Στον όμιλο Τσάκου και την εταιρεία Avlum περνά το Ξενία Χίου, μετά και την ολοκλήρωση του τελευταίου σταδίου της διαδικασίας μακροχρόνιας μίσθωσης του ιστορικού καταλύματος και την υπογραφή της σχετικής σύμβασης από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ) Α.Ε., κ. Στέφανο Δ. Βλαστό και τον κ. Ιωάννη Σαρόγλου, εκπρόσωπο της πλειοδότριας εταιρείας «AVLUM ENTERPRISES COMPANY LIMITED», συμφερόντων του επιχειρηματικού Ομίλου Τσάκου.
Το ιστορικό ξενοδοχείο το οποίο θα ανακαινιστεί και θα επαναλειτουργήσει ως σύγχρονη ξενοδοχειακή μονάδα, βρίσκεται στο κέντρο της πόλης της Χίου και παραχωρείται για διάστημα 50ετίας στην Avlum, η οποία έχει αναλάβει και την αξιοποίηση της Μαρίνας Χίου μαζί με τον όμιλο επιχειρήσεων ΤΕΦΑ.
Πρόκειται για τριώροφο κτίριο, δομημένης επιφάνειας περί τα 1.600 τ.μ., δυναμικότητας 50 κλινών και επί έκτασης εμβαδού περί τα 1.670 τ.μ. το οποίο βρίσκεται στον κεντρικό παραλιακό δρόμο της πόλεως της Χίου. Απέχει μόλις 700 μέτρα από το λιμάνι της Χίου και περίπου 2 χιλιόμετρα από το αεροδρόμιο του νησιού.
Το ιστορικό ακίνητο αποτελεί έργο του Αρχιτέκτονα Κώστα Σταμάτη, κατασκευάστηκε το 1958 και έχει χαρακτηριστεί ως Μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού, καθώς αποτελεί ιδιαίτερο και σημαντικό δείγμα της μοντέρνας αρχιτεκτονικής του δεύτερου μισού του 20 ου αιώνα και της πρώτης συντονισμένης κρατικής προσπάθειας για τη δημιουργία πρότυπων τουριστικών υποδομών στην Ελλάδα.
Να υπενθυμίσουμε ότι η πλειοδότρια εταιρεία ανακηρύχτηκε κατόπιν ανοικτού πλειοδοτικού διαγωνισμού (e-auction) που διενήργησε η ΕΤΑΔ μέσω της ηλεκτρονικής της πλατφόρμας www.e-publicrealestate.gr το προηγούμενο διάστημα. Ο διαγωνισμός κατακυρώθηκε έναντι ετησίου μισθώματος 30.000 ευρώ, ενώ ο μισθωτής αναλαμβάνει και την επισκευή του. Τιμή εκκίνησης για τη μίσθωση ήταν τα 16.000 ευρώ.
Μάλιστα προς αξιοποίηση οδεύουν και άλλα ιστορικά ξενοδοχεία ανά την Ελλάδα, τα οποία ανήκουν στο «διευρυμένο» χαρτοφυλάκιο της ΕΤΑΔ, όπως επεσήμανε σε δηλώσεις του και ο κ. Στέφανος Βλαστός μετά την υπογραφή της σύμβασης με την Avlum.
Για την ιστορία, Ξενία (Xenia Hotels) ήταν ένα Κρατικό Πρόγραμμα κατασκευής και λειτουργίας ξενοδοχείων του Ε.Ο.Τ. από το 1950 έως το 1974. Το Πρόγραμμα Ξενία στόχευε στην ανάπτυξη του τουρισμού και μέσω αυτής της προσπάθεια ολοκληρώθηκε η ανέγερση 40 ξενοδοχειακών μονάδων σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, όπως νησιά, αρχαιολογικούς χώρους, πλησίον κεντρικών οδικών αξόνων, αλλά και σε περιοχές με ιδιαίτερο τουριστικό ενδιαφέρον. Ξενοδοχεία «ΞΕΝΙΑ» συναντάμε σε περιοχές όπως: η Άνδρος, ο Πόρος, η Μύκονος, η Θάσος, η Ναύπακτος, η Αρχαία Ολυμπία, η Καλαμπάκα και το Ναύπλιο, αλλά και στα Ιωάννινα και τα Χανιά (τα οποία όμως έχουν πλέον κατεδαφιστεί).
Ο σκοπός του προγράμματος ήταν η δημιουργία «πρότυπων ξενοδοχειακών μονάδων», που θα προσέλκυαν την υψηλή ή μεσαία κοινωνική τάξη, προσφέροντας παράλληλα υπηρεσίες υψηλών προδιαγραφών. Τα κτήρια που κατασκευάστηκαν ήταν: ξενοδοχεία, τουριστικά περίπτερα, και motels που αποτέλεσαν τη νέα προσοδοφόρα οικονομική δραστηριότητα, στην οποία απέβλεπε το ελληνικό Κράτος.
Τον σχεδιασμό των ξενοδοχείων ανέλαβε μια σειρά αξιόλογων αρχιτεκτόνων με επικεφαλής τον Άρη Κωνσταντινίδη, που θεωρείται και ο σημαντικότερος σύγχρονος Έλληνας Αρχιτέκτονας στο πλαίσιο του Μοντέρνου Κινήματος. Από το 1957 έως το 1967 λοιπόν δημιουργείται ένα «εργαστήριο αρχιτεκτονικής» που ήταν αποκλειστικά υπεύθυνο για τη μελέτη και την κατασκευή των «ΞΕΝΙΑ».
Ο αρχιτεκτονικός τους σχεδιασμός βασίστηκε στην εναρμόνιση με το φυσικό τοπίο, τη λιτότητα της έκφρασης, την οργάνωση των δωματίων σε πτέρυγες, την απλότητα και σαφήνεια της μορφής, την αξιοποίηση της θέας στους κοινόχρηστους χώρους και την ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της κάθε περιοχής. Σύγχρονα και παραδοσιακά υλικά συνδυάζονται αρμονικά ωστόσο το μπετόν είναι αυτό που υπερισχύει. Μέχρι και σήμερα τα κτήρια του προγράμματος αποτελούν δείγματα του πρωτοπόρου ελληνικού μεταπολεμικού μοντερνισμού ενώ είναι ένα κομμάτι της αρχιτεκτονικής ιστορίας της χώρας.
Ωστόσο τα περισσότερα εξ αυτών έμειναν για χρόνια κλειστά και μόνο τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες για την μίσθωση ή πώλησή τους και επαναλειτουργία τους.
Το ιστορικό ξενοδοχείο το οποίο θα ανακαινιστεί και θα επαναλειτουργήσει ως σύγχρονη ξενοδοχειακή μονάδα, βρίσκεται στο κέντρο της πόλης της Χίου και παραχωρείται για διάστημα 50ετίας στην Avlum, η οποία έχει αναλάβει και την αξιοποίηση της Μαρίνας Χίου μαζί με τον όμιλο επιχειρήσεων ΤΕΦΑ.
Πρόκειται για τριώροφο κτίριο, δομημένης επιφάνειας περί τα 1.600 τ.μ., δυναμικότητας 50 κλινών και επί έκτασης εμβαδού περί τα 1.670 τ.μ. το οποίο βρίσκεται στον κεντρικό παραλιακό δρόμο της πόλεως της Χίου. Απέχει μόλις 700 μέτρα από το λιμάνι της Χίου και περίπου 2 χιλιόμετρα από το αεροδρόμιο του νησιού.
Το ιστορικό ακίνητο αποτελεί έργο του Αρχιτέκτονα Κώστα Σταμάτη, κατασκευάστηκε το 1958 και έχει χαρακτηριστεί ως Μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού, καθώς αποτελεί ιδιαίτερο και σημαντικό δείγμα της μοντέρνας αρχιτεκτονικής του δεύτερου μισού του 20 ου αιώνα και της πρώτης συντονισμένης κρατικής προσπάθειας για τη δημιουργία πρότυπων τουριστικών υποδομών στην Ελλάδα.
Να υπενθυμίσουμε ότι η πλειοδότρια εταιρεία ανακηρύχτηκε κατόπιν ανοικτού πλειοδοτικού διαγωνισμού (e-auction) που διενήργησε η ΕΤΑΔ μέσω της ηλεκτρονικής της πλατφόρμας www.e-publicrealestate.gr το προηγούμενο διάστημα. Ο διαγωνισμός κατακυρώθηκε έναντι ετησίου μισθώματος 30.000 ευρώ, ενώ ο μισθωτής αναλαμβάνει και την επισκευή του. Τιμή εκκίνησης για τη μίσθωση ήταν τα 16.000 ευρώ.
Μάλιστα προς αξιοποίηση οδεύουν και άλλα ιστορικά ξενοδοχεία ανά την Ελλάδα, τα οποία ανήκουν στο «διευρυμένο» χαρτοφυλάκιο της ΕΤΑΔ, όπως επεσήμανε σε δηλώσεις του και ο κ. Στέφανος Βλαστός μετά την υπογραφή της σύμβασης με την Avlum.
Για την ιστορία, Ξενία (Xenia Hotels) ήταν ένα Κρατικό Πρόγραμμα κατασκευής και λειτουργίας ξενοδοχείων του Ε.Ο.Τ. από το 1950 έως το 1974. Το Πρόγραμμα Ξενία στόχευε στην ανάπτυξη του τουρισμού και μέσω αυτής της προσπάθεια ολοκληρώθηκε η ανέγερση 40 ξενοδοχειακών μονάδων σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, όπως νησιά, αρχαιολογικούς χώρους, πλησίον κεντρικών οδικών αξόνων, αλλά και σε περιοχές με ιδιαίτερο τουριστικό ενδιαφέρον. Ξενοδοχεία «ΞΕΝΙΑ» συναντάμε σε περιοχές όπως: η Άνδρος, ο Πόρος, η Μύκονος, η Θάσος, η Ναύπακτος, η Αρχαία Ολυμπία, η Καλαμπάκα και το Ναύπλιο, αλλά και στα Ιωάννινα και τα Χανιά (τα οποία όμως έχουν πλέον κατεδαφιστεί).
Ο σκοπός του προγράμματος ήταν η δημιουργία «πρότυπων ξενοδοχειακών μονάδων», που θα προσέλκυαν την υψηλή ή μεσαία κοινωνική τάξη, προσφέροντας παράλληλα υπηρεσίες υψηλών προδιαγραφών. Τα κτήρια που κατασκευάστηκαν ήταν: ξενοδοχεία, τουριστικά περίπτερα, και motels που αποτέλεσαν τη νέα προσοδοφόρα οικονομική δραστηριότητα, στην οποία απέβλεπε το ελληνικό Κράτος.
Τον σχεδιασμό των ξενοδοχείων ανέλαβε μια σειρά αξιόλογων αρχιτεκτόνων με επικεφαλής τον Άρη Κωνσταντινίδη, που θεωρείται και ο σημαντικότερος σύγχρονος Έλληνας Αρχιτέκτονας στο πλαίσιο του Μοντέρνου Κινήματος. Από το 1957 έως το 1967 λοιπόν δημιουργείται ένα «εργαστήριο αρχιτεκτονικής» που ήταν αποκλειστικά υπεύθυνο για τη μελέτη και την κατασκευή των «ΞΕΝΙΑ».
Ο αρχιτεκτονικός τους σχεδιασμός βασίστηκε στην εναρμόνιση με το φυσικό τοπίο, τη λιτότητα της έκφρασης, την οργάνωση των δωματίων σε πτέρυγες, την απλότητα και σαφήνεια της μορφής, την αξιοποίηση της θέας στους κοινόχρηστους χώρους και την ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της κάθε περιοχής. Σύγχρονα και παραδοσιακά υλικά συνδυάζονται αρμονικά ωστόσο το μπετόν είναι αυτό που υπερισχύει. Μέχρι και σήμερα τα κτήρια του προγράμματος αποτελούν δείγματα του πρωτοπόρου ελληνικού μεταπολεμικού μοντερνισμού ενώ είναι ένα κομμάτι της αρχιτεκτονικής ιστορίας της χώρας.
Ωστόσο τα περισσότερα εξ αυτών έμειναν για χρόνια κλειστά και μόνο τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες για την μίσθωση ή πώλησή τους και επαναλειτουργία τους.