Το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο βρίσκεται μπροστά σε ένα ιστορικό βήμα της ακαδημαϊκής ιστορίας του. Μιλώντας στην «Κ» ο πρύτανης του εμβληματικού ιδρύματος Ανδρέας Μπουντουβής ανέφερε ότι το ΕΜΠ θα συνεργαστεί με το κορυφαίο αμερικανικό πανεπιστήμιο Columbia για την κατάρτιση του πρώτου διπλού διπλώματος (dual degree). Φοιτητές των δύο πανεπιστημίων θα ολοκληρώσουν δύο διαφορετικά εκπαιδευτικά προγράμματα στη Νέα Υόρκη, έδρα του Columbia, και στην Αθήνα. Δέκα αριστούχοι φοιτητές από την Ελλάδα θα κάνουν ένα μέρος των σπουδών τους στο αμερικανικό πανεπιστήμιο, το οποίο θα «στείλει» άλλους τόσους στο ΕΜΠ. Τα διπλά διπλώματα είναι μια σύγχρονη επιλογή για τους φοιτητές με στόχο να αποκτήσουν ακαδημαϊκό υπόβαθρο και δεξιότητες από δύο διαφορετικά ΑΕΙ.
Δέκα εξάμηνα
Ειδικότερα, τo πρόγραμμα με την επιτυχή ολοκλήρωσή του θα οδηγεί στην απονομή δύο διπλωμάτων: το μεταπτυχιακό σε διάφορες ειδικότητες μηχανικών από το Columbia και το δίπλωμα (integrated master) από το ΕΜΠ. Το πρόγραμμα αναμένεται να διαρκέσει συνολικά 10 εξάμηνα, από τα οποία οκτώ εξάμηνα στο ΕΜΠ και δύο στο Columbia. Η έναρξή του, μετά την ολοκλήρωση των διαδικαστικών πτυχών, τοποθετείται το 2022.
Ωστόσο, υπάρχουν δυσκολίες που συνδέονται με ασυμβατότητες, όπως οι τετραετείς προπτυχιακές σπουδές στις ΗΠΑ σε αντίστιξη με τις πενταετείς σπουδές στο ΕΜΠ, η εκπόνηση διπλωματικής εργασίας και άλλα· εντούτοις έχουν μελετηθεί επαρκώς και η αντιμετώπισή τους έχει ληφθεί υπόψη στο σχέδιο συμφωνίας. Να τονισθεί ότι η επιλογή των φοιτητών που θα συμμετάσχουν σε αυτό το πρόγραμμα θα βασίζεται αποκλειστικά στην επίδοσή τους στις σπουδές και στο επίπεδο γνώσης της αγγλικής γλώσσας. Ο αριθμός των φοιτητών που θα λάβουν μέρος στο πρόγραμμα για πρώτη φορά δεν θα ξεπερνάει τους δέκα. Οι φοιτητές του Columbia θα πάρουν master από το ΕΜΠ με μαθήματα που συνάδουν με την κατεύθυνση του διπλώματός τους για να συμπληρώσουν τις απαραίτητες διδακτικές μονάδες για το πτυχίο τους. Στη συμφωνία μεταξύ των δύο ΑΕΙ έχει διατυπωθεί η ομολογία τμημάτων, κάτι που σημαίνει ότι οι φοιτητές των δύο ανώτατων ιδρυμάτων θα ενταχθούν στο τμήμα που αντιστοιχεί με αυτό στο οποίο φοιτούν στο «μητρικό» τους πανεπιστήμιο. Μόνες εξαιρέσεις είναι δύο: για την Αρχιτεκτονική Σχολή και τη Σχολή Ναυπηγών του ΕΜΠ δεν υπάρχουν αντίστοιχα τμήματα στο Columbia. Για τον λόγο αυτό οι Ελληνες φοιτητές των δύο αυτών σχολών στο Columbia θα ενταχθούν: στο τμήμα μηχανολόγων οι ναυπηγοί, και στο Graduate School –κέλυφος που έχει όλα τα μαθήματα– οι της αρχιτεκτονικής.
«Τα πανεπιστήμια των ΗΠΑ –όπως και τα ευρωπαϊκά– έχουν μεγάλη εμπειρία και βάζουν σε υψηλή προτεραιότητα τις διεθνείς ακαδημαϊκές συνεργασίες. Η είσοδος του ΕΜΠ σε αυτόν τον χορό, σε επίπεδο προπτυχιακών σπουδών, είναι σημαντική πρόκληση γιατί μας καλεί σε απαιτητική άσκηση προσαρμογής σε διεθνώς καθιερωμένες πρακτικές. Μεταξύ αυτών είναι και η διδασκαλία στην αγγλική, δεδομένης της αμοιβαιότητας στην κινητικότητα φοιτητών μεταξύ των δύο ιδρυμάτων», παρατηρεί ο κ. Μπουντουβής.
Την ίδια στιγμή, οι απαιτήσεις σε χρηματοδότηση του διπλού διπλώματος Columbia – ΕΜΠ είναι μεγάλες, και κυρίως για τους Ελληνες φοιτητές, οι οποίοι θα πρέπει να πληρώσουν για διαμονή στις ΗΠΑ αλλά και να επωμιστούν το κόστος φοίτησης. Οι Ελληνες θα πληρώνουν δίδακτρα στο Columbia, σε αντίθεση με τους φοιτητές του αμερικανικού ιδρύματος που θα έλθουν στην Ελλάδα.
Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να αναζητηθεί χρηματοδότηση από κοινωφελείς φορείς. Επίσης, θα επιδιωχθεί να υπάρξει οικονομική ενίσχυση των Ελλήνων φοιτητών από οργανώσεις της διασποράς.
Σε τρεις άξονες
Δεν είναι η πρώτη φορά βεβαίως, που το ΕΜΠ έχει συνεργασία με το Columbia. Ενδεικτικά, μόλις εγκρίθηκε συνεργασία μεταξύ της σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΕΜΠ και του τμήματος Βιοϊατρικής Τεχνολογίας στη Σχολή Μηχανικών και Εφαρμοσμένων Επιστημών του Columbia. Τη γέφυρα έστησαν η Ελληνίδα Ελίζα Κονοφάγου, καθηγήτρια στο τμήμα του Columbia και η Κωνσταντίνα Νικήτα, καθηγήτρια στη σχολή του ΕΜΠ. Οπως ανέφεραν στην «Κ» οι δύο καθηγήτριες, η συνεργασία θα αναπτυχθεί σε τρεις άξονες: σε κοινά προγράμματα με συνεπίβλεψη, σε κοινά ερευνητικά έργα και στην ανταλλαγή πανεπιστημιακών και φοιτητών σε θέματα βιοϊατρικής μηχανικής. Η έναρξη της συνεργασίας προγραμματίζεται να γίνει έως τα τέλη του προσεχούς Μαΐου –ή νωρίτερα εάν το επιτρέψει η εξέλιξη της πανδημίας– και για την υλοποίησή της συμβάλλει το Ιδρυμα Μποδοσάκη.
Οπως τονίζει στην «Κ» ο κ. Μπουντουβής, «η επιτυχία της συστηματικής προσπάθειας που καταβάλλει το υπουργείο Παιδείας για την ενίσχυση της εξωστρέφειας των ελληνικών πανεπιστημίων, και ειδικότερα της οικοδόμησης ιδρυματικών σχέσεων με πανεπιστήμια των ΗΠΑ σε επίπεδο προπτυχιακών σπουδών, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική υποστήριξη του εγχειρήματος ακόμη και στην αρχική, πιλοτική του φάση».
Οι γέφυρες
Σημαντικό ρόλο για την προσέγγιση των ελληνικών με τα ξένα ΑΕΙ διαδραματίζουν οι Ελληνες πανεπιστημιακοί που ζουν στο εξωτερικό. Ενα μεγάλο κύμα φυγής τους από την Ελλάδα κατεγράφη στις αρχές της οικονομικής κρίσης, το 2011-2012. «Οι Ελληνες προφανώς γνωρίζουν καλά την ποιότητα του έργου που γίνεται στα ελληνικά πανεπιστήμια. Αλλά δεν είναι οι μόνοι που στήνουν “γέφυρες”», αναφέρει στην «Κ» η κ. Ελίζα Κονοφάγου, καθηγήτρια του τμήματος Βιοϊατρικής Τεχνολογίας στο Columbia. Και προσθέτει: «Αυτά αρχίζουν από πανεπιστημιακούς και ερευνητές που έχουν διεθνή παρουσία με συμμετοχές σε συνέδρια και συνεργασίες. Τώρα υπάρχει, επίσης, στην Ελλάδα το θεσμικό πλαίσιο που υποστηρίζει τις διεθνείς συνεργασίες».
Δέκα εξάμηνα
Ειδικότερα, τo πρόγραμμα με την επιτυχή ολοκλήρωσή του θα οδηγεί στην απονομή δύο διπλωμάτων: το μεταπτυχιακό σε διάφορες ειδικότητες μηχανικών από το Columbia και το δίπλωμα (integrated master) από το ΕΜΠ. Το πρόγραμμα αναμένεται να διαρκέσει συνολικά 10 εξάμηνα, από τα οποία οκτώ εξάμηνα στο ΕΜΠ και δύο στο Columbia. Η έναρξή του, μετά την ολοκλήρωση των διαδικαστικών πτυχών, τοποθετείται το 2022.
Ωστόσο, υπάρχουν δυσκολίες που συνδέονται με ασυμβατότητες, όπως οι τετραετείς προπτυχιακές σπουδές στις ΗΠΑ σε αντίστιξη με τις πενταετείς σπουδές στο ΕΜΠ, η εκπόνηση διπλωματικής εργασίας και άλλα· εντούτοις έχουν μελετηθεί επαρκώς και η αντιμετώπισή τους έχει ληφθεί υπόψη στο σχέδιο συμφωνίας. Να τονισθεί ότι η επιλογή των φοιτητών που θα συμμετάσχουν σε αυτό το πρόγραμμα θα βασίζεται αποκλειστικά στην επίδοσή τους στις σπουδές και στο επίπεδο γνώσης της αγγλικής γλώσσας. Ο αριθμός των φοιτητών που θα λάβουν μέρος στο πρόγραμμα για πρώτη φορά δεν θα ξεπερνάει τους δέκα. Οι φοιτητές του Columbia θα πάρουν master από το ΕΜΠ με μαθήματα που συνάδουν με την κατεύθυνση του διπλώματός τους για να συμπληρώσουν τις απαραίτητες διδακτικές μονάδες για το πτυχίο τους. Στη συμφωνία μεταξύ των δύο ΑΕΙ έχει διατυπωθεί η ομολογία τμημάτων, κάτι που σημαίνει ότι οι φοιτητές των δύο ανώτατων ιδρυμάτων θα ενταχθούν στο τμήμα που αντιστοιχεί με αυτό στο οποίο φοιτούν στο «μητρικό» τους πανεπιστήμιο. Μόνες εξαιρέσεις είναι δύο: για την Αρχιτεκτονική Σχολή και τη Σχολή Ναυπηγών του ΕΜΠ δεν υπάρχουν αντίστοιχα τμήματα στο Columbia. Για τον λόγο αυτό οι Ελληνες φοιτητές των δύο αυτών σχολών στο Columbia θα ενταχθούν: στο τμήμα μηχανολόγων οι ναυπηγοί, και στο Graduate School –κέλυφος που έχει όλα τα μαθήματα– οι της αρχιτεκτονικής.
«Τα πανεπιστήμια των ΗΠΑ –όπως και τα ευρωπαϊκά– έχουν μεγάλη εμπειρία και βάζουν σε υψηλή προτεραιότητα τις διεθνείς ακαδημαϊκές συνεργασίες. Η είσοδος του ΕΜΠ σε αυτόν τον χορό, σε επίπεδο προπτυχιακών σπουδών, είναι σημαντική πρόκληση γιατί μας καλεί σε απαιτητική άσκηση προσαρμογής σε διεθνώς καθιερωμένες πρακτικές. Μεταξύ αυτών είναι και η διδασκαλία στην αγγλική, δεδομένης της αμοιβαιότητας στην κινητικότητα φοιτητών μεταξύ των δύο ιδρυμάτων», παρατηρεί ο κ. Μπουντουβής.
Την ίδια στιγμή, οι απαιτήσεις σε χρηματοδότηση του διπλού διπλώματος Columbia – ΕΜΠ είναι μεγάλες, και κυρίως για τους Ελληνες φοιτητές, οι οποίοι θα πρέπει να πληρώσουν για διαμονή στις ΗΠΑ αλλά και να επωμιστούν το κόστος φοίτησης. Οι Ελληνες θα πληρώνουν δίδακτρα στο Columbia, σε αντίθεση με τους φοιτητές του αμερικανικού ιδρύματος που θα έλθουν στην Ελλάδα.
Για τον λόγο αυτό θα πρέπει να αναζητηθεί χρηματοδότηση από κοινωφελείς φορείς. Επίσης, θα επιδιωχθεί να υπάρξει οικονομική ενίσχυση των Ελλήνων φοιτητών από οργανώσεις της διασποράς.
Σε τρεις άξονες
Δεν είναι η πρώτη φορά βεβαίως, που το ΕΜΠ έχει συνεργασία με το Columbia. Ενδεικτικά, μόλις εγκρίθηκε συνεργασία μεταξύ της σχολής Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΕΜΠ και του τμήματος Βιοϊατρικής Τεχνολογίας στη Σχολή Μηχανικών και Εφαρμοσμένων Επιστημών του Columbia. Τη γέφυρα έστησαν η Ελληνίδα Ελίζα Κονοφάγου, καθηγήτρια στο τμήμα του Columbia και η Κωνσταντίνα Νικήτα, καθηγήτρια στη σχολή του ΕΜΠ. Οπως ανέφεραν στην «Κ» οι δύο καθηγήτριες, η συνεργασία θα αναπτυχθεί σε τρεις άξονες: σε κοινά προγράμματα με συνεπίβλεψη, σε κοινά ερευνητικά έργα και στην ανταλλαγή πανεπιστημιακών και φοιτητών σε θέματα βιοϊατρικής μηχανικής. Η έναρξη της συνεργασίας προγραμματίζεται να γίνει έως τα τέλη του προσεχούς Μαΐου –ή νωρίτερα εάν το επιτρέψει η εξέλιξη της πανδημίας– και για την υλοποίησή της συμβάλλει το Ιδρυμα Μποδοσάκη.
Οπως τονίζει στην «Κ» ο κ. Μπουντουβής, «η επιτυχία της συστηματικής προσπάθειας που καταβάλλει το υπουργείο Παιδείας για την ενίσχυση της εξωστρέφειας των ελληνικών πανεπιστημίων, και ειδικότερα της οικοδόμησης ιδρυματικών σχέσεων με πανεπιστήμια των ΗΠΑ σε επίπεδο προπτυχιακών σπουδών, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική υποστήριξη του εγχειρήματος ακόμη και στην αρχική, πιλοτική του φάση».
Οι γέφυρες
Σημαντικό ρόλο για την προσέγγιση των ελληνικών με τα ξένα ΑΕΙ διαδραματίζουν οι Ελληνες πανεπιστημιακοί που ζουν στο εξωτερικό. Ενα μεγάλο κύμα φυγής τους από την Ελλάδα κατεγράφη στις αρχές της οικονομικής κρίσης, το 2011-2012. «Οι Ελληνες προφανώς γνωρίζουν καλά την ποιότητα του έργου που γίνεται στα ελληνικά πανεπιστήμια. Αλλά δεν είναι οι μόνοι που στήνουν “γέφυρες”», αναφέρει στην «Κ» η κ. Ελίζα Κονοφάγου, καθηγήτρια του τμήματος Βιοϊατρικής Τεχνολογίας στο Columbia. Και προσθέτει: «Αυτά αρχίζουν από πανεπιστημιακούς και ερευνητές που έχουν διεθνή παρουσία με συμμετοχές σε συνέδρια και συνεργασίες. Τώρα υπάρχει, επίσης, στην Ελλάδα το θεσμικό πλαίσιο που υποστηρίζει τις διεθνείς συνεργασίες».