Το 1821 μέσα από λόγια των πρωταγωνιστών:
«Είναι θέλημα Θεού. Είναι κοντά μας και βοηθάει, γιατί πολεμάμε για την πίστη μας, για την πατρίδα μας, για τους γέρους γονιούς, για τα αδύνατα παιδιά μας, για την ζωή μας, την λευτεριά μας… Και όταν ο δίκαιος Θεός μας βοηθάει ποιος εχθρός ημπορεί να μας κάνει καλά…;».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)
«Μάχου υπέρ πίστεως και Πατρίδος…Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον, δια να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ου πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν…».
(Αλέξανδρος Υψηλάντης)
«…Έλληνες ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και σε Πατρίδα! Σ’ αυτά τα δύο σας εξορκίζω ή να νικήσουμε ή να πεθάνουμε κάτω από την Σημαία του Χριστού»
( Παπαφλέσσας)
«Όταν σηκώσαμεν την σημαίαν εναντίον της τυραγνίας ξέραμεν ότι είναι πολλοί αυτείνοι και μαχητικοί κι’ έχουν και κανόνια κι’ όλα τα μέσα. Εμείς σε ούλα είμαστε αδύνατοι. Όμως ο Θεός φυλάγει και τους αδύνατους, κι’ αν πεθάνωμεν πεθαίνομεν δια την Πατρίδα μας, δια την Θρησκείαν μας και πολεμούμεν όσο μπορούμε εναντίον της τυραγνίας κι’ ο Θεός βοηθός…».
(Στρατηγός Μακρυγιάννης)
«…Ως Χριστιανός ορθόδοξος και υιός της ημετέρας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ορκίζομαι …να διαμείνω πιστός εις την Θρησκείαν μου και εις την Πατρίδα μου. Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέρα ρανίδα του αίματός μου υπέρ της Θρησκείας και της Πατρίδος μου. Να χύσω το αίμα μου, ίνα νικήσω τους εχθρούς της Θρησκείας μου ή να αποθάνω ως Μάρτυς δια τον Ιησούν Χριστόν…
Να μη παραιτήσω τα όπλα, προτού να ίδω ελεύθεραν την πατρίδα μου και εξωλοθρευμένους τους εχθρούς της»
(Ο όρκος των Ιερολοχιτών)
«Νέοι, πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ ΠΙΣΤΕΩΣ και έπειτα υπέρ ΠΑΤΡΙΔΟΣ…» «Ως μία βροχή έπεσεν εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί μας και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση…».
(Θ. Κολοκοτρώνης)
«…Η τυραγνία των Τούρκων – την δοκιμάσαμε τόσα χρόνια – δεν υποφέρονταν πλέον. Και δι’ αυτήνη την τυραγνία, οπού δεν ορίζαμεν ούτε βιόν ούτε τιμή ούτε ζωή (ξέραμεν κι’ ότ’ ήμασταν ολίγοι και χωρίς τα’ αναγκαία του πολέμου) αποφασίσαμεν να σηκώσομεν άρματα εναντίον της τυραγνίας. Είτε θάνατος είτε
(Ιω. Μακρυγιάννης )
«Ο Έφορος της Ελλάδος Θεός ενέπνευσεν εις τας καρδίας των εχθρών μας άκραν δειλίαν και φόβον. Ελπίζω δε εντός ολίγου, με την βοήθειαν του Τιμίου Σταυρού και των θεοπειθών της πατρίδος ευχών, να σας χαροποιήσω…».
(Ανδρέας Μιαούλης)
«Μία δύναμις με άρπαξε από την λιτανεία πριν φύγουμε από τα Ψαρά για την Χίο. Μία δύναμις θεϊκή με γιγάντωσε…Αυτή η θεία δύναμις μου έδωσε θάρρος δια να φθάσω με το πυρπολικό μου στην Τουρκική Ναυαρχίδα…Οι Τούρκοι ήταν τόσοι ώστε εάν έπτυον επάνω μας θα μας έπνιγαν αναμφιβόλως…Εις το όνομα του Κυρίου φώναξα εκείνη τη στιγμή. Έκανα τον Σταυρό μου και πήδηξα στη βάρκα. Οι φλόγες του πυρπολικού μεταδόθηκαν στην Ναυαρχίδα που τινάχθηκε στον αέρα και παρέσυρε στον θάνατο χιλιάδες Τούρκους…».
(Κωνσταντίνος Κανάρης)
«Έκατσα που εσκαπέτισαν με τα μπαϊράκια τους απεκατέβηκα κάτω. Ήταν μιά εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς… Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν. Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα της, βγήκα από το εκκλησάκι, πήδηξα
στο άλογό μου και έφυγα. Σε λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφός μου ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του.
– Κανείς δεν είναι στην Πιάνα, μου είπε ο Αντώνης. Ούτε στην Αλωνίσταινα. Είναι φευγάτοι. – Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλληκάρια… Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρη πίσω την υπογραφή του».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)
«Χωρίς αρετή και πόνο εις την πατρίδα και πίστη εις την θρησκεία τους έθνη δεν υπάρχουν».
«…Κι’ αν είμαστε ολίγοι…παρηγοριώμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε, τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν, κι΄όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν…».
«…Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι’ αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι, όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμε κι’ όλοι μαζί και να μη λέγη ούτε ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστή μόνος του και φκειάση, ή χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκειάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι’
«Είναι θέλημα Θεού. Είναι κοντά μας και βοηθάει, γιατί πολεμάμε για την πίστη μας, για την πατρίδα μας, για τους γέρους γονιούς, για τα αδύνατα παιδιά μας, για την ζωή μας, την λευτεριά μας… Και όταν ο δίκαιος Θεός μας βοηθάει ποιος εχθρός ημπορεί να μας κάνει καλά…;».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)
«Μάχου υπέρ πίστεως και Πατρίδος…Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον, δια να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ου πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν…».
(Αλέξανδρος Υψηλάντης)
«…Έλληνες ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και σε Πατρίδα! Σ’ αυτά τα δύο σας εξορκίζω ή να νικήσουμε ή να πεθάνουμε κάτω από την Σημαία του Χριστού»
( Παπαφλέσσας)
«Όταν σηκώσαμεν την σημαίαν εναντίον της τυραγνίας ξέραμεν ότι είναι πολλοί αυτείνοι και μαχητικοί κι’ έχουν και κανόνια κι’ όλα τα μέσα. Εμείς σε ούλα είμαστε αδύνατοι. Όμως ο Θεός φυλάγει και τους αδύνατους, κι’ αν πεθάνωμεν πεθαίνομεν δια την Πατρίδα μας, δια την Θρησκείαν μας και πολεμούμεν όσο μπορούμε εναντίον της τυραγνίας κι’ ο Θεός βοηθός…».
(Στρατηγός Μακρυγιάννης)
«…Ως Χριστιανός ορθόδοξος και υιός της ημετέρας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ορκίζομαι …να διαμείνω πιστός εις την Θρησκείαν μου και εις την Πατρίδα μου. Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέρα ρανίδα του αίματός μου υπέρ της Θρησκείας και της Πατρίδος μου. Να χύσω το αίμα μου, ίνα νικήσω τους εχθρούς της Θρησκείας μου ή να αποθάνω ως Μάρτυς δια τον Ιησούν Χριστόν…
Να μη παραιτήσω τα όπλα, προτού να ίδω ελεύθεραν την πατρίδα μου και εξωλοθρευμένους τους εχθρούς της»
(Ο όρκος των Ιερολοχιτών)
«Νέοι, πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ ΠΙΣΤΕΩΣ και έπειτα υπέρ ΠΑΤΡΙΔΟΣ…» «Ως μία βροχή έπεσεν εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί μας και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση…».
(Θ. Κολοκοτρώνης)
«…Η τυραγνία των Τούρκων – την δοκιμάσαμε τόσα χρόνια – δεν υποφέρονταν πλέον. Και δι’ αυτήνη την τυραγνία, οπού δεν ορίζαμεν ούτε βιόν ούτε τιμή ούτε ζωή (ξέραμεν κι’ ότ’ ήμασταν ολίγοι και χωρίς τα’ αναγκαία του πολέμου) αποφασίσαμεν να σηκώσομεν άρματα εναντίον της τυραγνίας. Είτε θάνατος είτε
(Ιω. Μακρυγιάννης )
«Ο Έφορος της Ελλάδος Θεός ενέπνευσεν εις τας καρδίας των εχθρών μας άκραν δειλίαν και φόβον. Ελπίζω δε εντός ολίγου, με την βοήθειαν του Τιμίου Σταυρού και των θεοπειθών της πατρίδος ευχών, να σας χαροποιήσω…».
(Ανδρέας Μιαούλης)
«Μία δύναμις με άρπαξε από την λιτανεία πριν φύγουμε από τα Ψαρά για την Χίο. Μία δύναμις θεϊκή με γιγάντωσε…Αυτή η θεία δύναμις μου έδωσε θάρρος δια να φθάσω με το πυρπολικό μου στην Τουρκική Ναυαρχίδα…Οι Τούρκοι ήταν τόσοι ώστε εάν έπτυον επάνω μας θα μας έπνιγαν αναμφιβόλως…Εις το όνομα του Κυρίου φώναξα εκείνη τη στιγμή. Έκανα τον Σταυρό μου και πήδηξα στη βάρκα. Οι φλόγες του πυρπολικού μεταδόθηκαν στην Ναυαρχίδα που τινάχθηκε στον αέρα και παρέσυρε στον θάνατο χιλιάδες Τούρκους…».
(Κωνσταντίνος Κανάρης)
«Έκατσα που εσκαπέτισαν με τα μπαϊράκια τους απεκατέβηκα κάτω. Ήταν μιά εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς… Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν. Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα της, βγήκα από το εκκλησάκι, πήδηξα
στο άλογό μου και έφυγα. Σε λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφός μου ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του.
– Κανείς δεν είναι στην Πιάνα, μου είπε ο Αντώνης. Ούτε στην Αλωνίσταινα. Είναι φευγάτοι. – Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλληκάρια… Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρη πίσω την υπογραφή του».
(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης)
«Χωρίς αρετή και πόνο εις την πατρίδα και πίστη εις την θρησκεία τους έθνη δεν υπάρχουν».
«…Κι’ αν είμαστε ολίγοι…παρηγοριώμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε, τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν, κι΄όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν…».
«…Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι’ αμαθείς και πλούσιοι και φτωχοί και πολιτικοί και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι, όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμε κι’ όλοι μαζί και να μη λέγη ούτε ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστή μόνος του και φκειάση, ή χαλάση, να λέγη εγώ, όταν όμως αγωνίζονται πολλοί να φκειάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι’