«δες, αιωρείται
της ζωής η άκρη ψάχνει,
ντύνει το σώμα»
Είναι το χαϊκού του Σταύρου Παρχαρίδη που υποδέχεται τον επισκέπτη της έκθεσης «Προλεγόμενες: Ιστορίες που ντύθηκε το σώμα», η οποία παρουσιάζεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Είναι το σύντομο κείμενο που συνοδεύει τη φωτογραφία του γνωστού σκηνοθέτη η οποία εικονίζει το κιμονό που δημιούργησε η μια από τους πέντε καλλιτέχνες της παρουσίασης, Μαρία Παπατζέλου, στο δάσος Αμαδρυάς στο Φίλυρο Θεσσαλονίκης λίγο πριν το έκθεμα ταξιδέψει στο Κυότο για μια έκθεση στον Ναό Hogonji.
Σε μια περίοδο που οι ψηφιακές δράσεις έχουν αντικαταστήσει ως επί το πλείστον τη φυσική παρουσία το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης επιμένει σε μια έκθεση στους χώρους του, που αναδεικνύει μια σειρά έργων με κυρίαρχες αναπαραστάσεις για τη γυναίκα και το γυναικείο σώμα δίνοντας σε όλα αυτά έναν αέρα… Ανατολής, μια αίσθηση ιαπωνικής κουλτούρας. « Πρόκειται για σχόλια πάνω στις αναπαραστάσεις αυτές και πώς μπορεί από την πλευρά μιας γυναίκας να βιώνεται μια τέτοια κατάσταση», λέει στο makthes.gr η αρχαιολόγος και προϊσταμένη του Τμήματος Λίθινων Τοιχογραφιών και Ψηφιδωτών του μουσείου Στυλιανή Γκαλινίκη.
Η ίδια μας ξεναγεί στους χώρους συστήνοντάς μας τα έργα που υπογράφουν δύο γυναίκες και τρεις άντρες (Μαρία Παπατζέλου, Βάγια Πολίτη, Σταύρος Παρχαρίδης, Masashi Nakamura, Everett Kennedy Brown) . Σ’ αυτά μύθοι και παραδόσεις μπλέκονται με κοινωνικούς ρόλους, απαγορεύσεις και προσταγές, ενώ υπερφυσικές δυνάμεις αναμειγνύονται με επιθυμίες, όνειρα, αμφιβολίες και συναντούν ανάγκες ή δυνατότητες σε έργα με κυρίαρχο υλικό το χαρτί, τα πολυτελή υφάσματα, τις λέξεις…
Ένα έργο που έχει τη δική του ζωή
Στο κέντρο του χώρου δεσπόζει το «Δεύτερο δέρμα» της Μαρίας Παπατζέλου, μια εγκατάσταση που περιλαμβάνει ένα κιμονό σε φυσικό μέγεθος (ύψος 1,60 μ.) με ζωγραφισμένα φυτικά μοτίβα και επικολλημένα θραύσματα από χάρτες, και τη ζώνη του Obi (3x0,30 μ.) με φύλλα χρυσού, και τα δύο φτιαγμένα από χειροποίητο ιαπωνικό χαρτί Washi, ένα έργο που γίνεται η έμπνευση για τους τρεις φωτογράφους της έκθεσης.
Η καλλιτέχνης αφορμάται, ως ένας Λευκάδιος Χερν του καιρού μας, από την πλούσια ιαπωνική παράδοση. Το κιμονό αιωρείται ανοιχτό, ενώ το σώμα λείπει είτε γιατί αποζητά την ελευθερία είτε γιατί μπορεί κάποιες κοινωνικές επιταγές που το αφορούν να επιβάλλονται ερήμην της θέλησης των γυναικών», επισημαίνει η κ. Γκαλινίκη.
Οι «Αφορισμοί» σε πρώτο πλάνο
Παραδίπλα, «Το κουτί της Πανδώρας» της Βάγιας Πολίτη είναι ένα πρωτότυπο εικαστικό βιβλίο, ζωγραφισμένο με μικτή τεχνική σε χοντρό χειροποίητο χαρτί (0,52 x 0,29 x 0,044μ.). Το έργο αυτό του 2016 διηγείται μια σύγχρονη εκδοχή του γνωστού κουτιού της γυναίκας που παρουσιάζεται ως υπεηύθυνη για όλα τα δεινά του κόσμου, ενώ ως κατασκευή ανακυκλώνει έργα της ιστορίας της τέχνης διαπραγματευόμενο τις αναπαραστάσεις του θηλυκού. "Η καλλιτέχνης απέκτησε πρόσβαση στη συλλογή του μεγάλου βιβλιόφιλου Λουίς Μεντάρτ του 19ου αιώνα ‘Περί κολάσεως των γυναικών’ που σχετιζόταν με τα ελαττώματα του σώματος των γυναικών, με τίτλους που αφορούσαν την κοινωνική θέση της γυναίκας και την προσέγγισή της ως ύπαρξης σαν ένα ελαττωματικό πλάσμα το οποίο χρειάζεται επιδιόρθωση ακόμη και δια της βίας όπως ας πούμε ‘η χρησιμότητα της μαστίγωσης στον γάμο’. Έτσι δημιούργησε αυτό το έργο εμπνευσμένη από αυτό αλλά και από μια συλλογή εικόνων με σημαντικά έργα τέχνης της Δύσης που συγκρότησε η Βάγια Πολίτη ονομάζοντάς την «Όψεις του θηλυκού» », λέει η κ. Γκαλινίκη.
Κοντά σε αυτό ένα άλλο βιβλίο της ίδιας δημιουργού με τον γενικό τίτλο «Αφορισμοί» συντίθεται από τρία ξεχωριστά χειροποίητα κομμάτια («Mea Culpa», «Απώλεια» και «De Facto»), που συνοδεύονται από κείμενα και φωτογραφίες, έχουν δε κατασκευαστεί με την τεχνική origami, ενώ αξιοσημείωτο είναι πως ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα φορώντας γάντια να αγγίξει και να ξεφυλλίσει τα βιβλία αυτά.
Όσο ξεναγούμαι στην έκθεση από την ίδια σκέφτομαι πως σ’ αυτή συνυπάρχουν ποικίλες εικαστικές αφηγήσεις. Πέτρες που χρησιμοποιούνται ως ελαφριά εμπόδια για να μην εισχωρήσει κάποιος «ανεπιθύμητος» στην τελετή του τσαγιού, ένα ακόμη βιβλίο χαϊκού της Παπατζέλου, ένα αυθεντικό κιμονό των αρχών του 2ου αιώνα - παλτό νύφης και ζώνη που από μόνα τους αποτελούν ενιαίο έργο τέχνης, ένας καθρέφτης που χρησιμεύει ως αντικατοπτρισμός αντικειμένων.
Πιο πέρα οι τρεις άντρες της έκθεσης, φωτογράφοι Everett Kennedy Brown, Masashi Nakamura και Σταύρος Παρχαρίδης προσεγγίζουν φωτογραφικά το κιμονό που δημιούργησε η Μαρία Παπατζέλου, τοποθετημένο σε διαφορετικά περιβάλλοντα: ως ονειρική οπτασία στο δάσος, ως θεότητα σε ναό του Κυότο, ως ρούχο μιας νεαρής Γιαπωνέζας που θέλει να διατηρήσει ζωντανές τις παραδόσεις της χώρας της «ενδυόμενη» εκ νέου τις ιστορίες. Ο πρώτος φωτογραφίζει το πολύ γνωστό, άλλοτε μανεκέν του Μιγιάκι, Τζούνκο Κακιζάκι να το φοράει, ενώ σε μια άλλη εικόνα του «παίζει» με το μοντέλο και τη ζώνη παρομοιάζοντάς την ίσως με ένα χρυσό ποτάμι που ενώνει τον κάτω κόσμο με τον πάνω, το ορατό με το αόρατο. Ο δεύτερος το απαθανατίζει σαν θεότητα μέσα στο ιερό του ναού του Κυότο όπου η ζώνη τοποθετείται σαν διάδρομος που ενώνει τον χρόνο και την ιστορία. Τέλος, στην εικόνα του τρίτου το κιμονό μοιάζει σαν μια οπτασία, σαν αιθέρια ύπαρξη μέσα στο δάσος.
Στη διάρκεια της ξενάγησης ήχοι Ανατολής ακούγονται στον χώρο. Είναι το βίντεο που προβάλλει ένα απόσπασμα της ψηφιακής ξενάγησης της έκθεσης σε σκηνοθεσία Σταύρου Παρχαρίδη, την οποία βρίσκει ο χρήστης του διαδικτύου στην ιστοσελίδα του Μουσείου, καθώς και άλλα βίντεο που έστειλαν οι καλλιτέχνες ειδικά για την έκθεση. Ολοκληρώνοντας την περιήγηση διαπιστώνει πως η παρουσίαση καταρρίπτει αναμφισβήτητα τα στεγανά που ίσως περίμενε κάποιος από έναν τέτοιο οργανισμό. «Ένα αρχαιολογικό μουσείο είναι καλό να σε βάζει να επαναπροσεγγίσεις το παρελθόν και άρα και το παρόν. Στη συγκεκριμένη έκθεση βλέπουμε ότι δεν αποτελεί ταμπού να επαναδιαπραγματευτεί ένα έργο, γιατί ο ένας καλλιτέχνης εμπνέει τον άλλον και εμπνέεται από αυτόν. Έτσι προκύπτουν καινούρια πράγματα και οι άνθρωποι προχωρούν. Εξάλλου, αν δεν κατανοήσεις δεν μπορείς να επινοήσεις», καταλήγει η κ Γκαλινίκη.
Η έκθεση που επιμελήθηκε η ίδια μαζί με τη Μαρία Παπατζέλου θα διαρκέσει έως τις 15 Νοεμβρίου.
Χώρος: αίθουσα «Ιουλία Βοκοτοπούλου»
της ζωής η άκρη ψάχνει,
ντύνει το σώμα»
Είναι το χαϊκού του Σταύρου Παρχαρίδη που υποδέχεται τον επισκέπτη της έκθεσης «Προλεγόμενες: Ιστορίες που ντύθηκε το σώμα», η οποία παρουσιάζεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Είναι το σύντομο κείμενο που συνοδεύει τη φωτογραφία του γνωστού σκηνοθέτη η οποία εικονίζει το κιμονό που δημιούργησε η μια από τους πέντε καλλιτέχνες της παρουσίασης, Μαρία Παπατζέλου, στο δάσος Αμαδρυάς στο Φίλυρο Θεσσαλονίκης λίγο πριν το έκθεμα ταξιδέψει στο Κυότο για μια έκθεση στον Ναό Hogonji.
Σε μια περίοδο που οι ψηφιακές δράσεις έχουν αντικαταστήσει ως επί το πλείστον τη φυσική παρουσία το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης επιμένει σε μια έκθεση στους χώρους του, που αναδεικνύει μια σειρά έργων με κυρίαρχες αναπαραστάσεις για τη γυναίκα και το γυναικείο σώμα δίνοντας σε όλα αυτά έναν αέρα… Ανατολής, μια αίσθηση ιαπωνικής κουλτούρας. « Πρόκειται για σχόλια πάνω στις αναπαραστάσεις αυτές και πώς μπορεί από την πλευρά μιας γυναίκας να βιώνεται μια τέτοια κατάσταση», λέει στο makthes.gr η αρχαιολόγος και προϊσταμένη του Τμήματος Λίθινων Τοιχογραφιών και Ψηφιδωτών του μουσείου Στυλιανή Γκαλινίκη.
Η ίδια μας ξεναγεί στους χώρους συστήνοντάς μας τα έργα που υπογράφουν δύο γυναίκες και τρεις άντρες (Μαρία Παπατζέλου, Βάγια Πολίτη, Σταύρος Παρχαρίδης, Masashi Nakamura, Everett Kennedy Brown) . Σ’ αυτά μύθοι και παραδόσεις μπλέκονται με κοινωνικούς ρόλους, απαγορεύσεις και προσταγές, ενώ υπερφυσικές δυνάμεις αναμειγνύονται με επιθυμίες, όνειρα, αμφιβολίες και συναντούν ανάγκες ή δυνατότητες σε έργα με κυρίαρχο υλικό το χαρτί, τα πολυτελή υφάσματα, τις λέξεις…
Ένα έργο που έχει τη δική του ζωή
Στο κέντρο του χώρου δεσπόζει το «Δεύτερο δέρμα» της Μαρίας Παπατζέλου, μια εγκατάσταση που περιλαμβάνει ένα κιμονό σε φυσικό μέγεθος (ύψος 1,60 μ.) με ζωγραφισμένα φυτικά μοτίβα και επικολλημένα θραύσματα από χάρτες, και τη ζώνη του Obi (3x0,30 μ.) με φύλλα χρυσού, και τα δύο φτιαγμένα από χειροποίητο ιαπωνικό χαρτί Washi, ένα έργο που γίνεται η έμπνευση για τους τρεις φωτογράφους της έκθεσης.
Η καλλιτέχνης αφορμάται, ως ένας Λευκάδιος Χερν του καιρού μας, από την πλούσια ιαπωνική παράδοση. Το κιμονό αιωρείται ανοιχτό, ενώ το σώμα λείπει είτε γιατί αποζητά την ελευθερία είτε γιατί μπορεί κάποιες κοινωνικές επιταγές που το αφορούν να επιβάλλονται ερήμην της θέλησης των γυναικών», επισημαίνει η κ. Γκαλινίκη.
Οι «Αφορισμοί» σε πρώτο πλάνο
Παραδίπλα, «Το κουτί της Πανδώρας» της Βάγιας Πολίτη είναι ένα πρωτότυπο εικαστικό βιβλίο, ζωγραφισμένο με μικτή τεχνική σε χοντρό χειροποίητο χαρτί (0,52 x 0,29 x 0,044μ.). Το έργο αυτό του 2016 διηγείται μια σύγχρονη εκδοχή του γνωστού κουτιού της γυναίκας που παρουσιάζεται ως υπεηύθυνη για όλα τα δεινά του κόσμου, ενώ ως κατασκευή ανακυκλώνει έργα της ιστορίας της τέχνης διαπραγματευόμενο τις αναπαραστάσεις του θηλυκού. "Η καλλιτέχνης απέκτησε πρόσβαση στη συλλογή του μεγάλου βιβλιόφιλου Λουίς Μεντάρτ του 19ου αιώνα ‘Περί κολάσεως των γυναικών’ που σχετιζόταν με τα ελαττώματα του σώματος των γυναικών, με τίτλους που αφορούσαν την κοινωνική θέση της γυναίκας και την προσέγγισή της ως ύπαρξης σαν ένα ελαττωματικό πλάσμα το οποίο χρειάζεται επιδιόρθωση ακόμη και δια της βίας όπως ας πούμε ‘η χρησιμότητα της μαστίγωσης στον γάμο’. Έτσι δημιούργησε αυτό το έργο εμπνευσμένη από αυτό αλλά και από μια συλλογή εικόνων με σημαντικά έργα τέχνης της Δύσης που συγκρότησε η Βάγια Πολίτη ονομάζοντάς την «Όψεις του θηλυκού» », λέει η κ. Γκαλινίκη.
Κοντά σε αυτό ένα άλλο βιβλίο της ίδιας δημιουργού με τον γενικό τίτλο «Αφορισμοί» συντίθεται από τρία ξεχωριστά χειροποίητα κομμάτια («Mea Culpa», «Απώλεια» και «De Facto»), που συνοδεύονται από κείμενα και φωτογραφίες, έχουν δε κατασκευαστεί με την τεχνική origami, ενώ αξιοσημείωτο είναι πως ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα φορώντας γάντια να αγγίξει και να ξεφυλλίσει τα βιβλία αυτά.
Όσο ξεναγούμαι στην έκθεση από την ίδια σκέφτομαι πως σ’ αυτή συνυπάρχουν ποικίλες εικαστικές αφηγήσεις. Πέτρες που χρησιμοποιούνται ως ελαφριά εμπόδια για να μην εισχωρήσει κάποιος «ανεπιθύμητος» στην τελετή του τσαγιού, ένα ακόμη βιβλίο χαϊκού της Παπατζέλου, ένα αυθεντικό κιμονό των αρχών του 2ου αιώνα - παλτό νύφης και ζώνη που από μόνα τους αποτελούν ενιαίο έργο τέχνης, ένας καθρέφτης που χρησιμεύει ως αντικατοπτρισμός αντικειμένων.
Πιο πέρα οι τρεις άντρες της έκθεσης, φωτογράφοι Everett Kennedy Brown, Masashi Nakamura και Σταύρος Παρχαρίδης προσεγγίζουν φωτογραφικά το κιμονό που δημιούργησε η Μαρία Παπατζέλου, τοποθετημένο σε διαφορετικά περιβάλλοντα: ως ονειρική οπτασία στο δάσος, ως θεότητα σε ναό του Κυότο, ως ρούχο μιας νεαρής Γιαπωνέζας που θέλει να διατηρήσει ζωντανές τις παραδόσεις της χώρας της «ενδυόμενη» εκ νέου τις ιστορίες. Ο πρώτος φωτογραφίζει το πολύ γνωστό, άλλοτε μανεκέν του Μιγιάκι, Τζούνκο Κακιζάκι να το φοράει, ενώ σε μια άλλη εικόνα του «παίζει» με το μοντέλο και τη ζώνη παρομοιάζοντάς την ίσως με ένα χρυσό ποτάμι που ενώνει τον κάτω κόσμο με τον πάνω, το ορατό με το αόρατο. Ο δεύτερος το απαθανατίζει σαν θεότητα μέσα στο ιερό του ναού του Κυότο όπου η ζώνη τοποθετείται σαν διάδρομος που ενώνει τον χρόνο και την ιστορία. Τέλος, στην εικόνα του τρίτου το κιμονό μοιάζει σαν μια οπτασία, σαν αιθέρια ύπαρξη μέσα στο δάσος.
Στη διάρκεια της ξενάγησης ήχοι Ανατολής ακούγονται στον χώρο. Είναι το βίντεο που προβάλλει ένα απόσπασμα της ψηφιακής ξενάγησης της έκθεσης σε σκηνοθεσία Σταύρου Παρχαρίδη, την οποία βρίσκει ο χρήστης του διαδικτύου στην ιστοσελίδα του Μουσείου, καθώς και άλλα βίντεο που έστειλαν οι καλλιτέχνες ειδικά για την έκθεση. Ολοκληρώνοντας την περιήγηση διαπιστώνει πως η παρουσίαση καταρρίπτει αναμφισβήτητα τα στεγανά που ίσως περίμενε κάποιος από έναν τέτοιο οργανισμό. «Ένα αρχαιολογικό μουσείο είναι καλό να σε βάζει να επαναπροσεγγίσεις το παρελθόν και άρα και το παρόν. Στη συγκεκριμένη έκθεση βλέπουμε ότι δεν αποτελεί ταμπού να επαναδιαπραγματευτεί ένα έργο, γιατί ο ένας καλλιτέχνης εμπνέει τον άλλον και εμπνέεται από αυτόν. Έτσι προκύπτουν καινούρια πράγματα και οι άνθρωποι προχωρούν. Εξάλλου, αν δεν κατανοήσεις δεν μπορείς να επινοήσεις», καταλήγει η κ Γκαλινίκη.
Η έκθεση που επιμελήθηκε η ίδια μαζί με τη Μαρία Παπατζέλου θα διαρκέσει έως τις 15 Νοεμβρίου.
Χώρος: αίθουσα «Ιουλία Βοκοτοπούλου»