της αρθρογράφουΑλεξίας Φεσσά
Η Σπιναλόγκα, το μικρό νησί στον κόλπο της Ελούντας στην Κρήτη, έχει συνδεθεί με τη νόσο του Χάνσεν, αφού εκεί εξορίζανε τους λεπρούς, κάνοντας το νησί έναν τόπο σημαδεμένο, γεμάτο πόνο. Ωστόσο, από την αρχαιότητα ακόμα είχε ιδιαίτερη στρατηγική σημασία και με μακρά ιστορία.
Ονομασία
Η αρχαία ονομασία του νησιού ήταν Καλυδών, αλλά μετά την κατάληψη του από τους Ενετούς, λόγω του ότι άκουγαν συνέχεια την κρητική έκφραση «Στην Ελούντα», παρακούοντας, το πρόφεραν στα λατινικά «spina lunga» (σπίνα λούνγκα), που σημαίνει «μακρύ αγκάθι». Με την παράφραση, το νησάκι πήρε την σημερινή του ονομασία. Μακράκανθα την αναφέρουν και νεότεροι συγγραφείς. Η λέξη Spinalonga ήταν γνωστή στους Βενετσιάνους γύρω στο 13ο αιώνα, γιατί κοντά στη Βενετία υπάρχει νησίδα που λεγόταν Spinalonga, η σημερινή Giudecca (Εβραϊκή).
Ιστορία
Αρχαιότητα
Ήδη από την αρχαιότητα, τα μινωικά δηλαδή χρόνια, η Σπιναλόγκα προστάτευε και φρουρούσε το λιμάνι της αρχαίας Ολούντας, δηλαδή της σημερινής Ελούντας, μία από τις εκατό που αναφέρει ο Όμηρος στην Κρήτη, της οποίας μεγάλο μέρος βρίσκεται βυθισμένο. Η Ολούς αναδείχθηκε σε σημαντικότατη πόλη στη βόρειο-ανατολικη Κρήτη με οργανωμένο ιερό, σπουδαίο λιμάνι και δικό της νόμισμα. Στην Ολούντα λατρεύονταν ο Δίας Ταλλαίος, ο Άρης και η Άρτεμις Βριτομάρτις.
Βυζαντινά χρόνια
Η Ολούς, όπου ανήκε η Σπιναλόγκα, ακμάζει μέχρι τον 8ο μ.Χ.. Η ανάπτυξη της αρχαίας πόλης διακόπτεται απότομα από έναν ισχυρό σεισμό το 780 π.Χ. Επιπλέον εκείνη την περίοδο η Κρήτη δέχεται επιθέσεις από Άραβες πειρατές οι οποίοι από τα χρόνια του Λέοντα Γ΄(717-741) είχαν αρχίσει να κατακτούν περιοχές του νησιού. Έτσι, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να μετακινηθούν στην ενδοχώρα για περισσότερη ασφάλεια.
Ενετοκρατία
Η Όλους παρέμεινε εγκαταλελειμμένη μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα όταν οι Ενετοί εκμεταλλεύτηκαν την περιοχή για την συγκέντρωση αλατιού από τα αλμυρά νερά του κόλπου. Ο Ενετός χαρτογράφος Βιντσέντσο Κορονέλλι υποστηρίζει πως η Σπιναλόγκα δεν ήταν πάντα νησί, αλλά ήταν φυσικά ενωμένη με την γειτονική χερσόνησο Κολοκύθα. Αναφέρει πως το 1526, οι Ενετοί κατέστρεψαν μέρος της χερσονήσου και δημιούργησαν το νησί. Έτσι, Οι Βενετσιάνοι έχτισαν εδώ το 1579, ύστερα από σύσταση του Proveditor Generale Jacobo Foscarini ενα ισχυρότατο φρούριο για την ασφάλεια του λιμανιού της Ελούντας φράζοντας την είσοδό του σε κάθε εχθρικό πλοίο. Κατασκεύασαν αλυκές , μια επιχείρηση σχετικά προσοδοφόρα ενώ δεν σταμάτησαν να διακινούν τα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα της περιοχής. Βελτίωσαν τις υπάρχουσες αμυντικές εγκαταστάσεις ενώ σχεδίασαν και κατασκεύασαν οχυρωματικά έργα σύμφωνα με το νέο αρχιτεκτονικό σύστημα οχυρώσεων με προμαχώνες, αφού η διάδοση της πυρίτιδας έκανε τις παλιές οχυρώσεις ανεπαρκείς. Είχε μετατραπεί σε ένα νησί – φρούριο με μεγάλη δύναμη πυρός και αυτό εξηγεί πώς έγινε και δεν κατακτήθηκε ποτέ.
Η αρχαία ονομασία του νησιού ήταν Καλυδών, αλλά μετά την κατάληψη του από τους Ενετούς, λόγω του ότι άκουγαν συνέχεια την κρητική έκφραση «Στην Ελούντα», παρακούοντας, το πρόφεραν στα λατινικά «spina lunga» (σπίνα λούνγκα), που σημαίνει «μακρύ αγκάθι». Με την παράφραση, το νησάκι πήρε την σημερινή του ονομασία. Μακράκανθα την αναφέρουν και νεότεροι συγγραφείς. Η λέξη Spinalonga ήταν γνωστή στους Βενετσιάνους γύρω στο 13ο αιώνα, γιατί κοντά στη Βενετία υπάρχει νησίδα που λεγόταν Spinalonga, η σημερινή Giudecca (Εβραϊκή).
Ιστορία
Αρχαιότητα
Ήδη από την αρχαιότητα, τα μινωικά δηλαδή χρόνια, η Σπιναλόγκα προστάτευε και φρουρούσε το λιμάνι της αρχαίας Ολούντας, δηλαδή της σημερινής Ελούντας, μία από τις εκατό που αναφέρει ο Όμηρος στην Κρήτη, της οποίας μεγάλο μέρος βρίσκεται βυθισμένο. Η Ολούς αναδείχθηκε σε σημαντικότατη πόλη στη βόρειο-ανατολικη Κρήτη με οργανωμένο ιερό, σπουδαίο λιμάνι και δικό της νόμισμα. Στην Ολούντα λατρεύονταν ο Δίας Ταλλαίος, ο Άρης και η Άρτεμις Βριτομάρτις.
Βυζαντινά χρόνια
Η Ολούς, όπου ανήκε η Σπιναλόγκα, ακμάζει μέχρι τον 8ο μ.Χ.. Η ανάπτυξη της αρχαίας πόλης διακόπτεται απότομα από έναν ισχυρό σεισμό το 780 π.Χ. Επιπλέον εκείνη την περίοδο η Κρήτη δέχεται επιθέσεις από Άραβες πειρατές οι οποίοι από τα χρόνια του Λέοντα Γ΄(717-741) είχαν αρχίσει να κατακτούν περιοχές του νησιού. Έτσι, οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να μετακινηθούν στην ενδοχώρα για περισσότερη ασφάλεια.
Ενετοκρατία
Η Όλους παρέμεινε εγκαταλελειμμένη μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα όταν οι Ενετοί εκμεταλλεύτηκαν την περιοχή για την συγκέντρωση αλατιού από τα αλμυρά νερά του κόλπου. Ο Ενετός χαρτογράφος Βιντσέντσο Κορονέλλι υποστηρίζει πως η Σπιναλόγκα δεν ήταν πάντα νησί, αλλά ήταν φυσικά ενωμένη με την γειτονική χερσόνησο Κολοκύθα. Αναφέρει πως το 1526, οι Ενετοί κατέστρεψαν μέρος της χερσονήσου και δημιούργησαν το νησί. Έτσι, Οι Βενετσιάνοι έχτισαν εδώ το 1579, ύστερα από σύσταση του Proveditor Generale Jacobo Foscarini ενα ισχυρότατο φρούριο για την ασφάλεια του λιμανιού της Ελούντας φράζοντας την είσοδό του σε κάθε εχθρικό πλοίο. Κατασκεύασαν αλυκές , μια επιχείρηση σχετικά προσοδοφόρα ενώ δεν σταμάτησαν να διακινούν τα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα της περιοχής. Βελτίωσαν τις υπάρχουσες αμυντικές εγκαταστάσεις ενώ σχεδίασαν και κατασκεύασαν οχυρωματικά έργα σύμφωνα με το νέο αρχιτεκτονικό σύστημα οχυρώσεων με προμαχώνες, αφού η διάδοση της πυρίτιδας έκανε τις παλιές οχυρώσεις ανεπαρκείς. Είχε μετατραπεί σε ένα νησί – φρούριο με μεγάλη δύναμη πυρός και αυτό εξηγεί πώς έγινε και δεν κατακτήθηκε ποτέ.
Τουρκοκρατία
Μετά την κατάληψη της Κρήτης το 1649 από τους Τούρκους η Σπιναλόγκα έμεινε ακόμη στα χέρια των Ενετών άλλα 65 χρόνια μέχρι το 1715, οπότε περιήλθε εκ νέου στους Οθωμανούς με συνθήκη επί Καπουδάν πασά. Μέχρι την παράδοσή της η Σπιναλόγκα αποτελούσε καταφύγιο χριστιανών που συνέρρεαν σε αυτό για να σωθούν. Αυτό οφείλεται στην άρτια οχύρωση της. Μετά την παράδοση της Σπιναλόγκας στους Τούρκους, εκατοντάδες από τους αιχμαλώτους χριστιανούς μεταφέρθηκαν στην Κρήτη και πουλήθηκαν ως δούλοι. Από αυτούς 139 - οι πιό γεροί - στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη για να δουλέψουν ως κωπηλάτες, και από αυτούς 19 πέθαναν στη διαδρομή. 466 πουλήθηκαν στην τοπική αγορά για περίπου 34.000 γρόσια, ενώ 11 δόθηκαν στον πασά των Χανίων. Στη Σπιναλόγκα έβρισκαν καταφύγιο και οι «Χαϊνηδες» , οι επαναστάτες Κρητικοί επαναστατούσαν συνεχώς μέχρι το 1898 που διαλύθηκε ο τουρκικός ζυγός στην Κρήτη.
Κατοχή
Το 1903 ψηφίστηκε από τη βουλή ο νόμος «Περί απομονώσεως των εν Κρήτη λεπρών», και το 1903 αυτός που προέβλεπε την εγκατάστασή τους στη Σπιναλόγκα, όπου το λεπροκομείο άρχισε να λειτουργεί το 1904. Η δύσκολη ζωή των αρρώστων που διέμεναν στο νησί έως το 1957, κατέστησε το νησί τόπο μαρτυρίου και ιστορικής μνήμης. Οι ασθενείς στην Σπιναλόγκα δικαιούνταν ένα μικρό επίδομα μηνιαίως, που συχνά δεν κάλυπτε τη διατροφή και τα φάρμακά τους. Οι ασθενείς ζούσαν στα πρόθυρα της εξαθλίωσης, αφού το μικρό μηνιαίο επίδομα που δικαιούνταν δεν μπορούσε να καλύψει τα φάρμακα και τα τρόφιμα που χρειαζόταν ο καθένας. Τα πράγματα άλλαξαν όταν στη Σπιναλόγκα έφτασε ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης, ένας τριτοετής φοιτητής της νομικής, που στα εικοσιένα του χρόνια διαγνώσθηκε με την ασθένεια. Ο Ρεμουνδάκης φαίνεται πως ήταν ο άνθρωπος που περιμένανε οι υπόλοιποι μέχρι τότε για να διεκδικήσουν ανθρώπινες συνθήκες ζωής. Κατά τη διάρκεια του Β΄ παγκοσμίου πολέμου, οι Γερμανοί συνέχισαν να συντηρούν και να ανεφοδιάζουν τους αρρώστους αλλά δεν τολμούσαν να εγκαταστήσουν φρουρά στο νησί. Αυτό έδωσε λίγη παραπάνω ελευθερία στους ασθενείς να ακούνε παράνομα τους ραδιοφωνικούς σταθμούς από το Κάιρο και το Λονδίνο. Μετά το 1957 για αρκετές δεκαετίες έμεινε αναξιοποίητη και μετά το ενδιαφέρον των πολυάριθμων τουριστών άρχισε να γίνεται συστηματική αναστήλωση και επισκευή των παλαιών κτισμάτων, των οχυρωματικών ενετικών τειχών, των παλαιών οικιών, των δρόμων κλπ. Από το 1948 και μετά ο αριθμός των λεπρών στη Σπιναλόγκα άρχισε να μειώνεται γιατί τότε ανακαλύφθηκε το πρώτο φάρμακο κατά της φρικτής αυτής αρρώστειας.
Σήμερα
Χιλιάδες επισκέπτες επισκέπτονται κάθε χρόνο το πανέμορφο αυτό νησάκι με καραβάκια που ξεκινούν από τον Άγιο Νικόλαο, την Ελούντα και την Πλάκα που βρίσκεται ακριβώς απέναντι στην στεριά και απέχει περίπου 800 μέτρα. Η ιστορία της Σπιναλόγκας μέχρι το 2005 δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστή. Όμως, το 2010 προβλήθηκε στην τηλεόραση, από τον τηλεοπτικό σταθμό Mega, «το νησί» βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Βικτόρια Χίσλοπ. Η σειρά εξιστορούσε όλη την ιστορία της Σπιναλόγκας μέσα από ένα δημιουργικό σενάριο. Επίσης, έχει γραφτεί κι ένα βιβλίο με τον ομώνυμο τίτλο και με την ίδια υπόθεση στο οποίο βασίστηκε και η σειρά. Η «ευλογημένη» πλέον για τους ντόπιους Βικτόρια Χίσλοπ συνέβαλε όσο κανείς άλλος ώστε η φήμη της Σπιναλόγκας και της Ελούντας να φθάσει μέχρι τα πέρατα της γης με τρόπο πρωτόγνωρο. Από τα βάθη των αιώνων η Σπιναλόγκα αποτελεί σύμβολο πολιτισμού. Ποιος όμως θα μπορούσε να φανταστεί ότι δεκαετίες αργότερα το νησί που έχει «εμποτιστεί» από πύρινα δάκρυα, θα άγγιζε τόσο πολύ τις ψυχές εκατομμυρίων ανά τον κόσμο.
Μετά την κατάληψη της Κρήτης το 1649 από τους Τούρκους η Σπιναλόγκα έμεινε ακόμη στα χέρια των Ενετών άλλα 65 χρόνια μέχρι το 1715, οπότε περιήλθε εκ νέου στους Οθωμανούς με συνθήκη επί Καπουδάν πασά. Μέχρι την παράδοσή της η Σπιναλόγκα αποτελούσε καταφύγιο χριστιανών που συνέρρεαν σε αυτό για να σωθούν. Αυτό οφείλεται στην άρτια οχύρωση της. Μετά την παράδοση της Σπιναλόγκας στους Τούρκους, εκατοντάδες από τους αιχμαλώτους χριστιανούς μεταφέρθηκαν στην Κρήτη και πουλήθηκαν ως δούλοι. Από αυτούς 139 - οι πιό γεροί - στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη για να δουλέψουν ως κωπηλάτες, και από αυτούς 19 πέθαναν στη διαδρομή. 466 πουλήθηκαν στην τοπική αγορά για περίπου 34.000 γρόσια, ενώ 11 δόθηκαν στον πασά των Χανίων. Στη Σπιναλόγκα έβρισκαν καταφύγιο και οι «Χαϊνηδες» , οι επαναστάτες Κρητικοί επαναστατούσαν συνεχώς μέχρι το 1898 που διαλύθηκε ο τουρκικός ζυγός στην Κρήτη.
Κατοχή
Το 1903 ψηφίστηκε από τη βουλή ο νόμος «Περί απομονώσεως των εν Κρήτη λεπρών», και το 1903 αυτός που προέβλεπε την εγκατάστασή τους στη Σπιναλόγκα, όπου το λεπροκομείο άρχισε να λειτουργεί το 1904. Η δύσκολη ζωή των αρρώστων που διέμεναν στο νησί έως το 1957, κατέστησε το νησί τόπο μαρτυρίου και ιστορικής μνήμης. Οι ασθενείς στην Σπιναλόγκα δικαιούνταν ένα μικρό επίδομα μηνιαίως, που συχνά δεν κάλυπτε τη διατροφή και τα φάρμακά τους. Οι ασθενείς ζούσαν στα πρόθυρα της εξαθλίωσης, αφού το μικρό μηνιαίο επίδομα που δικαιούνταν δεν μπορούσε να καλύψει τα φάρμακα και τα τρόφιμα που χρειαζόταν ο καθένας. Τα πράγματα άλλαξαν όταν στη Σπιναλόγκα έφτασε ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης, ένας τριτοετής φοιτητής της νομικής, που στα εικοσιένα του χρόνια διαγνώσθηκε με την ασθένεια. Ο Ρεμουνδάκης φαίνεται πως ήταν ο άνθρωπος που περιμένανε οι υπόλοιποι μέχρι τότε για να διεκδικήσουν ανθρώπινες συνθήκες ζωής. Κατά τη διάρκεια του Β΄ παγκοσμίου πολέμου, οι Γερμανοί συνέχισαν να συντηρούν και να ανεφοδιάζουν τους αρρώστους αλλά δεν τολμούσαν να εγκαταστήσουν φρουρά στο νησί. Αυτό έδωσε λίγη παραπάνω ελευθερία στους ασθενείς να ακούνε παράνομα τους ραδιοφωνικούς σταθμούς από το Κάιρο και το Λονδίνο. Μετά το 1957 για αρκετές δεκαετίες έμεινε αναξιοποίητη και μετά το ενδιαφέρον των πολυάριθμων τουριστών άρχισε να γίνεται συστηματική αναστήλωση και επισκευή των παλαιών κτισμάτων, των οχυρωματικών ενετικών τειχών, των παλαιών οικιών, των δρόμων κλπ. Από το 1948 και μετά ο αριθμός των λεπρών στη Σπιναλόγκα άρχισε να μειώνεται γιατί τότε ανακαλύφθηκε το πρώτο φάρμακο κατά της φρικτής αυτής αρρώστειας.
Σήμερα
Χιλιάδες επισκέπτες επισκέπτονται κάθε χρόνο το πανέμορφο αυτό νησάκι με καραβάκια που ξεκινούν από τον Άγιο Νικόλαο, την Ελούντα και την Πλάκα που βρίσκεται ακριβώς απέναντι στην στεριά και απέχει περίπου 800 μέτρα. Η ιστορία της Σπιναλόγκας μέχρι το 2005 δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστή. Όμως, το 2010 προβλήθηκε στην τηλεόραση, από τον τηλεοπτικό σταθμό Mega, «το νησί» βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Βικτόρια Χίσλοπ. Η σειρά εξιστορούσε όλη την ιστορία της Σπιναλόγκας μέσα από ένα δημιουργικό σενάριο. Επίσης, έχει γραφτεί κι ένα βιβλίο με τον ομώνυμο τίτλο και με την ίδια υπόθεση στο οποίο βασίστηκε και η σειρά. Η «ευλογημένη» πλέον για τους ντόπιους Βικτόρια Χίσλοπ συνέβαλε όσο κανείς άλλος ώστε η φήμη της Σπιναλόγκας και της Ελούντας να φθάσει μέχρι τα πέρατα της γης με τρόπο πρωτόγνωρο. Από τα βάθη των αιώνων η Σπιναλόγκα αποτελεί σύμβολο πολιτισμού. Ποιος όμως θα μπορούσε να φανταστεί ότι δεκαετίες αργότερα το νησί που έχει «εμποτιστεί» από πύρινα δάκρυα, θα άγγιζε τόσο πολύ τις ψυχές εκατομμυρίων ανά τον κόσμο.
Λέπρα ή νόσος του Χάνσεν
Η νόσος του Χάνσεν εξακολουθεί να ταλαιπωρεί ακόμα και σήμερα τους ανθρώπους. Είναι μια μολυσματική αρρώστια, χαρακτηρίζεται ως δερματική νόσος, από τη στιγμή που τα συμπτώματά της αφορούν πληγές στο δέρμα, ενώ επεκτατικά, επηρεάζει και τα νεύρα. Κατά συνέπεια, ο ασθενής της λέπρας δεν νιώθει τίποτα στα σημεία όπου παρουσιάζεται αυτή. Σε πολλές χώρες, όπως η Ελλάδα, η νόσος έχει εξαφανιστεί, σε αντίθεση με την Ινδία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική. Η λέπρα οφείλεται στο Μυκοβακτηρίδιο της λέπρας (mycobacterium leprae), που είναι συγγενικό με το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης. Ο μικροοργανισμός αυτός ανακαλύφθηκε από τον γιατρό G.A.Hansen το 1873, γι αυτό και η λέπρα λέγεται επίσημα Νόσος του Χάνσεν. Η νόσος είναι μεταδοτική όταν υπάρχει συχνή επαφή με ασθενή, αλλά το μεγαλύτερο μέρος (95%) του πληθυσμού έχει φυσική ανοσία. Μεταδίδεται μόνο μετά από μακροχρόνια επαφή κυρίως στο στενό συγγενικό περιβάλλον του αρρώστου και η θεραπεία γίνεται στο σπίτι. Σήμερα υπάρχουν φάρμακα που θεραπεύουν τη λέπρα και όσοι κάνουν την κατάλληλη θεραπεία μπορούν να έχουν μια κανονική ζωή χωρίς να μεταδίδουν την ασθένεια. Ωστόσο η λέξη «λεπρός» εξακολουθεί να αποτελεί κοινωνικό στίγμα και είναι ένας από τους κύριους λόγους που κάποιοι ασθενείς δεν αναζητούν ιατρική βοήθεια στα πρώτα στάδια της ασθένειας.
Συμπτώματα
Το κύριο σύμπτωμα της νόσου είναι η εμφάνιση μεμονωμένων κόκκινων κηλίδων στο δέρμα που μεγαλώνουν και εξαπλώνονται αργότερα σε όλο το σώμα. Ανάλογα με τον τύπο του δέρματος οι κηλίδες αυτές μπορεί να έχουν και άσπρο χρώμα. Η χροιά του δέρματος σε αυτά τα σημεία είναι διαφορετική παρουσιάζοντας διάφορες διηθήσεις. Τα μαλλιά σταδιακά γίνονται ξηρά και παρατηρείται πτώση των φρυδιών των βλεφαρίδων και απώλεια τριχών σε άλλα μέρη του σώματος. Εμφανίζονται παραμορφώσεις στα χέρια τα πόδια και το πρόσωπο. Μάλιστα στο πρόσωπο παρατηρείται πάχυνση των λοβίων που προκαλούν το φαινόμενο του "λεόντειου προσωπείου". Άλλα συμπτώματα είναι η αιμορραγία ή συνεχής συμφόρηση της μύτης και η καταστροφή του ρινικού διαφράγματος. Όταν προσβληθεί ο λάρυγγας παρουσιάζεται απώλεια της φωνής και δυσκολία στην αναπνοή. Συχνά παρατηρούνται βλάβες στα μάτια ή και απώλεια της όρασης λόγω προσβολής του οπτικού νεύρου. Είναι δυνατή και η προσβολή εσωτερικών οργάνων, όπως το ήπαρ, ο σπλήνας ή οι όρχεις, και τα νευρικά στελέχη. Η νευρική μορφή λέπρας χαρακτηρίζεται από προσβολή των νεύρων, που προκαλούν μυικές ατροφίες, τροφικές εξελκώσεις και βλάβες του δέρματος ανάλογες με την προηγούμενη μορφή. Λόγω της απονέκρωσης των νεύρων ο ασθενής δε νιώθει πόνο, κρύο ή ζέστη σε αυτά τα σημεία. Η αναισθησία αυτή μπορεί να προκαλέσει τραυματισμούς τους οποίους δεν αντιλαμβάνεται το άτομο και μπορεί να οδηγήσουν σε μολύνσεις ή και ακρωτηριασμούς αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα. Η λέπρα, αυτή καθεαυτή, γενικά δε θεωρείται θανατηφόρος ασθένεια. Ο θάνατος μπορεί να επέλθει από τις συνέπειες της νόσου, όπως μολύνσεις ή φυματίωση.
Θεραπεία
Το 1948, θα ανακαλυφθεί στην Αμερική το πρώτο φάρμακο για την αντιμετώπιση της λέπρας και σταδιακά η Σπιναλόγκα θα αδειάζει μέχρι και το 1957 που αποχώρησαν και οι τελευταίοι ασθενείς, οπότε και έκλεισε. Οι εναπομείναντες χανσενικοί που δεν είχαν θεραπευτεί ακόμη, μετακομίστηκαν στο λεπροκομείο της «Αγίας Βαρβάρας» στο Αιγάλεω, μεταξύ αυτών κι ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης. Κάποιοι ασθενείς αντιμετώπιζαν με μεγάλη επιφύλαξη -και όχι αβάσιμα- την επιστροφή τους στο περιβάλλον που ζούσαν πριν μπουν στην Σπιναλόγκα, λόγω του «στίγματος» που κουβαλούσαν, φοβούμενοι την κοινωνική απόρριψη. Ο μόνος που λέγεται ότι αρνήθηκε πεισματικά να εγκαταλείψει το νησί, ήταν ένας λυράρης από το Ρέθυμνο, ο Αντώνης Παπαδάκης ή «Καρεκλάς», ο οποίος παρ’ ότι δεν ήταν ασθενής είχε αποφασίσει να ζήσει στην Σπιναλόγκα μαζί με τους λεπρούς. Εξακολουθούσε να ζει στο νησί, τρώγοντας αγριόχορτα και σαύρες, και παίζοντας τη λύρα του, έως ότου οι αρχές τον έφεραν με την βία πίσω στον πολιτισμό, αν και ίδιος προτίμησε την απομόνωση από τον κόσμο και εκφραζόταν μόνο με την μουσική του (η περίπτωσή του καταγράφηκε στην ταινία μικρού μήκους του 1968 «Letzte Worte» [«Τελευταία λέξη»] του Werner Herzog). Όπως λέγονταν, είχε τρελαθεί… Πλέον, η επώαση της ασθένειας μπορεί να διαρκέσει από 2 έως και 30 χρόνια όπως έχει παρατηρηθεί. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι διάφορα αντιβιοτικά, που χορηγούνται σε δόσεις ανάλογα με το βάρος και την ηλικία του ασθενούς. Το φυτό Centella asiatica και τα εκχυλίσματα του (ενδομυϊκά, τοπικά ή μέσω κατάποσης) έχουν χρησιμοποιηθεί για να αντιμετωπιστούν οι δερματικές εκδηλώσεις της πάθησης.
Η νόσος του Χάνσεν εξακολουθεί να ταλαιπωρεί ακόμα και σήμερα τους ανθρώπους. Είναι μια μολυσματική αρρώστια, χαρακτηρίζεται ως δερματική νόσος, από τη στιγμή που τα συμπτώματά της αφορούν πληγές στο δέρμα, ενώ επεκτατικά, επηρεάζει και τα νεύρα. Κατά συνέπεια, ο ασθενής της λέπρας δεν νιώθει τίποτα στα σημεία όπου παρουσιάζεται αυτή. Σε πολλές χώρες, όπως η Ελλάδα, η νόσος έχει εξαφανιστεί, σε αντίθεση με την Ινδία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική. Η λέπρα οφείλεται στο Μυκοβακτηρίδιο της λέπρας (mycobacterium leprae), που είναι συγγενικό με το μυκοβακτηρίδιο της φυματίωσης. Ο μικροοργανισμός αυτός ανακαλύφθηκε από τον γιατρό G.A.Hansen το 1873, γι αυτό και η λέπρα λέγεται επίσημα Νόσος του Χάνσεν. Η νόσος είναι μεταδοτική όταν υπάρχει συχνή επαφή με ασθενή, αλλά το μεγαλύτερο μέρος (95%) του πληθυσμού έχει φυσική ανοσία. Μεταδίδεται μόνο μετά από μακροχρόνια επαφή κυρίως στο στενό συγγενικό περιβάλλον του αρρώστου και η θεραπεία γίνεται στο σπίτι. Σήμερα υπάρχουν φάρμακα που θεραπεύουν τη λέπρα και όσοι κάνουν την κατάλληλη θεραπεία μπορούν να έχουν μια κανονική ζωή χωρίς να μεταδίδουν την ασθένεια. Ωστόσο η λέξη «λεπρός» εξακολουθεί να αποτελεί κοινωνικό στίγμα και είναι ένας από τους κύριους λόγους που κάποιοι ασθενείς δεν αναζητούν ιατρική βοήθεια στα πρώτα στάδια της ασθένειας.
Συμπτώματα
Το κύριο σύμπτωμα της νόσου είναι η εμφάνιση μεμονωμένων κόκκινων κηλίδων στο δέρμα που μεγαλώνουν και εξαπλώνονται αργότερα σε όλο το σώμα. Ανάλογα με τον τύπο του δέρματος οι κηλίδες αυτές μπορεί να έχουν και άσπρο χρώμα. Η χροιά του δέρματος σε αυτά τα σημεία είναι διαφορετική παρουσιάζοντας διάφορες διηθήσεις. Τα μαλλιά σταδιακά γίνονται ξηρά και παρατηρείται πτώση των φρυδιών των βλεφαρίδων και απώλεια τριχών σε άλλα μέρη του σώματος. Εμφανίζονται παραμορφώσεις στα χέρια τα πόδια και το πρόσωπο. Μάλιστα στο πρόσωπο παρατηρείται πάχυνση των λοβίων που προκαλούν το φαινόμενο του "λεόντειου προσωπείου". Άλλα συμπτώματα είναι η αιμορραγία ή συνεχής συμφόρηση της μύτης και η καταστροφή του ρινικού διαφράγματος. Όταν προσβληθεί ο λάρυγγας παρουσιάζεται απώλεια της φωνής και δυσκολία στην αναπνοή. Συχνά παρατηρούνται βλάβες στα μάτια ή και απώλεια της όρασης λόγω προσβολής του οπτικού νεύρου. Είναι δυνατή και η προσβολή εσωτερικών οργάνων, όπως το ήπαρ, ο σπλήνας ή οι όρχεις, και τα νευρικά στελέχη. Η νευρική μορφή λέπρας χαρακτηρίζεται από προσβολή των νεύρων, που προκαλούν μυικές ατροφίες, τροφικές εξελκώσεις και βλάβες του δέρματος ανάλογες με την προηγούμενη μορφή. Λόγω της απονέκρωσης των νεύρων ο ασθενής δε νιώθει πόνο, κρύο ή ζέστη σε αυτά τα σημεία. Η αναισθησία αυτή μπορεί να προκαλέσει τραυματισμούς τους οποίους δεν αντιλαμβάνεται το άτομο και μπορεί να οδηγήσουν σε μολύνσεις ή και ακρωτηριασμούς αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα. Η λέπρα, αυτή καθεαυτή, γενικά δε θεωρείται θανατηφόρος ασθένεια. Ο θάνατος μπορεί να επέλθει από τις συνέπειες της νόσου, όπως μολύνσεις ή φυματίωση.
Θεραπεία
Το 1948, θα ανακαλυφθεί στην Αμερική το πρώτο φάρμακο για την αντιμετώπιση της λέπρας και σταδιακά η Σπιναλόγκα θα αδειάζει μέχρι και το 1957 που αποχώρησαν και οι τελευταίοι ασθενείς, οπότε και έκλεισε. Οι εναπομείναντες χανσενικοί που δεν είχαν θεραπευτεί ακόμη, μετακομίστηκαν στο λεπροκομείο της «Αγίας Βαρβάρας» στο Αιγάλεω, μεταξύ αυτών κι ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης. Κάποιοι ασθενείς αντιμετώπιζαν με μεγάλη επιφύλαξη -και όχι αβάσιμα- την επιστροφή τους στο περιβάλλον που ζούσαν πριν μπουν στην Σπιναλόγκα, λόγω του «στίγματος» που κουβαλούσαν, φοβούμενοι την κοινωνική απόρριψη. Ο μόνος που λέγεται ότι αρνήθηκε πεισματικά να εγκαταλείψει το νησί, ήταν ένας λυράρης από το Ρέθυμνο, ο Αντώνης Παπαδάκης ή «Καρεκλάς», ο οποίος παρ’ ότι δεν ήταν ασθενής είχε αποφασίσει να ζήσει στην Σπιναλόγκα μαζί με τους λεπρούς. Εξακολουθούσε να ζει στο νησί, τρώγοντας αγριόχορτα και σαύρες, και παίζοντας τη λύρα του, έως ότου οι αρχές τον έφεραν με την βία πίσω στον πολιτισμό, αν και ίδιος προτίμησε την απομόνωση από τον κόσμο και εκφραζόταν μόνο με την μουσική του (η περίπτωσή του καταγράφηκε στην ταινία μικρού μήκους του 1968 «Letzte Worte» [«Τελευταία λέξη»] του Werner Herzog). Όπως λέγονταν, είχε τρελαθεί… Πλέον, η επώαση της ασθένειας μπορεί να διαρκέσει από 2 έως και 30 χρόνια όπως έχει παρατηρηθεί. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι διάφορα αντιβιοτικά, που χορηγούνται σε δόσεις ανάλογα με το βάρος και την ηλικία του ασθενούς. Το φυτό Centella asiatica και τα εκχυλίσματα του (ενδομυϊκά, τοπικά ή μέσω κατάποσης) έχουν χρησιμοποιηθεί για να αντιμετωπιστούν οι δερματικές εκδηλώσεις της πάθησης.