Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών ξεκινάει έργα συντήρησης στον ναό του Ολυμπίου Διός. Ο κίονας των 17 μέτρων στο δυτικό άκρο του ναού που «ντύθηκε» με το προστατευτικό ικρίωμα είναι ο πρώτος και θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιποι στο πλαίσιο του προγράμματος στερέωσης και συντήρησης του μνημείου από τις σοβαρές φθορές που έχει υποστεί με το πέρασμα των αιώνων. Δεν ήταν μόνο τα χρυσελεφάντινα αγάλματα του Δία και του αυτοκράτορα Αδριανού ή τα αναθήματα του περιβόλου που προκαλούσαν εντύπωση στον ναό του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα, αλλά η μεγαλοπρέπειά του οφειλόταν κατά κύριο λόγο στο μεγάλο μέγεθός του. Με μήκος 110 μέτρων, πλάτος 43 μέτρων και ύψος 17 μέτρων, ο ναός του Δία ήταν από τους μεγαλύτερους του αρχαίου κόσμου, εφάμιλλος, όπως μας είπε η αρχαιολόγος και προϊσταμένη της ΕΦΑ Αθηνών Ελένη Μπάνου, με τους ναούς που έχτιζαν οι τύραννοι της Μικράς Ασίας τον 6ο αι. π.Χ.
Το μνημείο όμως υπέστη αρκετές φθορές σε διάφορες χρονικές περιόδους. Το πεντελικό μάρμαρο από το οποίο ήταν κατασκευασμένος έγινε δομικό υλικό, ενώ από τους 104 κίονες οι περισσότεροι μετατράπηκαν σε ασβέστη που «έχτισε» αρκετές βυζαντινές εκκλησίες. Η πεδινή τοποθεσία του ναού, μας είπε η κ. Μπάνου, διευκόλυνε την πρόσβαση στους λίθους, σε αντίθεση με την Ακρόπολη που είναι χτισμένη σε λόφο. Η τελευταία φορά που υπέστη σοβαρό πλήγμα ήταν κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, όταν οι σφαίρες από τους πυροβολισμούς εποστρακίστηκαν πάνω στους κίονες. Αν σε αυτά προσθέσουμε τη φθορά του χρόνου, τους σεισμούς και τις μεταβολές του υπεδάφους που μπορεί να προκαλέσουν θρυμματισμό των επιστυλίων ή συστροφή των κιόνων, τότε η ανάγκη για τη συντήρηση του μνημείου είναι επιτακτική. Οι μελέτες στερέωσης και συντήρησης του ναού πέρασαν από τον έλεγχο του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου το 2017 και το έργο εντάχθηκε στο επιχειρησιακό πρόγραμμα «Αττική 2014-2021» το 2018, με χρονικό ορίζοντα λήξης το τέλος του 2023 και προϋπολογισμό 3.425.870 ευρώ.
«Πρόκειται για ένα έργο με πολλές δυσκολίες και προβλήματα, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζονται κατά την εξέλιξή του», δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη κατά την αυτοψία της στο πρώτο ικρίωμα, το οποίο θα επιτρέψει στους αρχαιολόγους και στους μηχανικούς να έχουν επιτέλους μια πραγματική εικόνα για το μέγεθος των προβλημάτων δομικής ευστάθειας σε όλο το μήκος των κιόνων. Μέχρι τον Απρίλιο η Εφορεία Αρχαιοτήτων εκτιμά ότι θα τοποθετηθούν ικριώματα μέχρι και σε εννέα κίονες, ενώ αργότερα θα πάρουν σειρά και οι υπόλοιποι επτά. Το έργο είναι αρκετά σύνθετο, καθώς προβλέπει και την καταβίβαση αρχιτεκτονικών μελών για συντήρηση και την επανατοποθέτησή τους στις ίδιες θέσεις, γεγονός που κάνει τον χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης του έργου το 2023 να μοιάζει πραγματική πρόκληση.
Το έργο περιλαμβάνει επίσης αρχαιολογική έρευνα στον δυτικό περίβολο του ναού, αλλά όχι και την ανάταξη του πεσμένου κίονα, που αποτελεί ακόμη μυστήριο. Η βιβλιογραφία υποστηρίζει πως η πτώση του οφείλεται σε θύελλα του 1852, όμως ίσως οι γεωφυσικές έρευνες του έργου να φέρουν νέες απαντήσεις στο φως.
Το μνημείο όμως υπέστη αρκετές φθορές σε διάφορες χρονικές περιόδους. Το πεντελικό μάρμαρο από το οποίο ήταν κατασκευασμένος έγινε δομικό υλικό, ενώ από τους 104 κίονες οι περισσότεροι μετατράπηκαν σε ασβέστη που «έχτισε» αρκετές βυζαντινές εκκλησίες. Η πεδινή τοποθεσία του ναού, μας είπε η κ. Μπάνου, διευκόλυνε την πρόσβαση στους λίθους, σε αντίθεση με την Ακρόπολη που είναι χτισμένη σε λόφο. Η τελευταία φορά που υπέστη σοβαρό πλήγμα ήταν κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, όταν οι σφαίρες από τους πυροβολισμούς εποστρακίστηκαν πάνω στους κίονες. Αν σε αυτά προσθέσουμε τη φθορά του χρόνου, τους σεισμούς και τις μεταβολές του υπεδάφους που μπορεί να προκαλέσουν θρυμματισμό των επιστυλίων ή συστροφή των κιόνων, τότε η ανάγκη για τη συντήρηση του μνημείου είναι επιτακτική. Οι μελέτες στερέωσης και συντήρησης του ναού πέρασαν από τον έλεγχο του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου το 2017 και το έργο εντάχθηκε στο επιχειρησιακό πρόγραμμα «Αττική 2014-2021» το 2018, με χρονικό ορίζοντα λήξης το τέλος του 2023 και προϋπολογισμό 3.425.870 ευρώ.
«Πρόκειται για ένα έργο με πολλές δυσκολίες και προβλήματα, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις εμφανίζονται κατά την εξέλιξή του», δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη κατά την αυτοψία της στο πρώτο ικρίωμα, το οποίο θα επιτρέψει στους αρχαιολόγους και στους μηχανικούς να έχουν επιτέλους μια πραγματική εικόνα για το μέγεθος των προβλημάτων δομικής ευστάθειας σε όλο το μήκος των κιόνων. Μέχρι τον Απρίλιο η Εφορεία Αρχαιοτήτων εκτιμά ότι θα τοποθετηθούν ικριώματα μέχρι και σε εννέα κίονες, ενώ αργότερα θα πάρουν σειρά και οι υπόλοιποι επτά. Το έργο είναι αρκετά σύνθετο, καθώς προβλέπει και την καταβίβαση αρχιτεκτονικών μελών για συντήρηση και την επανατοποθέτησή τους στις ίδιες θέσεις, γεγονός που κάνει τον χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης του έργου το 2023 να μοιάζει πραγματική πρόκληση.
Το έργο περιλαμβάνει επίσης αρχαιολογική έρευνα στον δυτικό περίβολο του ναού, αλλά όχι και την ανάταξη του πεσμένου κίονα, που αποτελεί ακόμη μυστήριο. Η βιβλιογραφία υποστηρίζει πως η πτώση του οφείλεται σε θύελλα του 1852, όμως ίσως οι γεωφυσικές έρευνες του έργου να φέρουν νέες απαντήσεις στο φως.