. Στη Μητρόπολη στέφθηκε αυτοκράτορας του Βυζαντίου το 1449 ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος. Δίπλα στο ναό εκτείνονται τα άλλα μητροπολιτικά κτήρια, ενώ το προαύλιο πλαισιώνεται από στοές με κίονες σε κλασικό ύφος. Δεξιά του προαυλίου υπάρχει πέτρινη κρήνη με επιγραφή και τον δικέφαλο αετό. Δίπλα στην είσοδο του τείχους που περιβάλλει το συγκρότημα δολοφονήθηκε από τους Τούρκους το 1760 ο μητροπολίτης Ανανίας στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί τους πιστούς και να σώσει το ναό. Τον 15ο αιώνα, ωστόσο, ένας νέος μητροπολίτης ονόματι Ματθαίος είναι ο πρωτεργάτης της μετατροπής του ναού από δρομική βασιλική με υπερυψωμένο το ξυλόστεγο κεντρικό κλίτος, σε ναό μεικτού τύπου με υπερώα. Δηλαδή, αντιγράφοντας τη διάταξη του Καθολικού της Οδηγήτριας στη μονή Βροντοχίου, κατασκεύασε ένα ναό του οποίου η διάταξη του ισογείου είναι βασιλική και ο επάνω όροφος σταυροειδής εγγεγραμμένος. Ο Ματθαίος υπερβαίνοντας τους προκατόχους του, ίσως επειδή επεμβαίνει στο κατασκευαστικό τμήμα του ναού, υπογράφει στο ανάγλυφο κάτω γείσο των υπερώων και στα ανάγλυφα νέα επίκρανα των εικόνων του τέμπλου ως «κτήτωρ»! Στην ίδια περίοδο αποδίδονται οι εξωτερικές τοιχογραφίες στον βόρειο τοίχο του ναού, ενώ η διαμόρφωση του σημερινού βόρειου αιθρίου ανήκει στα όψιμα μεταβυζαντινά χρόνια. Ο Ματθαίος, κατά την καθαίρεση τμήματος της στέγης του κεντρικού κλίτους, καταστρέφει τις τοιχογραφίες του 14ου αιώνα, από τις οποίες απομένουν μόνο τα πόδια των αναπαριστώμενων μορφών, προφανώς γιατί δεν πρόλαβε να τις αντικαταστήσει με νέες.
Μουσείο
Ιδρύθηκε το 1951 και στεγάζεται σε διώροφο κτήριο της δυτικής πτέρυγας της βόρειας αυλής της Μητρόπολης. Το πρώτο άτυπο μουσείο στην ανατολική πτέρυγα του μητροπολιτικού συγκροτήματος ιδρύθηκε από τον Γάλλο βυζαντινολόγο Γκαμπριέλ Μιλέ στα τέλη του 19ου αιώνα. Στα χρόνια που μεσολάβησαν από την ίδρυσή του το 1951, η συλλογή του μουσείου εμπλουτίστηκε σημαντικά και περιλαμβάνει γλυπτά, αρχιτεκτονικά μέλη, τοιχογραφίες, φορητές εικόνες, ενδυματολογικά κατάλοιπα, κοσμήματα και χειρόγραφους κώδικες, που χρονολογούνται από τα παλαιοχριστιανικά ως τα μεταβυζαντινά χρόνια. Το σημαντικότερο έκθεμα του μουσείου είναι τμήματα μεταξωτού γυναικείου φορέματος και πλεξούδα μαλλιών, από τάφο που βρέθηκε στην Αγία Σοφία. Δακτυλίδια από χαλκό ή ασήμι και μεγάλος αριθμός από ενώτια χάλκινα, αργυρά και επίχρυσα μαρτυρούν τις οικονομικές δυνατότητες της κοινωνίας. Κάποια μάλιστα χρονολογούνται με μεγαλύτερη ακρίβεια, αφού φέρουν το μονόγραμμα των Παλαιολόγων. Αξιοσημείωτη είναι η εύρεση ενός καλουπιού κατασκευής σφαιρικών μεταλλικών κομβίων, αλλά και ενός εντυπωσιακού αριθμού μεταλλικών επιχρυσωμένων κομβίων σε σφαιρικό σχήμα, κατασκευασμένων σε καλούπι με συμφυή τη θηλιά στερέωσης. Τόσο το καλούπι όσο και ο μεγάλος αριθμός των κομβίων μαρτυρούν ότι αυτά είναι κατασκευασμένα στον Μυστρά.
Δεν βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση με την πόλη του Μυστρά. Μεσολαβεί ανηφορικός δρόμος χωρίς την ανάπτυξη οικισμού εκατέρωθεν. Το κάστρο του Βιλλεαρδουίνου έχει διατηρήσει την ακραιφνώς φράγκικη μορφή του. Ο εξωτερικός περίβολος του διπλού τείχους εξασφάλιζε τη στέγαση των εγκαταστάσεων του στρατού που το υπερασπιζόταν, ενώ στο εσωτερικό τείχος είναι συγκεντρωμένα η κατοικία και τα παρεκκλήσια του πρίγκιπα ή του βυζαντινού τοπάρχη (κεφαλής ή επιμελητή) και η διοικητική δομή του κάστρου. Η σημερινή μορφή του κάστρου είναι προϊόν διαδοχικών φάσεων: της αρχικής του Βιλλεαρδουίνου και, στη συνέχεια, των εργασιών που έγιναν στα χρόνια των Βυζαντινών και των Οθωμανών. Είναι μακρόστενο και εκτείνεται σε μήκος 170 μ. Περικλείει ένα πλάτωμα και έχει δύο περιβόλους που ακολουθούν την κλίση του εδάφους: τον εξωτερικό, με τον κυκλικό πύργο του βιγλάτορα, και τον εσωτερικό, με την κατοικία του διοικητή και μια δεύτερη σημαντική βίγλα. Από τον πύργο του βιγλάτορα ελέγχεται ο Ταΰγετος και όλη η κοιλάδα, ενώ από τη βίγλα του εσωτερικού περιβόλου ελέγχονται οι δυτικές του πλαγιές, απ’ όπου έρχονταν οι Μηλιγγοί. Προς τον Ταΰγετο η νοτιοανατολική πλευρά του βουνού είναι απρόσιτη. Η θέα στην κοιλάδα του Ευρώτα από το κάστρο είναι εντυπωσιακή.
Μητρόπολη
Αποτελεί τον παλαιότερο ναό του Μυστρά. Είναι αφιερωμένος στον Αγ. Δημήτριο και ήταν Μητρόπολη της Καστροπολιτείας και έδρα του Μητροπολίτη Λακεδαιμονίας έως τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση απο τους Τούρκους. Κτίστηκε γύρω στο 1270, ανακαινίστηκε λίγο αργότερα και έλαβε την τελική του μορφή στις αρχές του 15ου αιώνα. Η εκκλησία ανήκει στο «μικτό τύπο του Μυστρά», καθώς συνδυάζει τον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής στο ισόγειο με τον πεντάτρουλο σταυροειδή εγγεγραμμένο στο υπερώο. Ιδιαίτερα αξιόλογο είναι το τέμπλο και ο γλυπτός διάκοσμος, ενώ αξίζει να αναφερθεί η πλάκα με το δικέφαλο αετό στο δάπεδο κάτω από τον τρούλο. Οι τοιχογραφίες χρονολογούνται από τον 13ο έως και τον 15ο αιώνα και ανήκουν στην περίφημη «Μακεδονική Σχολή» ζωγραφικής. Στη Μητρόπολη στέφθηκε αυτοκράτορας του Βυζαντίου το 1449 ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος. Δίπλα στο ναό εκτείνονται τα άλλα μητροπολιτικά κτήρια, ενώ το προαύλιο πλαισιώνεται από στοές με κίονες σε κλασικό ύφος. Δεξιά του προαυλίου υπάρχει πέτρινη κρήνη με επιγραφή και τον δικέφαλο αετό. Δίπλα στην είσοδο του τείχους που περιβάλλει το συγκρότημα δολοφονήθηκε από τους Τούρκους το 1760 ο μητροπολίτης Ανανίας στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί τους πιστούς και να σώσει το ναό. Τον 15ο αιώνα, ωστόσο, ένας νέος μητροπολίτης ονόματι Ματθαίος είναι ο πρωτεργάτης της μετατροπής του ναού από δρομική βασιλική με υπερυψωμένο το ξυλόστεγο κεντρικό κλίτος, σε ναό μεικτού τύπου με υπερώα. Δηλαδή, αντιγράφοντας τη διάταξη του Καθολικού της Οδηγήτριας στη μονή Βροντοχίου, κατασκεύασε ένα ναό του οποίου η διάταξη του ισογείου είναι βασιλική και ο επάνω όροφος σταυροειδής εγγεγραμμένος. Ο Ματθαίος υπερβαίνοντας τους προκατόχους του, ίσως επειδή επεμβαίνει στο κατασκευαστικό τμήμα του ναού, υπογράφει στο ανάγλυφο κάτω γείσο των υπερώων και στα ανάγλυφα νέα επίκρανα των εικόνων του τέμπλου ως «κτήτωρ»! Στην ίδια περίοδο αποδίδονται οι εξωτερικές τοιχογραφίες στον βόρειο τοίχο του ναού, ενώ η διαμόρφωση του σημερινού βόρειου αιθρίου ανήκει στα όψιμα μεταβυζαντινά χρόνια. Ο Ματθαίος, κατά την καθαίρεση τμήματος της στέγης του κεντρικού κλίτους, καταστρέφει τις τοιχογραφίες του 14ου αιώνα, από τις οποίες απομένουν μόνο τα πόδια των αναπαριστώμενων μορφών, προφανώς γιατί δεν πρόλαβε να τις αντικαταστήσει με νέες.
Μουσείο
Ιδρύθηκε το 1951 και στεγάζεται σε διώροφο κτήριο της δυτικής πτέρυγας της βόρειας αυλής της Μητρόπολης. Το πρώτο άτυπο μουσείο στην ανατολική πτέρυγα του μητροπολιτικού συγκροτήματος ιδρύθηκε από τον Γάλλο βυζαντινολόγο Γκαμπριέλ Μιλέ στα τέλη του 19ου αιώνα. Στα χρόνια που μεσολάβησαν από την ίδρυσή του το 1951, η συλλογή του μουσείου εμπλουτίστηκε σημαντικά και περιλαμβάνει γλυπτά, αρχιτεκτονικά μέλη, τοιχογραφίες, φορητές εικόνες, ενδυματολογικά κατάλοιπα, κοσμήματα και χειρόγραφους κώδικες, που χρονολογούνται από τα παλαιοχριστιανικά ως τα μεταβυζαντινά χρόνια. Το σημαντικότερο έκθεμα του μουσείου είναι τμήματα μεταξωτού γυναικείου φορέματος και πλεξούδα μαλλιών, από τάφο που βρέθηκε στην Αγία Σοφία. Δακτυλίδια από χαλκό ή ασήμι και μεγάλος αριθμός από ενώτια χάλκινα, αργυρά και επίχρυσα μαρτυρούν τις οικονομικές δυνατότητες της κοινωνίας. Κάποια μάλιστα χρονολογούνται με μεγαλύτερη ακρίβεια, αφού φέρουν το μονόγραμμα των Παλαιολόγων. Αξιοσημείωτη είναι η εύρεση ενός καλουπιού κατασκευής σφαιρικών μεταλλικών κομβίων, αλλά και ενός εντυπωσιακού αριθμού μεταλλικών επιχρυσωμένων κομβίων σε σφαιρικό σχήμα, κατασκευασμένων σε καλούπι με συμφυή τη θηλιά στερέωσης. Τόσο το καλούπι όσο και ο μεγάλος αριθμός των κομβίων μαρτυρούν ότι αυτά είναι κατασκευασμένα στον Μυστρά.
Ευαγγελίστρια
Βρίσκεται στην περιοχή της Μεσόχωρας και πρόκειται για μικρό ναό στον τύπο του «δίστυλου εγγεγραμένου μετά τρούλου». Κτίστηκε πιθανότατα στις αρχές του 15ου αιώνα. Οι τοιχογραφίες στο εσωτερικό δεν διατηρούνται σε καλή κατάσταση, αν και είναι σαφής η εξαιρετικής τους ποιότητα και αισθητική. Επιγραφή σχετική με τον κτήτορά του δεν υπάρχει. Είναι εμφανές, ωστόσο, ότι ο ναός της Ευαγγελίστριας είναι ένα προσεγμένο μικρό οικοδόμημα που αντιγράφει σε μικρή κλίμακα τον αρχιτεκτονικό τύπο της Αγίας Σοφίας και της Περιβλέπτου, τα δύο πανομοιότυπα δεσποτικά κτίσματα του Μανουήλ Καντακουζηνού, και γι’ αυτό ο δωρητής του θα πρέπει να είναι ένας από τους προύχοντες του Μυστρά.
Παλάτια
Ήταν η έδρα κατοικία του Δεσπότη του Μυστρά και της οικογένειάς του. Το συγκρότημα αποτελείται από το τμήμα που έκτισαν οι Φράγκοι και από τα συγκροτήματα που προστέθηκαν στη συνέχεια απο τον Μανουήλ Καντακουζηνό (14ος αιώνας) και τους Παλαιολόγους (15ος αιώνας) για την κάλυψη των αναγκών των διοικητικών υπηρεσιών της Καστροπολιτείας. Τα πρώτα σπίτια της Πάνω Χώρας χτίστηκαν ψηλά, έξω από το τείχος του φρουρίου σε μέρη που το επέτρεπε το φυσικό ανάγλυφο του βράχου και πρέπει να είναι σύγχρονα με τα πρώτα σπίτια που χτίζονται γύρω από τα δύο τειχισμένα εκκλησιαστικά ιδρύματα της Κάτω Χώρας. Οι πρόσφατες ανασκαφές στο πλάτωμα των παλατιών εικάζεται ότι έχουν αναδείξει πολύ παλαιότερα κτίσματα και η δημοσίευσή τους θα ρίξει φως στο θέμα της ανάπτυξης του οικισμού της Πάνω Χώρας.
Μονή Παντάνασσας
Είναι αφιερωμένη στην Παναγία και είναι η μοναδική μονή στο χώρο που ακόμη και σήμερα είναι εν λειτουργία. Έχει επικρατήσει η άποψη ότι η Παντάνασσα έχει ως κτήτορα τον Ιωάννη Φραγκόπουλο και ότι είναι το μοναδικό μνημείο για το οποίο, βάσει επιγραφής, γνωρίζουμε το έτος της ίδρυσής του (1428). Ο ναός που αντικρίζουμε σήμερα είναι πιθανό να είναι προϊόν μετασκευής από τον Φραγκόπουλο. Από το έργο του αναμφισβήτητα σώζονται η σημερινή μορφή και το όνομα της Παντάνασσας, καθώς και οι εξαιρετικές τοιχογραφίες του 15ου αιώνα στα υπερώα του ναού. Εκεί αναπτύσσονται εξίσου ο Χριστολογικός και ο Θεομητορικός Κύκλος, οι οποίοι παραπέμπουν στα σημαντικά εικονογραφικά προγράμματα που έχουν μεταφερθεί από την πρωτεύουσα τον 14ο αιώνα στην Οδηγήτρια και την Περίβλεπτο. Εδώ όμως επικρατεί μια μεγαλύτερη ελευθερία στους χρωστήρες των τριών τουλάχιστον ζωγράφων που δούλεψαν στα υπερώα της Παντάνασσας με έντονα χρώματα και φώτα, αποδίδοντας ακόμα σαφέστερα την προοπτική στα κτίσματα και το περιβάλλον τους· μια ζωγραφική που προαναγγέλλει αυτό που θα ακολουθήσει στη Δύση της Αναγέννησης.
Τα τείχη
Χωρίζει την πόλη του Μυστρά στην Πάνω και την Κάτω Χώρα. Η σημερινή πρόσβαση από την Πύλη του Φρουρίου οδηγεί και στο Φρούριο και στην Πάνω Χώρα. Πιο χαμηλά στο ίδιο τείχος ανοιγόταν η κύρια πύλη της Πάνω Χώρας, η λεγόμενη Πύλη τ’ Αναπλιού, που βρίσκεται στα βορειοδυτικά των παλατιών, ενώ στη νοτιοανατολική απόληξη του πάνω τείχους ανοιγόταν η Πύλη της Μονεμβασιάς. Τα σπίτια της πόλης συγκεντρώνονται εκεί όπου το φυσικό ανάγλυφο το επιτρέπει. Το τείχος της Κάτω Χώρας εκτείνεται στα σημεία όπου το φυσικό ανάγλυφο το επιβάλλει προστατεύοντας τον οικισμό από τη βόρεια πλευρά της μονής Βροντοχίου έως τη μονή Περιβλέπτου η οποία περιβάλλεται από δικό της ανεξάρτητο τείχος.
Βρίσκεται στην περιοχή της Μεσόχωρας και πρόκειται για μικρό ναό στον τύπο του «δίστυλου εγγεγραμένου μετά τρούλου». Κτίστηκε πιθανότατα στις αρχές του 15ου αιώνα. Οι τοιχογραφίες στο εσωτερικό δεν διατηρούνται σε καλή κατάσταση, αν και είναι σαφής η εξαιρετικής τους ποιότητα και αισθητική. Επιγραφή σχετική με τον κτήτορά του δεν υπάρχει. Είναι εμφανές, ωστόσο, ότι ο ναός της Ευαγγελίστριας είναι ένα προσεγμένο μικρό οικοδόμημα που αντιγράφει σε μικρή κλίμακα τον αρχιτεκτονικό τύπο της Αγίας Σοφίας και της Περιβλέπτου, τα δύο πανομοιότυπα δεσποτικά κτίσματα του Μανουήλ Καντακουζηνού, και γι’ αυτό ο δωρητής του θα πρέπει να είναι ένας από τους προύχοντες του Μυστρά.
Παλάτια
Ήταν η έδρα κατοικία του Δεσπότη του Μυστρά και της οικογένειάς του. Το συγκρότημα αποτελείται από το τμήμα που έκτισαν οι Φράγκοι και από τα συγκροτήματα που προστέθηκαν στη συνέχεια απο τον Μανουήλ Καντακουζηνό (14ος αιώνας) και τους Παλαιολόγους (15ος αιώνας) για την κάλυψη των αναγκών των διοικητικών υπηρεσιών της Καστροπολιτείας. Τα πρώτα σπίτια της Πάνω Χώρας χτίστηκαν ψηλά, έξω από το τείχος του φρουρίου σε μέρη που το επέτρεπε το φυσικό ανάγλυφο του βράχου και πρέπει να είναι σύγχρονα με τα πρώτα σπίτια που χτίζονται γύρω από τα δύο τειχισμένα εκκλησιαστικά ιδρύματα της Κάτω Χώρας. Οι πρόσφατες ανασκαφές στο πλάτωμα των παλατιών εικάζεται ότι έχουν αναδείξει πολύ παλαιότερα κτίσματα και η δημοσίευσή τους θα ρίξει φως στο θέμα της ανάπτυξης του οικισμού της Πάνω Χώρας.
Μονή Παντάνασσας
Είναι αφιερωμένη στην Παναγία και είναι η μοναδική μονή στο χώρο που ακόμη και σήμερα είναι εν λειτουργία. Έχει επικρατήσει η άποψη ότι η Παντάνασσα έχει ως κτήτορα τον Ιωάννη Φραγκόπουλο και ότι είναι το μοναδικό μνημείο για το οποίο, βάσει επιγραφής, γνωρίζουμε το έτος της ίδρυσής του (1428). Ο ναός που αντικρίζουμε σήμερα είναι πιθανό να είναι προϊόν μετασκευής από τον Φραγκόπουλο. Από το έργο του αναμφισβήτητα σώζονται η σημερινή μορφή και το όνομα της Παντάνασσας, καθώς και οι εξαιρετικές τοιχογραφίες του 15ου αιώνα στα υπερώα του ναού. Εκεί αναπτύσσονται εξίσου ο Χριστολογικός και ο Θεομητορικός Κύκλος, οι οποίοι παραπέμπουν στα σημαντικά εικονογραφικά προγράμματα που έχουν μεταφερθεί από την πρωτεύουσα τον 14ο αιώνα στην Οδηγήτρια και την Περίβλεπτο. Εδώ όμως επικρατεί μια μεγαλύτερη ελευθερία στους χρωστήρες των τριών τουλάχιστον ζωγράφων που δούλεψαν στα υπερώα της Παντάνασσας με έντονα χρώματα και φώτα, αποδίδοντας ακόμα σαφέστερα την προοπτική στα κτίσματα και το περιβάλλον τους· μια ζωγραφική που προαναγγέλλει αυτό που θα ακολουθήσει στη Δύση της Αναγέννησης.
Τα τείχη
Χωρίζει την πόλη του Μυστρά στην Πάνω και την Κάτω Χώρα. Η σημερινή πρόσβαση από την Πύλη του Φρουρίου οδηγεί και στο Φρούριο και στην Πάνω Χώρα. Πιο χαμηλά στο ίδιο τείχος ανοιγόταν η κύρια πύλη της Πάνω Χώρας, η λεγόμενη Πύλη τ’ Αναπλιού, που βρίσκεται στα βορειοδυτικά των παλατιών, ενώ στη νοτιοανατολική απόληξη του πάνω τείχους ανοιγόταν η Πύλη της Μονεμβασιάς. Τα σπίτια της πόλης συγκεντρώνονται εκεί όπου το φυσικό ανάγλυφο το επιτρέπει. Το τείχος της Κάτω Χώρας εκτείνεται στα σημεία όπου το φυσικό ανάγλυφο το επιβάλλει προστατεύοντας τον οικισμό από τη βόρεια πλευρά της μονής Βροντοχίου έως τη μονή Περιβλέπτου η οποία περιβάλλεται από δικό της ανεξάρτητο τείχος.
Βροντόχι
Ο λόγος για Μοναστικό συγκρότημα που αποτελείται απο δυο εκκλησίες, τους Αγίους Θεοδώρους και την Οδηγήτρια ή Αφεντικό. Επρόκειτο για το παλαιότερο και πλουσιότερο μοναστήρι του Μυστρά. Ιδρύθηκε το 1296 απο τον Παχώμιο, ισχυρό μοναχό με διασυνδέσεις στην Κωνσταντινούπολη που εξασφάλισε δωρεές και την υποστήριξη του Πατριάρχη. Τα παραπάνω αποδεικνύουν τα αυτοκρατορικά χρυσόβουλα που κοσμούν το Αφεντικό. Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων αποτελούσε το καθολικό του ομώνυμου μοναστηριού και κτίστηκε στα τέλη του 13ου αιώνα απο τους μοναχούς Παχώμιο και Δανιήλ. Ο ναός της Οδηγήτριας ή Αφεντικό αποτελούσε το νέο καθολικό του Βροντόχιου και κτίστηκε απο τον Παχώμιο γύρω στο 1310. Έλαβε το όνομά του απο το περίφημο ομώνυμο μοναστήρι στην Κωνσταντινούπολη και ειναι μια απο τις ωραιότερες και σημαντικότερες εκκλησίες του Μυστρά. Ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής με πέντε τρούλους. Διαθέτει υπερώο και κωδωνοστάσιο.
Αγία Σοφία
Βρίσκεται στη συνοικία των Παλατιών, σχεδόν στην κορυφή του λόφου, και μάλλον επρόκειτο για το καθολικό της πατριαρχικής μονής του Ζωοδότη Χριστού. Κτίστηκε απο τον πρώτο Δεσπότη του Μορέως Μανουήλ Καντακουζηνό γύρω στα μέσα του 14ου αιώνα. Ανήκει στον τύπο του δίστυλου σταυροειδούς εγγεγραμμένου μετά τρούλου. Εδώ ετάφησαν ο Μανουήλ και τα οστά της Θεοδώρας Τόκου, πρώτης συζύγου του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Σε κιονόκρανο διακρίνεται το μονόγραμμα του Μανουήλ Καντακουζηνού και ο δικέφαλος αετός. Οι τοιχογραφίες φιλοτεχνήθηκαν στα μέσα του 14ου αιώνα από γνωστούς καλλιτέχνες της Κωνσταντινούπολης.
Περίβλεπτος
Πρόκειται για το καθολικού μοναστηριού αφιερωμένου στην Παναγία και κτίστηκε στα μέσα του 14ου αιώνα απο τον Δεσπότη Μανουήλ Καντακουζηνό και τη σύζυγό του Ισαβέλλα ντε Λουζινιάν . Δίπλα στο ναό υψώνεται ο αμυντικός πύργος του. Τη μνημειώδη είσοδο της μονής κοσμεί ένα εντοιχισμένο ανάγλυφο με το θυρεό των δυο ιδρυτών και το κυκλικό μονόγραμμα της Περιβλέπτου. Μια τοιχογραφία με ένα ζευγάρι που προσεύχεται και κρατά το ομοίωμα του ναού μάλλον εικονίζει τους ιδρυτές. Το εικονογραφικό πρόγραμμα ειναι έργο τεσσάρων διαφορετικών ζωγράφων. Ο ζωγραφικός διάκοσμος στην Περίβλεπτο αντιπροσωπεύει έναν απο τους ωραιότερους και παραπέμπει στις αριστουργηματικές τοιχογραφίες ναών της Κωνσταντινούπολης.
Ο λόγος για Μοναστικό συγκρότημα που αποτελείται απο δυο εκκλησίες, τους Αγίους Θεοδώρους και την Οδηγήτρια ή Αφεντικό. Επρόκειτο για το παλαιότερο και πλουσιότερο μοναστήρι του Μυστρά. Ιδρύθηκε το 1296 απο τον Παχώμιο, ισχυρό μοναχό με διασυνδέσεις στην Κωνσταντινούπολη που εξασφάλισε δωρεές και την υποστήριξη του Πατριάρχη. Τα παραπάνω αποδεικνύουν τα αυτοκρατορικά χρυσόβουλα που κοσμούν το Αφεντικό. Ο ναός των Αγίων Θεοδώρων αποτελούσε το καθολικό του ομώνυμου μοναστηριού και κτίστηκε στα τέλη του 13ου αιώνα απο τους μοναχούς Παχώμιο και Δανιήλ. Ο ναός της Οδηγήτριας ή Αφεντικό αποτελούσε το νέο καθολικό του Βροντόχιου και κτίστηκε απο τον Παχώμιο γύρω στο 1310. Έλαβε το όνομά του απο το περίφημο ομώνυμο μοναστήρι στην Κωνσταντινούπολη και ειναι μια απο τις ωραιότερες και σημαντικότερες εκκλησίες του Μυστρά. Ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής με πέντε τρούλους. Διαθέτει υπερώο και κωδωνοστάσιο.
Αγία Σοφία
Βρίσκεται στη συνοικία των Παλατιών, σχεδόν στην κορυφή του λόφου, και μάλλον επρόκειτο για το καθολικό της πατριαρχικής μονής του Ζωοδότη Χριστού. Κτίστηκε απο τον πρώτο Δεσπότη του Μορέως Μανουήλ Καντακουζηνό γύρω στα μέσα του 14ου αιώνα. Ανήκει στον τύπο του δίστυλου σταυροειδούς εγγεγραμμένου μετά τρούλου. Εδώ ετάφησαν ο Μανουήλ και τα οστά της Θεοδώρας Τόκου, πρώτης συζύγου του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Σε κιονόκρανο διακρίνεται το μονόγραμμα του Μανουήλ Καντακουζηνού και ο δικέφαλος αετός. Οι τοιχογραφίες φιλοτεχνήθηκαν στα μέσα του 14ου αιώνα από γνωστούς καλλιτέχνες της Κωνσταντινούπολης.
Περίβλεπτος
Πρόκειται για το καθολικού μοναστηριού αφιερωμένου στην Παναγία και κτίστηκε στα μέσα του 14ου αιώνα απο τον Δεσπότη Μανουήλ Καντακουζηνό και τη σύζυγό του Ισαβέλλα ντε Λουζινιάν . Δίπλα στο ναό υψώνεται ο αμυντικός πύργος του. Τη μνημειώδη είσοδο της μονής κοσμεί ένα εντοιχισμένο ανάγλυφο με το θυρεό των δυο ιδρυτών και το κυκλικό μονόγραμμα της Περιβλέπτου. Μια τοιχογραφία με ένα ζευγάρι που προσεύχεται και κρατά το ομοίωμα του ναού μάλλον εικονίζει τους ιδρυτές. Το εικονογραφικό πρόγραμμα ειναι έργο τεσσάρων διαφορετικών ζωγράφων. Ο ζωγραφικός διάκοσμος στην Περίβλεπτο αντιπροσωπεύει έναν απο τους ωραιότερους και παραπέμπει στις αριστουργηματικές τοιχογραφίες ναών της Κωνσταντινούπολης.