Ο οίκος Moody's αναβάθμισε το μακροπρόθεσμο αξιόχρεο της Ελλάδας στη βαθμίδα Ba3 από τη βαθμίδα B1.
Οι δύο βασικοί λόγοι για την αναβάθμιση , όπως ανέφερε ο οίκος σε ανακοίνωσή του, είναι:
Πρώτον, ότι οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις στηρίζουν μία βιώσιμη βελτίωση της θεσμικής ισχύος και έχουν ήδη φέρει απτή πρόοδο σε τομείς, συμπεριλαμβανομένων αυτών της φορολογικής διοίκησης και της μάχης κατά της διαφθοράς. Ο κίνδυνος αντιστροφής αυτών των σημαντικών βελτιώσεων είναι χαμηλός κατά την άποψη του Moody's.
Δεύτερον, ότι οι προοπτικές ανάπτυξης της χώρας τα επόμενα χρόνια είναι θετικές παρά τον βραχυπρόθεσμα αρνητικό αντίκτυπο από την πανδημία του κορονοϊού, ιδιαίτερα στον τουριστικό τομέα. Η ελληνική οικονομία θα ωφεληθεί, αναφέρει ο Moody's, από τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για βελτίωση του επενδυτικού κλίματος παράλληλα με τις εισροές πολύ σημαντικών ευρωπαϊκών πόρων για την ανάκαμψη, προβλέποντας ρυθμούς ανάπτυξης 3,5% μεσοπρόθεσμα. «Οι ευνοϊκές αναπτυξιακές προοπτικές, σε συνδυασμό με την επάνοδο σε μία συνετή δημοσιονομική στάση θα οδηγήσει στη σταδιακή αναστροφή της τάσης του δημόσιου χρέους», σημειώνει ο οίκος, προσθέτοντας ότι επιπλέον η Ελλάδα ωφελείται από την πολύ ευνοϊκή διάρθρωση του χρέους και τη ισχυρή δυνατότητά της να το εξυπηρετήσει.
Οι σταθερές προοπτικές αντανακλούν την άποψη του Moody's ότι θα χρειασθεί κάποιος χρόνος για να ενσωματωθούν πλήρως και να γίνουν ορατά τα οφέλη από τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις και τις μεταρρυθμίσεις στη διακυβέρνηση. Επίσης, ο οίκος θεωρεί ότι ο τραπεζικός τομέας - παρά τις περαιτέρω βελτιώσεις το περασμένο έτος - εξακολουθεί να απαιτεί ισχυρή δράση για να βελτιώσει την αδύναμη ποιότητα του ενεργητικού τους.
Ο Moody's σημειώνει ότι η δυναμική της εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι ισχυρή μετά την τελευταία αξιολόγησή του τον Μάρτιο του 2019, προσθέτοντας ότι συνεχίζεται η πρόοδος αναφορικά με τις εκκρεμείς μεταρρυθμιστικές δεσμεύσεις που είχαν συμφωνηθεί στο Eurogroup του Ιουνίου 2018. Ο Moody's σημειώνει ακόμη ότι η Ελλάδα έχει βελτιωθεί σε όλους τους δείκτες διακυβέρνησης παγκοσμίως, τους οποίους λαμβάνει υπόψη από το 2016, το πρώτο έτος πλήρους εφαρμογής του τρίτου προγράμματος προσαρμογής.
Παρά τη σημαντική οικονομική συρρίκνωση λόγω του σοκ που έχει προκαλέσει ο κορονοϊός, ο Moody's αναμένει ότι οι ισχυρότερες επενδυτικές προοπτικές θα στηρίξουν την ανάκαμψη και θα βελτιώσουν ουσιαστικά τις μεσοπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδας. Αν και ο οίκος εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά σχεδόν 9% το 2020, αναμένει μία ισχυρή ανάκαμψη το 2021, ενώ το πιο σημαντικό για το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας, όπως σημειώνει, είναι ότι η ανάπτυξη αναμένεται να διαμορφωθεί σε περίπου 3,5% κατά μέσο όρο μεσοπρόθεσμα. Ο Moody's θεωρεί ότι βασικές μεταρρυθμίσεις που έγιναν πρόσφατα μειώνουν σημαντικά το διοικητικό βάρος για νέες επενδύσεις και αίρουν βασικά εμπόδια, επιπρόσθετα με την εφαρμογή των ψηφιακών εργαλείων. «Τα πρώτα αποτελέσματα είναι ορατά», τονίζει, καθώς «σύμφωνα με τις έρευνες της Παγκόσμιας Τράπεζας για το επιχειρείν , η έναρξη μίας επιχείρησης είναι τώρα πιο αποδοτική στην Ελλάδα από οπουδήποτε αλλού στην ΕΕ». Οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα ανήλθαν πέρυσι στο υψηλότερο επίπεδο τουλάχιστον από το 2002, εν μέρει λόγω αρκετών επιτυχημένων ιδιωτικοποιήσεων και πιο πρόσφατα στον τομέα των ακινήτων. «Η πρόσφατη απόφαση της Microsoft να εγκαταστήσει τρία κέντρα δεδομένων στην Ελλάδα αποτελεί μία ένδειξη της βελτιούμενης ελκυστικότητας της χώρας για ξένες επενδύσεις», σημειώνει.
Ο οίκος προβλέπει ότι το χρέος της Ελλάδας θα αυξηθεί σημαντικά φέτος, περίπου στο 200% του ΑΕΠ, πριν αρχίσει να μειώνεται ξανά από το επόμενο έτος εν μέσω της αναμενόμενης οικονομικής ανάκαμψης. Ωστόσο, προσθέτει, ότι ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ έχει πιο περιορισμένη σημασία στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες, δεδομένης της πολύ μεγάλης διάρκειάς του και της σημαντικής και επανειλημμένης ελάφρυνσης χρέους που έχει προσφερθεί από τους πιστωτές της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Η δυνατότητα εξυπηρέτησης του χρέους, όπως μετράται από τις πληρωμές τόκων σε σχέση με τα κρατικά έσοδα, είναι πολύ ισχυρότερη από ότι στις άλλες χώρες με αξιόχρεο Ba (10,9%) και αναμένεται ότι θα συνεχίσει να βελτιώνεται, ενισχυμένη από τις πολύ ευνοϊκές χρηματοδοτικές συνθήκες.
Οι δύο βασικοί λόγοι για την αναβάθμιση , όπως ανέφερε ο οίκος σε ανακοίνωσή του, είναι:
Πρώτον, ότι οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις στηρίζουν μία βιώσιμη βελτίωση της θεσμικής ισχύος και έχουν ήδη φέρει απτή πρόοδο σε τομείς, συμπεριλαμβανομένων αυτών της φορολογικής διοίκησης και της μάχης κατά της διαφθοράς. Ο κίνδυνος αντιστροφής αυτών των σημαντικών βελτιώσεων είναι χαμηλός κατά την άποψη του Moody's.
Δεύτερον, ότι οι προοπτικές ανάπτυξης της χώρας τα επόμενα χρόνια είναι θετικές παρά τον βραχυπρόθεσμα αρνητικό αντίκτυπο από την πανδημία του κορονοϊού, ιδιαίτερα στον τουριστικό τομέα. Η ελληνική οικονομία θα ωφεληθεί, αναφέρει ο Moody's, από τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για βελτίωση του επενδυτικού κλίματος παράλληλα με τις εισροές πολύ σημαντικών ευρωπαϊκών πόρων για την ανάκαμψη, προβλέποντας ρυθμούς ανάπτυξης 3,5% μεσοπρόθεσμα. «Οι ευνοϊκές αναπτυξιακές προοπτικές, σε συνδυασμό με την επάνοδο σε μία συνετή δημοσιονομική στάση θα οδηγήσει στη σταδιακή αναστροφή της τάσης του δημόσιου χρέους», σημειώνει ο οίκος, προσθέτοντας ότι επιπλέον η Ελλάδα ωφελείται από την πολύ ευνοϊκή διάρθρωση του χρέους και τη ισχυρή δυνατότητά της να το εξυπηρετήσει.
Οι σταθερές προοπτικές αντανακλούν την άποψη του Moody's ότι θα χρειασθεί κάποιος χρόνος για να ενσωματωθούν πλήρως και να γίνουν ορατά τα οφέλη από τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις και τις μεταρρυθμίσεις στη διακυβέρνηση. Επίσης, ο οίκος θεωρεί ότι ο τραπεζικός τομέας - παρά τις περαιτέρω βελτιώσεις το περασμένο έτος - εξακολουθεί να απαιτεί ισχυρή δράση για να βελτιώσει την αδύναμη ποιότητα του ενεργητικού τους.
Ο Moody's σημειώνει ότι η δυναμική της εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι ισχυρή μετά την τελευταία αξιολόγησή του τον Μάρτιο του 2019, προσθέτοντας ότι συνεχίζεται η πρόοδος αναφορικά με τις εκκρεμείς μεταρρυθμιστικές δεσμεύσεις που είχαν συμφωνηθεί στο Eurogroup του Ιουνίου 2018. Ο Moody's σημειώνει ακόμη ότι η Ελλάδα έχει βελτιωθεί σε όλους τους δείκτες διακυβέρνησης παγκοσμίως, τους οποίους λαμβάνει υπόψη από το 2016, το πρώτο έτος πλήρους εφαρμογής του τρίτου προγράμματος προσαρμογής.
Παρά τη σημαντική οικονομική συρρίκνωση λόγω του σοκ που έχει προκαλέσει ο κορονοϊός, ο Moody's αναμένει ότι οι ισχυρότερες επενδυτικές προοπτικές θα στηρίξουν την ανάκαμψη και θα βελτιώσουν ουσιαστικά τις μεσοπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδας. Αν και ο οίκος εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά σχεδόν 9% το 2020, αναμένει μία ισχυρή ανάκαμψη το 2021, ενώ το πιο σημαντικό για το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας, όπως σημειώνει, είναι ότι η ανάπτυξη αναμένεται να διαμορφωθεί σε περίπου 3,5% κατά μέσο όρο μεσοπρόθεσμα. Ο Moody's θεωρεί ότι βασικές μεταρρυθμίσεις που έγιναν πρόσφατα μειώνουν σημαντικά το διοικητικό βάρος για νέες επενδύσεις και αίρουν βασικά εμπόδια, επιπρόσθετα με την εφαρμογή των ψηφιακών εργαλείων. «Τα πρώτα αποτελέσματα είναι ορατά», τονίζει, καθώς «σύμφωνα με τις έρευνες της Παγκόσμιας Τράπεζας για το επιχειρείν , η έναρξη μίας επιχείρησης είναι τώρα πιο αποδοτική στην Ελλάδα από οπουδήποτε αλλού στην ΕΕ». Οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα ανήλθαν πέρυσι στο υψηλότερο επίπεδο τουλάχιστον από το 2002, εν μέρει λόγω αρκετών επιτυχημένων ιδιωτικοποιήσεων και πιο πρόσφατα στον τομέα των ακινήτων. «Η πρόσφατη απόφαση της Microsoft να εγκαταστήσει τρία κέντρα δεδομένων στην Ελλάδα αποτελεί μία ένδειξη της βελτιούμενης ελκυστικότητας της χώρας για ξένες επενδύσεις», σημειώνει.
Ο οίκος προβλέπει ότι το χρέος της Ελλάδας θα αυξηθεί σημαντικά φέτος, περίπου στο 200% του ΑΕΠ, πριν αρχίσει να μειώνεται ξανά από το επόμενο έτος εν μέσω της αναμενόμενης οικονομικής ανάκαμψης. Ωστόσο, προσθέτει, ότι ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ έχει πιο περιορισμένη σημασία στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες, δεδομένης της πολύ μεγάλης διάρκειάς του και της σημαντικής και επανειλημμένης ελάφρυνσης χρέους που έχει προσφερθεί από τους πιστωτές της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Η δυνατότητα εξυπηρέτησης του χρέους, όπως μετράται από τις πληρωμές τόκων σε σχέση με τα κρατικά έσοδα, είναι πολύ ισχυρότερη από ότι στις άλλες χώρες με αξιόχρεο Ba (10,9%) και αναμένεται ότι θα συνεχίσει να βελτιώνεται, ενισχυμένη από τις πολύ ευνοϊκές χρηματοδοτικές συνθήκες.