Η αρχαιολογική έρευνα μετά από συστηματική έρευνα δύο ετών στη θέση «Γκουριμάδι» έφερε στο φως έναν σημαντικό προϊστορικό οικισμό κοντά στην Κάρυστο. Οι αρχαιολόγοι εντόπισαν ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά και κινητά ευρήματα.
Ο οικισμός χρονολογείται κυρίως στην Τελική Νεολιθική Περίοδο, σύμφωνα με τα ανασκαφικά τεκμήρια και την προκαταρκτική τους μελέτη. Παράλληλα, παρουσιάζει αποσπασματικές ενδείξεις κατοίκησης κατά την Ύστερη Νεολιθική Εποχή και κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού.
Η ανακάλυψη θα προσφέρει νέα δεδομένα για αυτές τις περιόδους τόσο για την περιοχή της Καρύστου όσο και για τον ευρύτερο χώρο του Αιγαίου. Παράλληλα, θα βοηθήσει στη διασάφηση της μετάβασης από τη Νεολιθική στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού που μέχρι σήμερα προβληματίζει τους ειδικούς.
Μέχρι στιγμής, έχουν εντοπιστεί ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, όπως λιθόκτιστοι τοίχοι, δυο λίθινα θρανία, λάκκοι απόρριψης, στρώμα από καμένο δομικό πηλό και μια κατασκευή που ίσως είναι φούρνος. Τα ευρήματα αυτά εκτιμάται πως ανήκουν στην Τελική Νεολιθική Περίοδο.
Επιπλέον, εντοπίστηκαν και κινητά ευρήματα όπως δύο πήλινα ανθρωπόμορφα ειδώλια, υφαντικά βάρη από πηλό, εργαλεία από πέτρα, δυο λίθινες διάτρητες χάντρες κι ορισμένα οστά.
Τα κεραμικά ευρήματα τοποθετούνται στο τέλος της 5ης και στην 4η χιλιετία π.Χ. και παρουσιάζουν ομοιότητες το αντίστοιχο υλικό από το σπήλαιο της Αγίας Τριάδας, τη Φτελιά Μυκόνου, την Κεφάλα της Κέας και άλλες θέσεις στο Αιγαίο.
Παράλληλα, βρέθηκαν πολλά εργαλεία λαξευμένου λίθου από οψιανό Μήλου. Μεταξύ των ευρημάτων είναι και 130 αιχμές για βέλη που είναι από τα μεγαλύτερα σύνολα που έχουν βρεθεί ποτέ στην Ελλάδα.
Συνοψίζοντας, τα αποτελέσματα του ερευνητικού προγράμματος περιγράφουν έναν σημαντικό προϊστορικό οικισμό με μακρόχρονη κατοίκηση και διαδοχικές αρχιτεκτονικές φάσεις. Αυτές διατρέχουν τρεις διαφορετικές χρονολογικές περιόδους, με ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες σχετικά με την οικονομία του οικισμού και την θέση του σε δίκτυα ανταλλαγών, παραγωγής, και διακίνησης οψιανού.
Ο οικισμός χρονολογείται κυρίως στην Τελική Νεολιθική Περίοδο, σύμφωνα με τα ανασκαφικά τεκμήρια και την προκαταρκτική τους μελέτη. Παράλληλα, παρουσιάζει αποσπασματικές ενδείξεις κατοίκησης κατά την Ύστερη Νεολιθική Εποχή και κατά την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού.
Η ανακάλυψη θα προσφέρει νέα δεδομένα για αυτές τις περιόδους τόσο για την περιοχή της Καρύστου όσο και για τον ευρύτερο χώρο του Αιγαίου. Παράλληλα, θα βοηθήσει στη διασάφηση της μετάβασης από τη Νεολιθική στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού που μέχρι σήμερα προβληματίζει τους ειδικούς.
Μέχρι στιγμής, έχουν εντοπιστεί ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, όπως λιθόκτιστοι τοίχοι, δυο λίθινα θρανία, λάκκοι απόρριψης, στρώμα από καμένο δομικό πηλό και μια κατασκευή που ίσως είναι φούρνος. Τα ευρήματα αυτά εκτιμάται πως ανήκουν στην Τελική Νεολιθική Περίοδο.
Επιπλέον, εντοπίστηκαν και κινητά ευρήματα όπως δύο πήλινα ανθρωπόμορφα ειδώλια, υφαντικά βάρη από πηλό, εργαλεία από πέτρα, δυο λίθινες διάτρητες χάντρες κι ορισμένα οστά.
Τα κεραμικά ευρήματα τοποθετούνται στο τέλος της 5ης και στην 4η χιλιετία π.Χ. και παρουσιάζουν ομοιότητες το αντίστοιχο υλικό από το σπήλαιο της Αγίας Τριάδας, τη Φτελιά Μυκόνου, την Κεφάλα της Κέας και άλλες θέσεις στο Αιγαίο.
Παράλληλα, βρέθηκαν πολλά εργαλεία λαξευμένου λίθου από οψιανό Μήλου. Μεταξύ των ευρημάτων είναι και 130 αιχμές για βέλη που είναι από τα μεγαλύτερα σύνολα που έχουν βρεθεί ποτέ στην Ελλάδα.
Συνοψίζοντας, τα αποτελέσματα του ερευνητικού προγράμματος περιγράφουν έναν σημαντικό προϊστορικό οικισμό με μακρόχρονη κατοίκηση και διαδοχικές αρχιτεκτονικές φάσεις. Αυτές διατρέχουν τρεις διαφορετικές χρονολογικές περιόδους, με ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες σχετικά με την οικονομία του οικισμού και την θέση του σε δίκτυα ανταλλαγών, παραγωγής, και διακίνησης οψιανού.