Την ανάγκη να περάσει σταδιακά η Ναυτιλία, «από την τρέχουσα αβεβαιότητα, σε ένα προβλέψιμο περιβάλλον που θα καθοδηγεί τις μελλοντικές επενδύσεις και θα διασφαλίζει ότι θα αποδώσουν τα προσδοκώμενα οφέλη για το περιβάλλον», επεσήμανε Υπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής κ. Γιάννης Πλακιωτάκης, μιλώντας στο 1o Ελληνοκυπριακό Business Summit, με θέμα τον δρόμο προς την απανθρακοποίηση του Ναυτιλιακού κλάδου.
«Οποιαδήποτε νέα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων αυτών με περιβαλλοντικό χαρακτήρα», σημείωσε ο κ. Πλακιωτάκης, «πρέπει να είναι πρακτικά, ρεαλιστικά και υλοποιήσιμα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη αφενός τα ειδικά χαρακτηριστικά κάθε μοντέλου ναυτιλιακής δραστηριότητας και αφετέρου τις κεντρικές περιβαλλοντικές αρχές – με βασικότερη όλων την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Στη ναυτιλία, αυτό μεταφράζεται στο ότι το κόστος της ενεργειακής μετάβασης θα πρέπει να μπορεί να μετακυλισθεί στον εμπορικό διαχειριστή του πλοίου».
«Η Ελλάδα, έχοντας σαφή προσανατολισμό και σύμμαχο ομονοούντα ναυτιλιακά Κράτη, όπως η Κύπρος, θα συνεχίσει να συνεισφέρει με συγκεκριμένες προτάσεις στις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις σε επίπεδο ΕΕ και Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού για τη νέα περιβαλλοντική νομοθεσία, με στόχο την υιοθέτηση κανονισμών που θα προάγουν τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια με περιεκτικό τρόπο, χωρίς να διακυβεύεται η κυριαρχία της ευρωπαϊκής ναυτιλίας και η ανθεκτικότητα των οικονομιών μας, ιδιαίτερα οι προοπτικές ανάπτυξης και η ευημερία των πιο ευάλωτων πολιτών όπως οι νησιώτες».
Αναφερόμενος στην κρίση στην Ουκρανία, ο κ. Πλακιωτάκης σημείωσε ότι «δύο είναι οι κύριες προτεραιότητές μας: πρώτον, να αντιμετωπίσουμε τις απειλές για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και πρωτίστως των ναυτικών και δεύτερον, οι οικονομικές επιπτώσεις στη ναυτιλία όπως η περαιτέρω αύξηση του κόστους των καυσίμων». Σε επίπεδο κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας, «μέλημά μας», είπε ο κ. Πλακιωτάκης, «είναι να διαφυλάξουμε το μήνυμα που πρέπει να σταλεί στο επιτιθέμενο κράτος, διασφαλίζοντας όμως ταυτόχρονα τη βασική αρχή ότι δεν πρέπει να βλάψουμε τους τις δικές μας οικονομίες μας περισσότερο από αυτό του επιτιθέμενου κράτους. Οι κυρώσεις θα πρέπει να συνοδεύονται από τεκμηριωμένη ανάλυση επιπτώσεων, ώστε να αποφευχθούν ελλείψεις κρίσιμων αγαθών για τη λειτουργία εξίσου κρίσιμων τομέων της ευρωπαϊκής οικονομίας – μεταξύ αυτών και της ναυτιλίας μας».
Τέλος, σχετικά με την ακτοπλοϊκή σύνδεση Ελλάδας – Κύπρου, ο κ. Πλακιωτάκης στάθηκε στην «πολύτιμη συμβολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», χάρη στην οποία «κατέστη δυνατό να υλοποιηθεί μια αμοιβαία επιδίωξη Ελλάδας και Κύπρου». «Από την πρώτη στιγμή, το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής», πρόσθεσε, «στήριξε με όλες του τις δυνάμεις αυτή την πρωτοβουλία και πλέον μετά από 21 ολόκληρα χρόνια, Έλληνες και Κύπριοι θα μπορούν να ταξιδέψουν δια θαλάσσης μεταφέροντας και το ιδιωτικό τους όχημα, ενώ να μην ξεχνάμε και το σημαντικό αποτύπωμα που αναμένεται να αφήσει αυτή η ακτοπλοϊκή σύνδεση στον τουρισμό και των δύο χωρών».
«Οποιαδήποτε νέα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων αυτών με περιβαλλοντικό χαρακτήρα», σημείωσε ο κ. Πλακιωτάκης, «πρέπει να είναι πρακτικά, ρεαλιστικά και υλοποιήσιμα, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη αφενός τα ειδικά χαρακτηριστικά κάθε μοντέλου ναυτιλιακής δραστηριότητας και αφετέρου τις κεντρικές περιβαλλοντικές αρχές – με βασικότερη όλων την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Στη ναυτιλία, αυτό μεταφράζεται στο ότι το κόστος της ενεργειακής μετάβασης θα πρέπει να μπορεί να μετακυλισθεί στον εμπορικό διαχειριστή του πλοίου».
«Η Ελλάδα, έχοντας σαφή προσανατολισμό και σύμμαχο ομονοούντα ναυτιλιακά Κράτη, όπως η Κύπρος, θα συνεχίσει να συνεισφέρει με συγκεκριμένες προτάσεις στις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις σε επίπεδο ΕΕ και Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού για τη νέα περιβαλλοντική νομοθεσία, με στόχο την υιοθέτηση κανονισμών που θα προάγουν τη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια με περιεκτικό τρόπο, χωρίς να διακυβεύεται η κυριαρχία της ευρωπαϊκής ναυτιλίας και η ανθεκτικότητα των οικονομιών μας, ιδιαίτερα οι προοπτικές ανάπτυξης και η ευημερία των πιο ευάλωτων πολιτών όπως οι νησιώτες».
Αναφερόμενος στην κρίση στην Ουκρανία, ο κ. Πλακιωτάκης σημείωσε ότι «δύο είναι οι κύριες προτεραιότητές μας: πρώτον, να αντιμετωπίσουμε τις απειλές για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και πρωτίστως των ναυτικών και δεύτερον, οι οικονομικές επιπτώσεις στη ναυτιλία όπως η περαιτέρω αύξηση του κόστους των καυσίμων». Σε επίπεδο κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας, «μέλημά μας», είπε ο κ. Πλακιωτάκης, «είναι να διαφυλάξουμε το μήνυμα που πρέπει να σταλεί στο επιτιθέμενο κράτος, διασφαλίζοντας όμως ταυτόχρονα τη βασική αρχή ότι δεν πρέπει να βλάψουμε τους τις δικές μας οικονομίες μας περισσότερο από αυτό του επιτιθέμενου κράτους. Οι κυρώσεις θα πρέπει να συνοδεύονται από τεκμηριωμένη ανάλυση επιπτώσεων, ώστε να αποφευχθούν ελλείψεις κρίσιμων αγαθών για τη λειτουργία εξίσου κρίσιμων τομέων της ευρωπαϊκής οικονομίας – μεταξύ αυτών και της ναυτιλίας μας».
Τέλος, σχετικά με την ακτοπλοϊκή σύνδεση Ελλάδας – Κύπρου, ο κ. Πλακιωτάκης στάθηκε στην «πολύτιμη συμβολή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», χάρη στην οποία «κατέστη δυνατό να υλοποιηθεί μια αμοιβαία επιδίωξη Ελλάδας και Κύπρου». «Από την πρώτη στιγμή, το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής», πρόσθεσε, «στήριξε με όλες του τις δυνάμεις αυτή την πρωτοβουλία και πλέον μετά από 21 ολόκληρα χρόνια, Έλληνες και Κύπριοι θα μπορούν να ταξιδέψουν δια θαλάσσης μεταφέροντας και το ιδιωτικό τους όχημα, ενώ να μην ξεχνάμε και το σημαντικό αποτύπωμα που αναμένεται να αφήσει αυτή η ακτοπλοϊκή σύνδεση στον τουρισμό και των δύο χωρών».